Φυτό “άγριο” σε όψη; Μάλλον ναι, μιας και έχει φύλλα γεμάτα αγκάθια. Τροπικό; Πάλι ναι, αφού θεωρείται γηγενές της Νότιας Αμερικής. Οι κάτοικοι της νότιας Βραζιλίας και της Παραγουάης εξάπλωσαν την καλλιέργειά του μέχρι το Μεξικό ενώ αυτός που το έφερε στην Ευρώπη δεν είναι άλλος από τον Χριστόφορο Κολόμβο, ο οποίος το πρωτοαντίκρισε στις ακτές της Γουαδελούπης. Θρεπτικό; Σίγουρα ναι, με πολλές ευεργετικές ιδιότητες για τον οργανισμό. Αναφερόμαστε στον ανανά (Ananas comosus), ο οποίος είναι ίσως το καλοκαιρινό φρούτο με τη μεγαλύτερη διατροφική αξία και με παγκόσμια παραγωγή, περίπου, στους 15 εκατομμύρια τόνους. Παλιότερα θεωρούνταν “πολυτελές” ως καρπός διότι λόγω του κόστους εισαγωγής του και της εργασίας που απαιτούσε για να αναπτυχθεί σε εύκρατα κλίματα, μέσα σε θερμοκήπια πάντα, χρησιμοποιούνταν περισσότερο ως διακοσμητικό σε διάφορα δείπνα.
Ο ανανάς ανήκει στην οικογένεια των Βρομελιίδων και κάθε φυτό καρποφορεί μια φορά το χρόνο. Μετά την συλλογή αφήνεται να σχηματιστούν 1-2 παραφυάδες από το μητρικό φυτό από τις οποίες, περίπου ένα χρόνο αργότερα, θα παραχθεί ξανά ένας καρπός έτοιμος για συγκομιδή. Βασική καλλιεργητική του φροντίδα είναι η καταπολέμηση των ζιζανίων. Στο παρελθόν χρησιμοποιούσαν ως εδαφικό επίστρωμα το άχυρο ή τη χλόη ενώ σήμερα τα μαύρα φύλλα πολυαιθυλενίου, τα οποία ζεσταίνουν το έδαφος, το προστατεύουν από τις διαβρώσεις και μειώνουν την απόπλυσή του. Τα φυτά φυτεύονται δια μέσου των τρυπών, που διανοίγονται σ’ αυτό, ανάλογα με το εφαρμοζόμενο σύστημα φύτευσης.
Ο ανανάς, αν και θεωρείται ανθεκτικός στην ξηρασία, σε σοβαρή έλλειψη νερού αναστέλλει την ανάπτυξή του και καθυστερεί την καρποφορία του. Είναι ευαίσθητος στους παγετούς ενώ η άριστη θερμοκρασία για να αναπτυχθεί είναι αυτή των 20-30 οC. Προσαρμόζεται και αποδίδει ικανοποιητικά σε εδάφη αμμοπηλώδη, με υψηλή περιεκτικότητα σε οργανική ουσία. Το φρούτο είναι καλύτερο ποιοτικά όταν ωριμάσει πλήρως πάνω στο φυτό και κατόπιν μπορεί να οδηγηθεί για κονσερβοποίηση ή περαιτέρω βιομηχανική επεξεργασία. Η κατανάλωση φρέσκου ανανά συνεχώς αυξάνεται λόγω της ταχείας μεταφοράς του στις αγορές, κυρίως με αεροπλάνα. Ως κριτήριο ωριμότητας λαμβάνονται ο χρωματισμός του καρπού (κιτρινωπός), η περιεκτικότητά του σε διαλυτά στερεά (12%) και ο ήχος που παράγεται κατά το χτύπημά του. Περιέχει βιταμίνες (Α, Β6, C, Ε και Β – καροτίνη) όπως επίσης και ανόργανα άλατα (νάτριο, σίδηρο, χαλκό, ασβέστιο). Ακόμη, πολλές φυτικές ίνες και ένζυμα (βρίσκονται στο κοτσάνι και τη σάρκα του) που βοηθούν στην ομαλή λειτουργία του πεπτικού συστήματος.
Η κατανάλωση ανανά μετά το γεύμα αντιμετωπίζει, κατά τους ειδικούς, την δυσπεψία. Τα ιχνοστοιχεία του προστατεύουν το καρδιακό και το κυκλοφορικό σύστημα ενώ διαθέτει και διουρητικές, αντιβακτηριδιακές και αντιμικροβιακές ιδιότητες. Επίσης, πολύ σημαντικό είναι το γεγονός πως περιέχει ένα μείγμα ενζύμων, γνωστό με την ονομασία “βρομελαϊνη”, η οποία έχει αποδειχθεί πως μπορεί να μπλοκάρει την παραγωγή των ουσιών εκείνων που προκαλούν φλεγμονές στο σώμα. Έρευνες έδειξαν, ακόμη, πως βοηθά στη μείωση των οιδημάτων που προκαλεί η αρθρίτιδα και καταπραΰνει συμπτώματα ασθενειών όπως η ιγμορίτιδα. Τέλος, επιταχύνει την επούλωση των πληγών που προέρχονται από τραυματισμούς.
Ο ανανάς είναι ιδιαίτερα αγαπητός ως φρούτο στις γυναίκες καθώς θεωρείται μια από τις καλύτερες τροφές στην αντιμετώπιση της κυτταρίτιδας και αποτρέπει την κατακράτηση υγρών. Ο καρπός του μπορεί να καταναλωθεί ωμός (πολύ δροσιστικός) ή αποξηραμένος. Χρησιμοποιείται ευρέως στη ζαχαροπλαστική λόγω της ελαφρά όξινης γεύσης του ενώ υπάρχει στο εμπόριο και σε μορφή κομπόστας. Σε ορισμένες κουζίνες τον χρησιμοποιούν, μαζί με τον χυμό του, όχι στην παρασκευή κάποιου κέϊκ αλλά για να “πετύχουν” γλυκόξινες σάλτσες συνοδευτικές κρεάτων. Και για να μην υπάρξει οποιαδήποτε σύγχυση … Ο ανανάς δεν κρέμεται από δέντρο αλλά είναι χαμηλό, ποώδες φυτό, με ύψος μέχρι 1,5 μέτρα.