Σκηνικό πρόωρων εκλογών σε συνθήκες ακραίας πολιτικής πόλωσης στο εσωτερικό και ανοικτής σύγκρουσης με τους Ευρωπαίους εταίρους φαίνεται να στήνει ο Αλέξης Τσίπρας, επιλέγοντας τελικώς την επιλογή (από τις τρεις που έχει στο τραπέζι εδώ και ενάμισι μήνα) του εκλογικού αιφνιδιασμού ή (κατά άλλους) της “ηρωικής εξόδου”.
Το επικείμενο αδιέξοδο
Ο ξεσηκωμός διαφόρων κοινωνικών ομάδων (αγρότες, επιστήμονες, ελεύθερους επαγγελματίες), το αδιέξοδο της αξιολόγησης με τους δανειστές με τη συναφή κρίση ρευστότητας στην αγορά και η ωρολογιακή βόμβα του Προσφυγικού, δημιουργούν συνθήκες χάους στη χώρα που υπερβαίνουν τις δυνατότητες διαχείρισης από την κυβέρνηση. Χάος που θα ενταθεί όταν την ερχόμενη βδομάδα η χώρα τεθεί εκτός συνθήκης Σένγκεν – σενάριο που ήδη αρκετοί προεξοφλούν…
Παράγοντες της οικονομίας (επιχειρήσεις, τράπεζες κοκ) αναγνωρίζουν πλέον ότι ο Αλέξης Τσίπρας αδυνατεί (για άλλους ίσως και δεν θέλει πλέον) να κυβερνήσει. Την ίδια στιγμή ξένες πρεσβείες στην Ελλάδα συμπεραίνουν ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να εξασφαλίσει την πολιτική σταθερότητα και την κοινωνική συνοχή που είχε υποσχεθεί (και εγγυηθεί) στους ξένους ηγέτες ο Αλέξης Τσίπρας, όταν τον περασμένο Σεπτέμβριο τους έπειθε να συναινέσουν στη δεύτερη προσφυγή στις κάλπες, προκειμένου (υποτίθεται) να απαλλαγεί από τα αριστερά βαρίδια (Λαφαζάνη, Βαρουφάκη, Κωνσταντοπούλου) και να εφαρμόσει απρόσκοπτα το 3ο Μνημόνιο που ίδιος συμφώνησε και έτυχε, στο μεταξύ, ευρείας πολιτικής στήριξης των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Η αδυναμία (ή απροθυμία) διακυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα παράλληλα με την απώλεια εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας από τους διεθνείς συνομιλητές του, τον οδηγεί αναγκαστικά στην υιοθέτηση μιας τακτικής που γνωρίζει καλά και μέχρι στιγμής έχει αποδώσει καρπούς. Δηλαδή, της τυφλής πολιτικής αντιπαράθεσης, της μεταφοράς ευθυνών σε υπαρκτούς ή ανύπαρκτους εχθρούς, της ρητορείας περί πολιτικής αποσταθεροποίησης από κέντρα και παράκεντρα εξουσίας που απεργάζονται την πτώση της κυβέρνησης.
Blame game το προεκλογικό αφήγημα
Έτσι το νέο (προεκλογικό) αφήγημα φιλοτεχνείται σε δυο σκέλη:
Το πρώτο σκέλος θέλει την κυβέρνηση να κατηγορεί (blame game) τους Ευρωπαίους ότι δεν τηρούν τα συμφωνηθέντα του περασμένου Σεπτεμβρίου στο επίπεδο της αξιολόγησης και τα πρόσφατα στο επίπεδο του Προσφυγικού.
Για τη μεν αξιολόγηση η κυβέρνηση αναδεικνύει τις διχογνωμίες ΔΝΤ και ΕΕ αναφορικά με την “έγκαιρα υποβληθείσα ελληνική πρόταση”. Προφανώς, υποτιμάται ότι τα νούμερα της ελληνικής πρότασης δεν βγαίνουν, όπως υποτιμάται και η ανεπάρκεια της ελληνικής πλευράς να διαπραγματευτεί με το κουαρτέτο και να πείσει για την ορθότητα των προτάσεων της. Έτσι η διαπραγμάτευση διεξάγεται με όρους blame game που σκοπό έχουν την επικοινωνία και όχι την ουσία. Και η ουσία είναι πως η αξιολόγηση έπρεπε να είχε κλείσει από τον περασμένο Οκτώβριο. Κι όπως αντ αυτού η κυβέρνηση κωλυσιεργεί, σε ένα θλιβερό ριμέικ της περσινής χρονιάς με τα γνωστά αποτελέσματα.
