Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΑΤΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΜΙΚΗ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΤΟ “ΑΛΕΞΗ ΕΙΣΑΙ ΜΑΓΚΑΣ”

Μοίρασε το

Προ ημερών αίσθηση προκάλεσε άλλη μια πολιτική παρέμβαση του Μίκη Θεοδωράκη.

Ο βασικός λόγος ήταν η αποστροφή του στα έργα και τις ημέρες του άλλοτε προστατευόμενου του Αλέξη Τσίπρα. Ο μουσικοσυνθέτης, ούτε λίγο, ούτε πολύ, άφησε στην άκρη τα εγκωμιαστικά σχόλια για το “φοβερό παιδί” της Αριστεράς και προδομένος προφανώς τού επιτέθηκε σε προσωπικό επίπεδο, αποκαλώντας τον “μάγκα” που κάνει ό,τι θέλει.

Αναμμένο λοιπόν ήταν τα αντιπολιτευόμενα Μέσα να αρχίσουν μια χαιρέκακη αναπαραγωγή των όσων είπε ο μουσικοσυνθέτης, προβάλλοντας επιλεκτικά την ανοικτή επιστολή του προς τον Πρωθυπουργό, η οποία έκλεινε με τη φράση “καλή αντάμωση” στα γουναράδικα.

Ωστόσο, η ουσία της παρέμβασης τού Μίκη Θεοδωράκη βρίσκεται στην μικρή αναδρομή της συνταγματικής ιστορίας που έκανε, όπου υποστηρίζει πως με την συνταγματική αναθεώρηση του 1986 “…το Σύνταγμα από Προεδρευομένη Δημοκρατία την μεταβάλλει σε Παντοδυναμία της Εκτελεστικής Εξουσίας, δηλαδή του Πρωθυπουργού που αναδεικνύεται σε Απόλυτο Άρχοντα, εφ’ όσον ο μόνος που μπορεί να τον ελέγξει είναι ο εαυτός του. Δηλαδή ουσιαστικά έχει δικτατορικά δικαιώματα, γιατί η ουσιαστική Δημοκρατία έχει καταντήσει ένα άδειο πουκάμισο…”

Επί τούτου, που είναι και η ουσία και της παρέμβασης του μουσικοσυνθέτη, ελάχιστα (ως μηδενικά) σχόλια έγιναν. Οι λόγοι είναι προφανείς και αναφέρονται χαρακτηριστικά όταν σημειώνει: “…η Βουλή σιωπά, διότι μέσω της συνταγματικής αναθεώρησης του ’86, είναι συνένοχη γι’ αυτή την παραμόρφωση της Αρχής της ουσιαστικής Λαϊκής Κυριαρχίας…”

Ως μια από τις ελάχιστες φωνές στο Δημόσιο βίο που θίγουν την ουσία της ελληνικής κακοδαιμονίας, η φωνή του Μίκη οφείλει να ακουστεί για αυτόν ακριβώς το λόγο και να ενωθεί και με άλλες φωνές που θίγουν κατ’ επανάληψη το θέμα. Ο γράφων, π.χ., προ ενάμισι έτους, σε ομιλία του σε συνέδριο που διοργάνωσε η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ Κορινθίας είχε αναφερθεί στο “Πολιτειακό: Η μήτρα της ελληνικής κακοδαιμονίας”.

Παρατίθεται αυτούσιο το κείμενο της ομιλίας και τηλεοπτικό απόσπασμα.

“Ευχαριστώ τους διοργανωτές του συνεδρίου για την τιμητική πρόσκληση και για την ευκαιρία να μοιραστώ μαζί σας ορισμένες σκέψεις για το Πολιτειακό, το οποίο θεωρώ την μήτρα της ελληνικής κακοδαιμονίας!

Κυρίες και κύριοι

Προφανώς θα έχετε αναρωτηθεί όλοι γιατί η Ελλάδα, ενώ ανήκει στον πυρήνα των πλουσιότερων χωρών του κόσμου, βρίσκεται σε βαθιά κοινωνική, οικονομική και πολιτική κρίση.

Λογικά, θα περίμενε κανείς ότι μετά από τόσα χρόνια ισότιμης συμμετοχής μας στο ευρωπαϊκό εγχείρημα, η Ελλάδα θα είχε γίνει ένα πραγματικά σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος με άριστες υποδομές, άρτια δημόσια διοίκηση, οργανωμένη παραγωγική βάση.

