Δεν θα ήταν λογικό, ούτε πολύ περισσότερο, χρήσιμο για τη λειτουργία της Δημοκρατίας μας, αν ο Αλέξης Τσίπρας αποδέχονταν τη συμμετοχή τού ΣΥΡΙΖΑ σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, η οποία θα εφάρμοζε ένα οικονομικό πρόγραμμα που σχεδίασαν και επέβαλλαν οι ξένοι δανειστές και το οποίο σε γενικές γραμμές απέρριψαν οι Έλληνες πολίτες την 6η Μαΐου.
Λογικό γιατί θα ισοδυναμούσε με πολιτική αυτοκτονία, αν ο Αλέξης Τσίπρας έκανε στροφή 180ο από την προεκλογική του θέση. Είναι στοιχειώδες ζήτημα πολιτικής αξιοπιστίας έναντι των ψηφοφόρων του, οι οποίοι δια της ψήφου τους, έδωσαν εντολή στο ΣΥΡΙΖΑ να καταγγείλει το Μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση. Ανεξαρτήτως της ορθότητας της συγκεκριμένης θέσης, ανεξαρτήτως αν συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος με τη συγκεκριμένη πολιτική στάση, δεν παύει να είναι μια πολιτική στάση, η οποία εν προκειμένω και επιπλέον, κάθε άλλο παρά μειοψηφική είναι. Διότι, το Μνημόνιο απορρίφθηκε από την πλειονότητα των Ελλήνων πολιτών. Αυτό, είτε το θέλουμε, είτε όχι, είναι ένα γεγονός αδιαμφισβήτητο. Μια πραγματικότητα. Ιδού λοιπόν οι πρόνοιες της Δημοκρατίας για τα κόμματα που πιστεύουν στην αναγκαιότητα του Μνημονίου να πείσουν τους πολίτες πως είναι η εφαρμογή του προγράμματος που θα δώσει διέξοδο στο αδιέξοδο για να το υπερψηφίσουν στις επόμενες εκλογές…
Δεν θα ήταν λοιπόν, καθόλου χρήσιμο για τη Δημοκρατία αν ο Αλέξης Τσίπρας προχωρούσε στην κυβίστηση που ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΔΗΜΑΡ του υποδείκνυαν. Διότι τότε οι πολίτες θα έχαναν και τα έσχατα ψιχία αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος. Δεν θα ήταν χρήσιμο για τη Δημοκρατία αν παραβιάζονταν η βασική αρχή του κοινοβουλευτισμού που θέλει απέναντι σε μια κυβέρνηση να υπάρχει μια ισχυρή αντιπολίτευση. Και δεν θα ήταν καθόλου χρήσιμο για την ελληνική Δημοκρατία αν το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης διαδραμάτιζαν τα κόμματα των άκρων. Εξ αριστερών το ΚΚΕ και εκ δεξιών, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και η Χρυσή Αυγή.
Αν η στάση του Αλέξη Τσίπρα συνιστά «μικροκομματικό υπολογισμό» σε βάρος του συμφέροντος της χώρας (το οποίο ο καθένας το αντιλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο…), κατά τον ίδιο τρόπο συνιστά και σεβασμό σε όσους τον τίμησαν με την ψήφο τους. Και η συνέπεια (προεκλογικών) λόγων και (μετεκλογικών) πράξεων, είναι ένα κριτήριο αξιοπιστίας που καθορίζει μια συγκεκριμένη επιλογή.
Το άλλο κριτήριο επιλογής είναι η ορθότητα μιας πολιτικής θέσης, η οποία προσδιορίζεται από το πολιτικό ερώτημα που τίθεται. Κι αυτό στη νέα προεκλογική περίοδο που ξεκινά δεν είναι ευρώ ή δραχμή. Αλλά Μνημόνιο ή κάτι άλλο, αλλά εντός του ευρώ. Εκτός κι αν το πραγματικό ερώτημα είναι Μνημόνιο ή δραχμή. Οπότε αλλάζει…