Ελάχιστοι, όπως φαίνεται από τις αντιδράσεις, ξαφνιάστηκαν με την κίνηση του ΓΑΠ, να ιδρύσει νέο κόμμα με τον τίτλο “Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών” και να λειτουργήσει, με παρόμοιο τρόπο όπως ο Ανδρέας απέναντι στην Ένωση Κέντρου, αποχωρώντας από ότι έχει απομείνει από το Κίνημα του πατέρα του. Γιατί φυσικά μοιάζει κωμικό να θεωρείται η δημιουργία του κινήματος του κ. Παπανδρέου, ως διάσπαση του κομματιδίου, όπως εξελίχθηκε το κυβερνητικό και απολιτίκ ΠΑΣΟΚ της τελευταίας διετίας.
Στην πραγματικότητα η διάλυση της Δημοκρατικής Παράταξης που εξέφραζε το ιστορικό κόμμα της μεταπολίτευσης, έχει επέλθει προ πολλού, είτε με τη μετακίνηση κορυφαίων στελεχών σε όμορους πολιτικά χώρους, είτε με την ιδιώτευση άλλων, είτε με την αποστασιοποίηση στην περίπτωση του πρώην πρωθυπουργού. Είναι πλέον βέβαιο πως η απόφαση να πάρει ο ΓΑΠ το ρίσκο και να κάνει τη φυγή προς τα εμπρός, είχε ληφθεί από καιρό και μόνο το μέλημα της σταθερότητας της χώρας είχε τρενάρει την κίνηση να εκδηλωθεί, κάτι που έγινε όταν με την προκήρυξη εκλογών εξέλιπαν οι λόγοι αναβολής της.
Εννοείται πως ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ασφυκτιούσε μέσα σε ένα κόμμα που αρνιόταν να υπερασπιστεί το δικό του αφήγημα για την κρίση ή στην καλύτερη περίπτωση το στήριζε κατά το ήμισυ με μισή καρδιά, για να μην πικράνει και τον μεγαλύτερο κυβερνητικό εταίρο, του οποίου έγινε άκριτος – όπως κατηγορείται από τους αντιπάλους του – υποστηρικτής. Ο ίδιος ο κ. Παπανδρέου με την παραμικρή δήλωση του ή παρέμβασή του με την οποία διαφοροποιείτο σε θέματα αρχής, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την κυβερνητική συνοχή όπως πάντα υπογράμμιζε, δεχόταν σκληρή και υβριστική πολλές φορές επίθεση, όχι τόσο από τους αντιπάλους, αλλά κυρίως από τους Ηρακλείς του αρχηγού του κόμματός του.
[quote text_size=”small”]
Στην πραγματικότητα, η ομάδα στελεχών γύρω από τον Ε. Βενιζέλο αμφισβητούσε την εκδοχή Παπανδρέου, που θέλει τον πρώην πρωθυπουργό να παραλαμβάνει από την κυβέρνηση Καραμανλή την βόμβα του χρέους που εξελίχθηκε άμεσα σε κρίση δανεισμού και έφερε ως φυσική συνέπεια το μνημόνιο και το ΔΝΤ. Και υιοθετούσε τη ρητορική των ιδεολογικών αντιπάλων, με υπονοούμενα σε θεωρίες συνομωσίας, που έδειχναν
περισσότερο έναν ιδιοτελή καιροσκοπισμό παρά μια παραταξιακή λογική επιβίωσης.
[/quote]
Το χορό των επιθέσεων τον συνέχιζαν τα πρώην φιλικά ΜΜΕ προς την Δημοκρατική Παράταξη, που και αυτά με τη σειρά τους, υπό το βάρος της δυσχερούς οικονομικής τους κατάστασης, άφηναν κατά μέρος τον παραταξιακό πατριωτισμό και έμπαιναν σε παιχνίδια προσωπικών εξυπηρετήσεων. Μάλιστα γνωστοί αρθρογράφοι που κάθε άλλο παρά έχουν πολιτική ή προσωπική σχέση με τον ΓΑΠ, εκδήλωναν την απορία τους για τη σφοδρότητα των επιθέσεων που εκδηλώνονταν εναντίον του, η οποία έφθανε σε σημείο κανιβαλισμού και έμοιαζε να κινείται και να καθοδηγείται από συγκεκριμένο κέντρο, που με βουλιμία επιδίωκε την με κάθε μέσο πολιτική του εξόντωση.
Παράλληλα η συγκυβέρνηση επιχειρούσε να υπονομεύσει έως καταργήσεως, τις ελάχιστες μεταρρυθμίσεις που είχε προλάβει να εφαρμόσει το σύντομο διάστημα που κυβέρνησε, όπως η διαύγεια, που έγινε βραχνάς για τους εραστές της αδιαφάνειας στο δημόσιο. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο πολιτικός ΓΑΠ, που είναι και φορέας ενός βαρέως πολιτικού ονόματος, είχε απλά δύο δρόμους να διαλέξει. Είτε την ανώδυνη ιδιώτευση, είτε την απόλυτη επαναφορά που εμπεριέχει απ’ τη μια μεγάλο ρίσκο, απ’ την άλλη την γοητεία της δικαίωσης έστω και σε μέλλοντα χρόνο. Εν κατακλείδι ο ΓΑΠ, θεωρεί ότι αδικήθηκε ιστορικά και ζητάει μια ακόμη ευκαιρία, αφήνοντας την απόφαση να την πάρει δημοκρατικά ο πολίτης.