Και θα το περίμενε κανείς αυτό διότι καθ’ όλη τη διάρκεια της συμμετοχής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εισέρρευσαν στη χώρα κεφάλαια και τεχνογνωσία υπερδιπλάσια του σχεδίου Μάρσαλ, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν αξιοποιηθεί κατά τέτοιο τρόπο που να είχαν μετατρέψει την Ελλάδα σε χώρα πρότυπο και όχι σε αποικία χρέους. Άρα το πρόβλημα μας δεν ήταν η έλλειψη χρημάτων.

Προφανώς, κάποια άλλη είναι η αιτία της σημερινής μας κρίσης. Και προσοχή! Μη συγχέουμε τη δική μας υφιστάμενη κρίση με εκείνη των προηγμένων ευρωπαϊκών κρατών.

Είναι άλλης φύσεως πρόβλημα η “κρίση ανταγωνιστικότητας” που διέρχεται η ΕΕ στο σύνολο της και άλλης φύσεως η κρίση που υφέρπει στη χώρα μας ήδη από την αρχή της Μεταπολίτευσης.

Η ώρα όμως της αλήθειας ήρθε το 2008 όταν η διεθνής κρίση αποκάλυψε κατά δραματικό τρόπο τη γύμνια του σαθρού οικοδομήματος της Μεταπολίτευσης.

Τι δεν πήγε καλά; Γιατί ενόσω όλη η Ευρώπη και εμείς μαζί της, γνώριζε μια πρωτοφανή ανάπτυξη τα δικά μας εγγενή και διαχρονικά προβλήματα παρέμειναν.

Θέλω να πω ότι η συζήτηση που κάνουμε ακόμα και σήμερα για το πελατειακό κράτος, τη διαπλοκή, τη διαφθορά στο Δημόσιο, τις στρεβλώσεις στο σύστημα απονομής Δικαιοσύνης, τα εμπόδια στην ανάπτυξη της πραγματικής, της παραγωγικής, οικονομίας, το συντεχνιακό παρασιτισμό, δεν είναι σημερινή. Δεν προέκυψε τώρα. Τα ίδια προβλήματα παρέμεναν άλυτα και τα συζητάμε επί δεκαετίες. Και φτάσαμε να λέμε, ορθώς κατά τη γνώμη μου. Πως δεν έφερε την κρίση το Μνημόνιο, αλλά η δική μας κρίση έφερε το Μνημόνιο.

Και το λέω αυτό διότι τα πολιτικά συνθήματα τύπου Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο συντείνουν ακριβώς στο να κουκουλώνουν την ουσία των προβλημάτων, η οποία προφανώς είναι πιο περίπλοκη.

Αν λοιπόν δεχθούμε ότι ευρωπαϊκά κεφάλαια που εισέρρευσαν στη χώρα μας δεν έλυσαν τα δομικά μας προβλήματα, μεταξύ των οποίων, βεβαίως και το εσφαλμένο μοντέλο ανάπτυξης που στηριζόταν στην κατανάλωση και όχι στην παραγωγή), τότε προφανώς δεχόμαστε πως η κρίση μας δεν είναι μόνο οικονομική, είναι κυρίως πολιτική και πολιτισμική.

Πολιτική γιατί οι θεσμοί μας δεν λειτουργούν καλά.

Πολιτισμική, γιατί η κοινωνία ανέχθηκε οι θεσμοί να μη λειτουργούν καλά.

Όλα αυτά τα χρόνια η κοινωνία αποδέχθηκε την παραπλάνηση, τη διαφθορά, τη συναλλαγή. Απείχε από την πολιτική δίνοντας χώρο σε επαγγελματίες της πολιτικής που με τη σειρά τους ταυτίστηκαν με κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και χρηματοπιστωτικούς παράγοντες και το αποτέλεσμα είναι η κρίση που βιώνουμε. Όσο δεν γίνονται ριζικές αλλαγές στους θεσμούς, τόσο η ξένη βοήθεια δεν θα πιάνει τόπο, τόσο τα μνημόνια θα αποτυγχάνουν.

