Ο ένας μετά τον άλλο, οι διεθνείς παράγοντες, παραδέχονται πλέον δημοσίως ότι έγινε «λάθος» με το Ελληνικό Πρόγραμμα, αλλά ότι αυτό «δεν βγαίνει». Από την αρχή της κρίσης και σε όλη την διάρκεια αυτών των τριών αιματηρών και δραματικών χρόνων για την Ελλάδα κορυφαίοι οικονομολόγοι απ’ όλο τον κόσμο μιλούσαν για το «αδιέξοδο του Προγράμματος και τις «καταστροφικές συνέπειες της λιτότητας» και της εντεινόμενης ύφεσης.
Στην διπλή εκλογική αναμέτρηση του 2012 και κυρίως στην αναμέτρηση του Ιουνίου, τέθηκε το θέμα της επαναδιαπραγμάτευσης του Μνημονίου και της Δανειακής Σύμβασης από τα τρία σήμερα συγκυβερνώντα Κόμματα (Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ) και από την πίεση του εκλογικού σώματος, αλλά και από το «πολιτικό κύμα» του ΣΥΡΙΖΑ, που με ορμητικό τρόπο έφερε στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας το αίτημα και ταυτόχρονα το πρόσταγμα για ριζική αλλαγή πολιτικών μέσω της επαναδιαπραγμάτευσης υπέρβασης ή ακόμα της πλήρους κατάργησης του Μνημονίου.
Έξι περίπου μήνες μετά τον «εκλογικό σεισμό» του Ιουνίου , «όλα τριγύρω άλλαξαν και όλα τα ίδια μένουν». Η Ελληνική Κοινωνία , χωρίς καμία επαναδιαπραγμάτευση φορτώθηκε ένα ακόμα εξοντωτικό πρόγραμμα λιτότητας, αμέσως μετά ένα νέο σκληρό φορολογικό πακέτο και τώρα ετοιμάζεται μια νέα φοροεπιδρομή κατά της περιουσίας που με κόπο και θυσίες έχει αποκτήσει ο Έλληνας , αλλά και ένα απάνθρωπο πακέτο κατασχέσεων λόγω της αδυναμίας [που έχουν πλέον τα νοικοκυριά , από την διαρκή μείωση του εισοδήματος τους , να ανταποκριθούν σε πληρωμές. Και στο βάθος, πιθανά τέλος Άνοιξης με καλοκαίρι , θα υπάρξουν πρόσθετα μέτρα λιτότητας και περικοπών και με την ενεργοποίηση των προβλέψεων του Μνημονίου , γιατί απλά ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται και θα συνεχιστεί επί μακρόν. …
Το 2012 και δη η περίοδος από τον Απρίλιο μέχρι και τον Νοέμβριο, εκτιμάτο ότι λόγω των Αμερικανικών Εκλογών και της διαφαινόμενης επανεκλογής Ομπάμα, της επικράτησης λίγο νωρίτερα του Ολάντ στην Γαλλία, της έντονης κινητοποίησης και ευαισθητοποίησης της διεθνούς κοινής γνώμης για το Ελληνικό πρόβλημα, αλλά και της πολιτικής ανατροπής που επέφερε η «πολιτική – εκλογική έκρηξη» του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι και ο Γερμανικός παράγοντας και το Δ.Ν.Τ, αλλά και κορυφαίοι παράγοντες της Ε.Ε άνοιγαν παράθυρο επαναδιαπραγμάτευσης με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δημιουργούσαν ένα σχετικά θετικό περιβάλλον για να τεθεί επί τάπητος το ελληνικό θέμα και να αρχίσει τουλάχιστον μια συζήτηση (πέραν του αυτονόητου και ήδη δηλωμένου – δεδομένου της επιμήκυνσης) για επαναδιαπραγμάτευση από μια Κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή. Η ευκαιρία αυτή χάθηκε. Η τρικομματική Κυβέρνηση εγκλωβίστηκε στην περιβόητη «επαναφορά του Προγράμματος που είχε εκτροχιαστεί» και ο Ελληνικός λαός πλήρωσε ακριβά την μη εκμετάλλευση του «momentum» για επαναδιαπραγμάτευση.