Για το δε Προσφυγικό η κυβέρνηση αναδεικνύει την εκτός πλαισίου κοινών ευρωπαϊκών αρχών και κανόνων, πρωτοβουλία της Αυστρίας και των άλλων βαλκανικών χωρών να κλείσουν τα σύνορα στο μεταναστευτικό ρεύμα που έρχεται από την Ελλάδα ή νωρίτερα στην άρνηση τους να χρηματοδοτήσουν τη χώρα ή να δείξουν μια κάποια ελαστικότητα στην αξιολόγηση. Εξαρχής η διασύνδεση του δυο θεμάτων ενείχε ρίσκα τα οποία είχαν επισημανθεί. Από την άλλη η κυβέρνηση προφανώς, υποκρύπτει τις δικές της ευθύνες με το άνοιγμα των συνόρων (για λόγους ανθρωπισμού και όχι μόνο…) που προκάλεσε το μαζικό ρεύμα μετανάστευσης, αλλά και τη αδυναμία (ή απροθυμία) φύλαξης των συνόρων και της εθνικής ακεραιότητας, όπως επιβάλλει το καθήκον της ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Αμύνης και των Ενόπλων Δυνάμεων!
Το δεύτερο σκέλος του αφηγήματος θέλει την κυβέρνηση να βάλλεται από τη διαπλοκή. Οι εύλογες αντιδράσεις για το νομοσχέδιο που (απο)ρυθμίζει το τηλεοπτικό τοπίο, η αποκάλυψη του κυκλώματος δημοσιογράφων/εκβιαστών και η υπόθεση της ποινικής δίωξης του Σταύρου Ψυχάρη, συνιστούν ψηφίδες της ίδιας τακτικής που εμφανίζει την κυβέρνηση της “πρώτης φοράς Αριστερά” να δίνει την ηθική (και όχι μόνο) μάχη κατά του παλαιού συστήματος διαφθοράς.
Στόχος η διατήρηση του πολιτικού κεφαλαίου Τσίπρα
Με αυτή τη στρατηγική ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται να προσέρχεται άμεσα σε νέα εκλογική αναμέτρηση, όσο ακόμα διατηρείται το πολιτικό του κεφάλαιο και όσο ακόμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ανέτοιμος (τώρα είναι σε εξέλιξη οι διαδικασίες του Συνεδρίου) και η ΝΔ δεν έχει αναπτύξει δυναμική αυτοδυναμίας. Άλλωστε ακόμα γοητεύει νέους ψηφοφόρους με τον “επαναστατικό” του λόγο και ασκεί επιρροή σε φοβισμένους δημοσίους υπαλλήλους που τρομάζουν στην ιδέα της αξιολόγησης και της αξιοκρατίας στο Δημόσιο.
Στόχος του Αλέξη Τσίπρα είναι να συγκρατήσει όσες δυνάμεις του έχουν απομείνει, ώστε αν χάσει, να χάσει με μικρή διαφορά και την επομένη των εκλογών να έχει ένα πρωταγωνιστικό ρόλο ρυθμιστή. Σε αντίθεση περίπτωση που παραμείνει στην εξουσία και διαχειριστεί ανεπιτυχώς όσα ακολουθούν, η πολιτική του επιβίωση δεν είναι διασφαλισμένη…
Η παράκαμψη των τριών εισηγήσεων
Για αυτούς του λόγους φαίνεται να παρακάμπτει και τις τρεις άλλες εισηγήσεις για την αποφυγή των εκλογών.
“Παραλογισμός” οι εκλογές
Σύμφωνα με την πρώτη εισήγηση – την οποία μεταξύ άλλων ενστερνίζεται ο Δημήτρης Παπαδημούλης, ο οποίος προσφάτως απέρριψε ως “παραλογισμό” τις εκλογές – η κυβέρνηση έπρεπε να κλείσει το ταχύτερο την αξιολόγηση προσβλέποντας σε πολιτικά οφέλη από την ανάκαμψη της οικονομίας το δεύτερο εξάμηνο του 2016, καθώς στο μεταξύ η Ελλάδα θα έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης του Μάριο Ντράγκι, θα έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των ξένων αγορών και θα ξεκινά η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους. Οι εισηγητές αυτές της επιλογής βρίσκονται στην ίδια γραμμή με τον Διοικητή της Τραπέζης Ελλάδας, Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος σε δραματικούς τόνους επανέλαβε χθες την άμεση ανάγκη να επέλθει συμφωνία με τους εταίρους.