Ευτυχώς, αυτό, ολοένα και περισσότεροι ενεργοί πολίτες το αντιλαμβάνονται. Πλέον η κοινωνία έχει αρχίσει και προβληματίζεται. Ασχολείται ενεργά με την πολιτική. Μπαίνει στη διαδικασία. Θέτει ερωτήματα. Αναζητά απαντήσεις.

Γιατί λοιπόν κυρίες και κύριοι σε αυτή τη χώρα οι θεσμοί δεν λειτουργούν καλά;

Νομίζω ότι η απάντηση αναζητείται ακριβώς σε τέτοιους είδους συζητήσεις όπως η σημερινή. Και αυτό είναι πρόοδος.

Προ πέντε ετών, η πρόταση αλλαγής του πολιτεύματος ακουγόταν ως γραφικότητα. Σήμερα, η συζήτηση για την πολιτειακή αλλαγή τείνει να βρεθεί στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου. Είτε συνειδητά, είτε ασυνείδητα κάποιοι, υποψιάζονται που εντοπίζεται το πρόβλημα.

Βέβαια, η συζήτηση περί της αναθεώρησης του Συντάγματος είναι κατά τη γνώμη μου η προπαρασκευαστική συζήτηση, αλλά όμως συγκλίνει σε μια παραδοχή: Ότι δηλαδή, το σύστημα της προεδρευομένης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας έχει σοβαρότατα προβλήματα, γεγονός που επιτάσσει τον αναστοχασμό μιας ριζικής συνταγματικής μεταρρύθμισης, ίσως ακόμα και ενός Νέου Συντάγματος. Ενός νέου Πολιτεύματος.

Εδώ που φτάσαμε η συζήτηση αυτή δεν μπορεί να είναι ζήτημα μιας ομάδας εκλεκτών ή ειδικών. Είναι μια συζήτηση που μας αφορά όλους! Γιατί αφορά στην ποιότητα της Δημοκρατίας. Στην ενίσχυση της λαϊκής κυριαρχίας, στην διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας. Αφορά δηλαδή στις προϋποθέσεις για την οικονομική ανάπτυξη και την έξοδο από το οικονομικό αδιέξοδο που έχουμε περιέλθει.

Θα μου πείτε: Ωραία όλα αυτά που λες, συμφωνούμε, αλλά δεν καταλαβαίνουμε γιατί το Πολιτειακό είναι η μήτρα της ελληνικής παθογένειας και πως μια Ριζική Συνταγματική Μεταρρύθμιση θα μπορούσε να μας εξασφαλίσει την ομαλή μετάβαση στη νέα εποχή που έχουμε μπροστά μας. Στη νέα Μεταπολίτευση…

Θα περιοριστώ σε τρία βασικά προβλήματα που στοιχειοθετούν διαχρονικά την πολιτική μας κρίση, η οποία σήμερα είναι ορατή και επώδυνη για όλους μας.

α. στο πρόβλημα άμεσης και δίκαιης απονομής Δικαιοσύνης, β. στο πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης, γ. στην έλλειψη πολιτικής σταθερότητας.

Αμφισβητεί κανείς σήμερα ότι η Δικαιοσύνη δεν επιτελεί στο ακέραιο το ρόλο της; Πλείστα τα παραδείγματα και τα παράπονα.

Αμφισβητεί κανείς ότι στην πολιτική δεν εμπλέκονται οι άριστοι, αλλά οι αρεστοί; Γιατί γίνεται αυτό; Γιατί αν κάποιος θέλει να αλλάξει κάτι για τον τόπο του, υπό το ισχύον σύστημα θα πρέπει να φτιάξει κόμμα, ή να ενταχθεί σε κόμμα. Να περάσει δηλαδή μέσα από κομματικές διαδικασίες και άρα για να ανέβει στην ιεραρχία και να επηρεάσει να είναι ή να γίνει αρεστός στην εκάστοτε ηγεσία του κόμματος. Πόσοι άριστοι μπαίνουν στη βάσανο μιας τέτοιας διαδικασίας;

Αμφισβητεί κανείς πως η συχνότητα διενέργειας εκλογών υπονομεύει την πολιτική σταθερότητα και δυναμιτίζει κάθε προσπάθεια οικονομικής ανάπτυξης;

Για να μην πάω μακριά. Είδατε τι συνέβη πρόσφατα με την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας. Και αναλογιστείτε μόνο τούτο. Τα τελευταία 9 χρόνια που η Καγκελάριος Μέρκελ ηγείται της Γερμανίας έχει γνωρίσει 5 Έλληνες πρωθυπουργούς. Ο δε Σόιμπλε έχει “διαπραγματευτεί με 9 Έλληνες ομολόγους του. Δηλαδή κάθε χρόνο αλλάζουμε έναν.