Το 2013, φαίνεται και πάλι πως κανένας δεν αντιλαμβάνεται το «momentum» και «αμέριμνοι» συνεχίζουν την πορεία προς τα βράχια. Υπάρχει πλέον διεθνής αναγνώριση πως το Πρόγραμμα δεν βγαίνει, πως είναι λάθος και πως οδηγεί όχι απλά στη βίαιη φτωχοποίηση της Ελληνικής κοινωνίας, αλλά σε ένα ιδιότυπο «σκλαβοπάζαρο», μια επιστροφή στην «δουλεία». Κάποιοι για ακατανόητους λόγους, που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, ισχυρίζονται πως μετά τις Γερμανικές εκλογές θα υπάρξει νέο κούρεμα χρέους (λες και ότι ένα απλό κούρεμα φτάνει, την στιγμή που τα δύο προηγούμενα όπως έγιναν κατέληξαν στο πρωτοφανές να αυξάνεται αντί να μειώνεται το χρέος).
Οι Η.Π.Α του Μπάρακ Ομπάμα, έδωσαν το στίγμα τους και κατέγραψαν την αντίθεση τους με τις αδιέξοδες πολιτικές λιτότητας. Στην Ιαπωνία, η «σούπερ» νεοφιλελεύθερη Κυβέρνηση του Σίνζο Άμπε, έχει στραφεί σε ένα «ορθόδοξο Κεϋνσιανισμό» για να στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη και την ανάπτυξη της χώρας και όλα αυτά τις ώρες που η Γερμανίδα Καγκελάριος οδεύει προς τις εκλογές χωρίς την παραμικρή αλλαγή πολιτικής και στάσης, έναντι της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη.
Οι Ευρωπαίοι «μουδιασμένοι» από την αποτυχία της πολιτικής σκληρής λιτότητας και των κοινωνικών εντάσεων που αυτή γεννά, αλλά και των συνολικότερων διεθνών ανακατατάξεων, φαίνεται πως ατύπως αφήνουν στην Ελληνική Κυβέρνηση ένα μικρό χρονικό διάστημα (τουλάχιστον μέχρι την Άνοιξη) χωρίς ισχυρές πιέσεις για άμεσα πρόσθετα μέτρα λιτότητας.
Είναι λοιπόν κρίσιμο αυτό το χρονικό διάστημα για αποφάσεις και επαναπροσανατολισμό της Ελληνικής πολιτικής. Και αυτό γιατί δίνεται μια ευκαιρία να τεθεί ουσιαστικά επί τάπητος και υπό τα νέα δεδομένα το αίτημα της επαναδιαπραγμάτευσης του Ελληνικού Προγράμματος. Τώρα όσο υπάρχει το «momentum» κάποιων εξελίξεων διεθνώς . Γιατί μετά τις Γερμανικές εκλογές δεν υπάρχουν ενδείξεις , ότι η κ. Μέρκελ που φαίνεται πιθανότερη νικήτρια, θα αλλάξει ριζικά την πολιτική της έναντι της Ελλάδας και συνολικότερα του Νότου της Ευρώπης.