Προφανώς, ο Αλέξης Τσίπρας δεν φαίνεται να πιστεύει στις πολιτικές προοπτικές αυτής της επιλογής (η οποία, σημειωτέον, προϋποθέτει σκληρή δουλειά και ικανότητες διακυβέρνησης). Πρώτον διότι υπάρχει το πρόβλημα του προσφυγικού το οποίο θα περιορίσει το τουριστικό ρεύμα προς την Ελλάδα σε ποσοστό άνω του 50% (όπως δείχνει η τάση των κρατήσεων) σε σχέση με την περσινή χρονιά. Δεύτερον, διότι υποψιάζεται ότι η κρίση στην Ευρωζώνη θα ενταθεί με τη Γερμανία να βρίσκεται στο στόχαστρο των ΗΠΑ. Τρίτον, διότι επίκειται γεωπολιτικό ξεκαθάρισμα στην ευρύτερη περιοχή με το ενδεχόμενο μιας περιφερειακής σύγκρουσης να είναι περισσότερο από ορατό. Τέταρτον, διότι δεν πιστεύει στην αποτελεσματικότητα του προγράμματος που συμφώνησε (ή μάλλον κατά τον ίδιο τού επιβλήθηκε) από τους εταίρους. Πέμπτον, διότι θα ήταν προτιμότερο να αφήσει σε κάποιον άλλον να κάνει τη “βρώμικη δουλειά”…
Κυβέρνηση ειδικού σκοπού με πρωθυπουργό Κουβέλη
Σύμφωνα με τη δεύτερη εισήγηση ο Αλέξης Τσίπρας θα έπρεπε να εξετάσει το ενδεχόμενο δημιουργίας κυβέρνησης ειδικού σκοπού προσβλέποντας στη στήριξη των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, πέραν της ΝΔ. Προφανώς, ο Πρωθυπουργός δεν είναι αφελής να πιστεύει ότι μπορεί να εξασφαλίσει μια τέτοια στήριξη χωρίς ανταλλάγματα. Και πως βεβαίως μια τέτοια προοπτική δεν θα ήταν πιθανή με τον ίδιο να παραμένει στη θέση του…
Σύμφωνα με πληροφορίες στο τραπέζι έπεσε η ιδέα να προτείνει ως πρωθυπουργό μιας τέτοιας κυβέρνησης τον Φώτη Κουβέλη με τον οποίο και ο Αλέξης Τσίπρας συναντήθηκε προ ημερών. Όμως, οι πρώτες διερευνητικές συζητήσεις έδειξαν πως μια τέτοια ιδέα δεν θα περπατούσε και εγκαταλείφθηκε.
Οικουμενική κυβέρνηση με τεχνοκράτη πρωθυπουργό
Σε ό,τι δε αφορά στη σύσταση οικουμενικής με τεχνοκράτη πρωθυπουργό (πρόταση που προωθεί για ιδιοτελείς πολιτικούς λόγους ο Βασίλης Λεβέντης) είναι μια επιλογή που δεν προχωρά από τη στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης την απορρίπτουν κατηγορηματικά. Άλλωστε η κοινή λογική λέει πως σε μια τέτοια περίπτωση το ρόλο της αντιπολίτευσης θα είχαν η Χρυσή Αυγή και το ΚΚΕ, την ίδια στιγμή το ιδεολογικο-πολιτικό χάσμα ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ και το έλλειμμα εμπιστοσύνης ανάμεσα σε Τσίπρα-Μητσοτάκη θα παρεμπόδιζαν ουσιαστικά το έργο της κυβέρνησης και ενός τεχνοκράτη πρωθυπουργού – η ύπαρξη του οποίου, ωστόσο, αγνοείται…
Δίλημμα στρατηγικής για τον Κυριάκο Μητσοτάκη
Με την εμφανή, πλέον, στρατηγική Τσίπρα να προσφύγει εκ νέου στις κάλπες επιχειρώντας ηρωική έξοδο ή/και μεταβίβαση της καυτής πατάτας στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο πρόεδρος της ΝΔ αντιμετωπίζει ένα δίλημμα στρατηγικής.
Να αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν αναλαμβάνοντας πρόωρα τη δύσκολη αποστολή να βγάλει εκείνος τα κάστανα από τη φωτιά με το όποιο πολιτικό ρίσκο μιας τέτοιας επιλογής που μοιραία θα ενεργοποιήσει το σενάριο της δεξιάς παρένθεσης. Ή να παρέμβει στις εξελίξεις ανατρέποντας (ή αποτρέποντας) τα σχέδια του Αλέξη Τσίπρα.
Πρόταση μομφής
Προς αυτή την κατεύθυνση, σημαίνων στέλεχος της παράταξης τού προέβαλε ως τη μόνη λύση αντιμετώπισης του εκλογικού αιφνιδιασμού Τσίπρα, την υποβολή πρότασης μομφής στην κυβέρνησης. Το σκεπτικό αυτής της πρότασης είναι πως θα ανάγκαζε τον Τσίπρα να συσπειρώσει τη συμπολίτευση καθώς δεν θα είχε άλλη επιλογή από το να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από τους βουλευτές του. Στην πιθανή περίπτωση που θα την εξασφάλιζε θα ήταν υποχρεωμένος να κυβερνήσει για άλλους έξι μήνες, αναλαμβάνοντας πλήρως την ευθύνη της διακυβέρνησης που του έδωσε η νωπή λαϊκή εντολή του περασμένου Σεπτεμβρίου και την οποία ευθύνη τώρα θέλει να μεταβιβάσει σε άλλους… Ως ισχυρό αντεπιχείρημα στην πρόταση αυτή, συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη προβάλλουν πως κάτι τέτοιο θα έδινε την εντύπωση πως αποφεύγει την αναμέτρηση και την ανάληψη των πολιτικών του ευθυνών την ώρα που η πατρίδα τον καλεί…
Το ερώτημα λοιπόν είναι τι θέλει ή τι είναι έτοιμος να κάνει ετούτη την ώρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, του οποίου η ανάδειξη στην προεδρία της ΝΔ δημιούργησε – τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό – την αίσθηση ή/και προσδοκία ύπαρξης εναλλακτικής λύσης διακυβέρνησης της χώρας…