Ήταν τελικά θέμα χρόνου να αρχίσει σταδιακά να επικρατεί η κοινή λογική, ακόμα και σε εκείνους που κόμιζαν γλαύκα εις Αθήνας χωρίς ωστόσο να έχουν δώσει στους χειμαζόμενους πολίτες, πειστικές και ώριμες απαντήσεις για τις πιθανές συνεργασίες τους, αλλά και τι σχέδια έχουν για την απομείωση του εφιαλτικού για το μέλλον όλων μας, χρέους. Γιατί μπορεί ο επίσημος λόγος της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να κινείται σε επίπεδα θριαμβολογίας για την πρωτιά του στις ευρωεκλογές, ωστόσο δεν είναι λίγα τα στελέχη του που είτε με δημόσια αρθρογραφία είτε μέσα στα όργανα του κόμματος εκφράζουν προβληματισμό για την επόμενη μέρα.
Και ο προβληματισμός έγκειται αφ’ ενός στην ανυπαρξία συμμάχων στο μετεκλογικό τοπίο, εάν φυσικά κατορθώσει να διατηρήσει την πρώτη θέση και στις εθνικές εκλογές όποτε κι αν αυτές γίνουν και αφ’ ετέρου στους τρόπους αντιμετώπισης ρεαλιστικά των σχέσεων με τους εταίρους και δανειστές. Σε ότι αφορά το δεύτερο, και παρά της ρητορικές κορώνες του Α. Τσίπρα περί «μερκελιστών» και ενδοτικών, παρατηρούνται, -στη γνωστή πεπατημένη της διγλωσσίας του πολιτικού συστήματος, άλλα δηλαδή να λέμε στο εξωτερικό και εκείνα που θέλουν να ακούσουν στους ιθαγενείς-, κινήσεις προσέγγισης του διευθυντηρίου της ΕΕ, όπως η πρόσφατη συνάντηση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τον κεντρικό ευρωπαίο τραπεζίτη Μάριο Ντράγκι.
[quote text_size=”small”]
Στο πρώτο όμως θέμα τα πράγματα διαμορφώνονται ιδιαιτέρως δυσοίωνα για την κυβερνητική προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ, με δεδομένο πως όλες οι εκτιμήσεις τον φέρουν να έχει «πιάσει οροφή» στα ποσοστά του, να έχει ελαφρά μάλιστα υποχώρηση σε ψήφους συγκριτικά με τις εθνικές εκλογές, και η νίκη του να οφείλεται κυρίως στην σημαντική, αλλά δικαιολογημένη από τη συγκυρία πτώση, των συγκυβερνώντων κομμάτων.
[/quote]
Αν συνυπολογίσουμε την κατάρρευση των ΑΝΕΛ, και την εξαφάνιση της ΔΗΜΑΡ, καθώς και τις εχθρικές σχέσεις με ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ, μπορεί μια ανάλογη νίκη στις εθνικές εκλογές, να αποδειχθεί μπούμερανγκ και να σημάνει την αρχή του τέλους του ετερόκλητου συνασπισμού συνιστωσών. Η μοναδική εξ άλλου ιστορική περίοδος που οι αριστερές ιδέες ηγεμόνευσαν και εν πολλοίς έγιναν απόπειρες κυβερνητικής εφαρμογής τους ήταν με το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου όταν στις τάξεις του είχαν προσχωρήσει εμβληματικές μορφές της αριστεράς όπως ο Μανόλης Γλέζος και ο Μάρκος Βαφειάδης.
Όμως το σήμερα δεν έχει καμία σχέση με την μεταχουντική περίοδο, ούτε φυσικά ο Α. Τσίπρας έχει σχέση με τον Α. Παπανδρέου ούτε και η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ στους μαζικούς χώρους συγκρίνεται με την τότε σαρωτική επικράτηση του κινηματικού ΠΑΣΟΚ. Αυτοί είναι οι βασικοί λόγοι που προκαλούν σκεπτικισμό στα σοβαρά στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σε αυτό το κλίμα εντάσσεται και η παρέμβαση των 53 στελεχών, ανάμεσά τους και δέκα βουλευτές που ασκούν σκληρή κριτική στην ηγεσία, και ζητούν αριστερή και ριζοσπαστική στροφή στο κόμμα. Μάλιστα η ένταση αυτή τη φορά δεν προέρχεται από την «Αριστερή Πλατφόρμα» του Π. Λαφαζάνη, αλλά από την «Αριστερή Ενότητα» που είναι η συνιστώσα του ιδίου του Α. Τσίπρα. Προφανώς κάποιοι αντιλήφθησαν πως ανοίγματα δεν γίνονται χωρίς να υπάρξουν αλλοιώσεις στη φυσιογνωμία του κόμματος και ζητούν επιστροφή στις ρίζες. Άλλοι διαβλέπουν το πιθανότατο μετεκλογικό αδιέξοδο και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Να βρεθούν δηλαδή με μια νίκη στα χέρια και τελικά να μην μπορούν να τη διαχειριστούν.