Η Γερμανία μπαίνει σε ύφεση πρωτίστως λόγω της πολιτικής που η ίδια ακολούθησε στην Ευρωζώνη. Ήδη ενώ αναμένονταν αύξηση του ΑΕΠ για το τελευταίο τρίμηνο του 2012 ήλθε μείωση. Η ύφεση θα επιταθεί ακόμα περαιτέρω στην Γερμανία, λόγω του ότι στο Νότο πλέον δεν υπάρχουν χρήματα για να αγοραστούν και να καταναλωθούν Γερμανικά προϊόντα. Η αρχιτέκτονας της πολιτικής της σκληρής λιτότητας, δεν μπορεί να αυτοαναιρεθεί από την μια στιγμή στην άλλη, αλλάζοντας πολιτική γιατί θα υπονομεύσει και την παρουσία της εσωτερικά , αλλά και στις πιέσεις πέραν του Ατλαντικού. Η κ. Μέρκελ, όπως λένε αυτή που γνωρίζουν καλά τα πράγματα στη Γερμανία, έχει στα χέρια της Μνημόνια και όσα μέχρι τώρα έχει υιοθετήσει το «πειραματόζωο Ελλάδα». Θα πιέζει ασφυκτικά για πλήρη και ολοκληρωτική εφαρμογή και θα εντείνει τις απειλές της. Είναι σχεδόν μονόδρομος αυτή η πολιτική της για να διατηρήσει την ισχύ της στη Γερμανία.
Η Ελληνική πλευρά σε αυτή την συγκυρία μπορεί , αντί να σπρώχνει με συνεχή και αδιέξοδα μέτρα την κοινωνία στα όρια , να δημιουργήσει ατζέντα επαναδιαπραγμάτευσης άμεσα και να σχεδιάσει ένα Εθνικό Πρόγραμμα οικονομικής ανάκαμψης. Τα 3 συγκυβερνώντα κόμματα έχουν δεσμευτεί προεκλογικά για επαναδιαπραγμάτευση. Η Αξιωματική Αντιπολίτευση όχι μόνο το θέτει επιτακτικά , αλλά ο Αλέξης Τσίπρας με τα πρόσφατα ταξίδια του σε Γερμανία και Η.Π.Α (και πέρα από την κριτική που δέχεται εσωτερικά για ευνόητους λόγους), έχει ήδη θέσει κάποιους άξονες προς τον διεθνή παράγοντα.
Η ΔΗΜΑΡ, ως Κυβερνητικός Εταίρος, που όμως δεν έχει ψηφίσει κανένα Μνημόνιο και κανένα από τα σκληρά πακέτα μέτρων (όταν ήταν Αντιπολίτευση τα καταψήφισε , ενώ στο τελευταίο επισήμως δήλωσε παρών λόγω της άρνησης της να συναινέσει στα εργασιακά), έχει την δυνατότητα να ανοίξει εσωτερική συζήτηση στην Κυβέρνηση για καθορισμό ατζέντας επαναδιαπραγμάτευσης. Αν καθυστερήσει ή αδρανήσει θα εγκλωβιστεί και η ίδια αλλά και η Κυβέρνηση που όμως χρειάζεται την ΔΗΜΑΡ) σε νέα αδιέξοδα.
Το ΠΑΣΟΚ , παρά τα όσα είπε προεκλογικά και παρά τις όποιες κόκκινες γραμμές έθεσε στη διαπραγμάτευση για τα μέτρα, δείχνει να ακόμα να «ψάχνεται» και να περιμένει το Συνέδριο του για να δει τι θα κάνει παραπέρα , αν και ένα σοβαρό κομμάτι απ’ ότι έχει απομείνει από την εκλογική του βάση , με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ζητά αλλαγή πολιτικής.
Η Ν.Δ , ο μεγαλύτερος Κυβερνητικός εταίρος , δείχνει για την ώρα να αντέχει στην φθορά των μέτρων , αλλά το ερώτημα είναι για πόσο ακόμα; Και αυτό σε συνάρτηση με τις ίδιες τις δεσμεύσεις του Πρωθυπουργού για επαναδιαπραγμάτευση , αλλά και με την εκλογική της βάση να θέλει να χαλαρώσει ο βρόγχος της σκληρής και αδιέξοδης λιτότητας.
Το «momentum» της επαναδιαπραγμάτευσης υπάρχει και πάλι. Αυτό όμως που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι πως δεν θα είναι «εδώ για πάντα». Όπως επίσης πως οι αντοχές της κοινωνίας δεν διαρκούν αιώνια.