Πίσω στα βασικά λοιπόν. Τι είναι ένα Σύνταγμα; Είναι ο καταστατικός χάρτης μιας χώρας, το κείμενο που περιγράφει ποιες είναι οι εξουσίες, πως τις εκλέγουμε και πως μας κυβερνούν, πως τις ελέγχουμε και πως αλληλοελέχονται.

Το Σύνταγμα πρέπει να είναι λιτό και περιεκτικό με ρητές διατάξεις για ένα πάγιο και δίκαιο εκλογικό σύστημα που θα εξασφαλίζει πλήρη διαχωρισμό των εξουσιών, πολιτική σταθερότητα, πλήρη και αναλογική εκπροσώπηση όλων.

Ερώτηση: Το Σύνταγμα του 1974 πληρεί τις παραπάνω προδιαγραφές; Για να δούμε.

Είναι λιτό και περιεκτικό;

Το Σύνταγμα των ΗΠΑ διαθέτει 18 αρχικά άρθρα και περίπου 50 τροποποιήσεις/συμπληρώσεις και μετράει 216 χρόνια αδιατάρακτης λειτουργίας. Οι δε πολίτες αποφασίζουν μέσω εκλογών για τα περισσότερα δημόσια αξιώματα: από το σερίφη και τον Εισαγγελέα, μέχρι το Κογκρέσο και τον Πρόεδρο! Το αντίστοιχο ελληνικό Σύνταγμα, διαθέτει 120 άρθρα, έχει υποστεί 3 αναθεωρήσεις στα 41 χρόνια που μετράει και έχει εκ των πραγμάτων καταρρεύσει.

Γιατί έχει καταρρεύσει;

Διότι ούτε τον πλήρη διαχωρισμό των εξουσιών εξασφαλίζει, ούτε την πλήρη και αναλογική εκπροσώπηση όλων, ούτε βεβαίως και την πολιτική σταθερότητα.

Να τα δούμε ένα ένα

Διάκριση εξουσιών. Δηλαδή: Εκτελεστική, νομοθετική, δικαστική. Υφίσταται στο πρωθυπουργοκεντρικό μας πολίτευμα όπου όλες οι εξουσίες συγκεντρώνονται στο πρόσωπο του Πρωθυπουργού και μέσω αυτού, στους κομματικούς μηχανισμούς;

Ας πάρουμε ως παράδειγμα τη δικαστική εξουσία. Η ηγεσία της Δικαιοσύνης εκλέγεται από το υπουργικό Συμβούλιο. Και ποιος έχει την ευθύνη συγκρότησης του υπουργικού Συμβουλίου; Μα ο πρωθυπουργός. Άρα εκ των πραγμάτων η ηγεσία της Δικαιοσύνης υπόκεινται στον άμεσο έλεγχο του Πρωθυπουργού και κατ’ επέκταση του κόμματος ή των κομμάτων που τον στηρίζει. Με ποιον τρόπο λοιπόν η Ανεξάρτητη Δικαιοσύνη θα έχει την ικανότητα να ελέγχει την εκτελεστική εξουσία, αλλά και την συνταγματικότητα των νόμων, ανεπηρέαστη από την κυβέρνηση και τα κόμματα; Προφανώς θα πρέπει να εκλέγεται από ένα πιο αντιπροσωπευτικό Σώμα. Υπάρχουν διάφορες προτάσεις. Δεν θα επεκταθώ

Για να δούμε όμως τι συμβαίνει με τη νομοθετική εξουσία, δηλαδή τη Βουλή. Πληρεί την προϋπόθεση της αντιπροσωπευτικότητας, ώστε κατ’ επέκταση να έχει τη δυνατότητα να ελέγχει την εκτελεστική εξουσία και ίσως να εκλέγει και την ηγεσία της Δικαιοσύνης;

Εδώ, το ζήτημα της αντιπροσωπευτικότητας συναντά τη συζήτηση ενός αληθώς αναλογικού εκλογικού συστήματος, ώστε να εκπροσωπείται το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων και να ακούγονται όλες οι πολιτικές απόψεις. Αισθάνεστε ότι το εκλογικό μας σύστημα που κάθε λίγο και λιγάκι αλλάζει πληρεί την παραπάνω προϋπόθεση; Τι πρέπει να γίνει; Και εδώ υπάρχουν διάφορες προτάσεις, αλλά δεν θα επεκταθώ.

Και πάμε τώρα στην εκτελεστική εξουσία. Λέμε για παράδειγμα πως το σύστημα μας είναι πρωθυπουργοκεντρικό, πως ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι διακοσμητικός και πως θα έπρεπε να έχει αυξημένες εξουσίες.

Κάποιοι μάλιστα μιλούν για άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό. Θα μας λύσει το πρόβλημα; Σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα, όπου η νομιμοποίηση της κυβέρνησης και άρα του πρωθυπουργού στηρίζεται στη δεδηλωμένη της Βουλής, η δημιουργία ενός δεύτερου πόλου εκτελεστικής εξουσίας θα ήταν αφορμή για περισσότερες τριβές και συγκρούσεις.

Δείτε τι μας διδάσκει η συνταγματική μας Ιστορία όταν το Σύνταγμα αναγνώριζε σε δυο πόλους εκτελεστικές αρμοδιότητες. Παλάτι-Βενιζέλος, Παλάτι – Παπάγος. Παλάτι-Καραμανλής. Παλάτι-Παπανδρέου. Άρα. Τι νόημα θα είχε μια τέτοια κατάσταση δυαρχίας;

Λοιπόν… Όσο μιλάμε και τα συζητάμε το πράγμα αρχίζει και γίνεται πολύπλοκο και δυσνόητο στον πολύ κόσμο. Ίσως ήδη να σας έχω κουράσει.

Γενικά στο μυαλό μας θα πρέπει να συγκρατήσουμε το εξής απλό: Ότι το νέο Σύνταγμα θα πρέπει να διασφαλίζει ένα σύστημα ισορροπίας και ελέγχου των τριών εξουσιών. Δηλαδή να προβλέπει ασφαλιστικές δικλείδες προκειμένου να μην κάνει ο καθένας ό,τι θέλει χωρίς έλεγχο. Ένα το κρατούμενο.

Και το δεύτερο και σημαντικότερο είναι να παρέχεται η δυνατότητα στην κοινωνία να ελέγχει την πολιτική και όχι η πολιτική την κοινωνία. Αυτό μπορεί να γίνει με τη θέσπιση λαϊκής πρωτοβουλίας για δημοψήφισμα και εισαγωγή συμμετοχικών θεσμών που και το Πολίτευμα θα νομιμοποιούσε και κουλτούρα διαλόγου και συναινετικών λύσεων μέσα στην κοινωνία θα καλλιεργούσε.

Αποσπασματικά όμως κάτι τέτοιο στο ρευστό κοινοβουλευτικό μας σύστημα θα λειτουργούσε αποσταθεροποιητικά. Για αυτό και πρέπει να αντιμετωπίσουμε ολιστικά τη συζήτηση και να μη μιλάμε απλώς για Συνταγματική Αναθεώρηση, αλλά για Ριζική Συνταγματική Μεταρρύθμιση.

Κι αν ορισμένοι κρύβονται πίσω από την έλλειψη σχετικής πρόνοιας του ισχύοντος Συντάγματος που απαγορεύει τη λαϊκή πρωτοβουλία για δημοψήφισμα ή αλλαγή Συντάγματος, θα θυμίσω αυτό που μαθαίνουν οι πρωτοετής φοιτητές στις σχολές της Νομικής και των Πολιτικών Επιστημών. Ότι ο λαός, εξ ορισμού, είναι η υπέρτατη εξουσία, η πηγή από την οποία εκπορεύονται όλες οι άλλες εξουσίες και ασκούνται υπέρ αυτού και του Έθνους…

Σας ευχαριστώ!

 

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store

Μοίρασε το

του αρθρογράφου

ideas change society

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αφήστε μια απάντηση

Σχόλια

Μπες στη συζήτηση

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου