Ο Ανδρέας Λοβέρδος δεν είπε τίποτα περισσότερο από το αυτονόητο, πως δηλαδή “όποιος πιστεύει ότι μπορεί να ασκήσει πολιτικές χωρίς να νικήσει το Ελληνικό Δημόσιο, αυταπατάται”.
Και δεν είπε κάτι που πολλοί Έλληνες δεν έχουν σκεφτεί πως “το ένα εκατομμύριο δημοσίων υπαλλήλων που ταλαιπωρούν δέκα εκατομμύρια πολίτες με τη βεβαιότητα ότι ο δημόσιος τομέας είναι ισόβιος, μας έφτασε εδώ που μας έφτασε”.
Σαφώς υπάρχει και αντίλογος. Από τη στήλη αυτή έχουμε κατ’ επανάληψη εκφράσει βάσιμες επιφυλάξεις για τη δυνατότητα του Δημοσίου να ασκήσει μια πραγματική μεταρρυθμιστική πολιτική (με ή χωρίς εισαγωγικά). Για αυτό και ό,τι αποφασίζεται απλά δεν εφαρμόζεται. Ο κρατικός μηχανισμός είναι παντελώς ανεπαρκής να φέρει σε πέρας στοιχειώδεις λειτουργίες, όχι να υλοποιήσει όσα δεν υλοποιήθηκαν τριάντα χρόνια τώρα. Συνεπώς, ο Λοβέρδος έχει δίκιο, ασχέτως αν παραβιάζει ανοικτές θύρες…
Τι πρέπει να γίνει; Κάποιοι θα προχωρούσαν πέραν της “εργασιακής εφεδρείας” που προτείνει κυβέρνηση και Λοβέρδος και θα υποστήριζαν σθεναρά μια πολιτική μαζικών απολύσεων στο Δημόσιο. Είναι εξηγήσιμο. Όταν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα εισέρχονται σε ένα εργασιακό Μεσαίωνα, σχεδόν απροστάτευτοι από νόμους που γκρεμίζουν εργασιακά δικαιώματα και με μόνιμη τη δαμόκλειο σπάθη της απόλυσης πάνω στα κεφάλια τους, το καθεστώς “ασυλίας” και …ισοβιότητας των δημοσίων υπαλλήλων, μοιραία, προκαλεί και ευλόγως δημιουργεί την αίσθηση εργαζομένων δυο ταχυτήτων.
Αυτά για το τι συμβαίνει. Υπάρχει όμως και το γιατί συνέβη. Κι εδώ την εξήγηση έδωσε ο ίδιος ο υπουργός με αρκετή δόση αυτοκριτικής διάθεσης. Αναγνώρισε ότι είναι το πελατειακό κράτος που δημιούργησε την κατάσταση. Δηλαδή, οι ίδιοι οι πολιτικοί που με αντάλλαγμα την ψήφο και το σταυρό, διόρισαν ρουσφετολογικά δημοσίους υπαλλήλους, που υπερδιόγκωσαν το Δημόσιο, που κατάργησαν διοικητική ιεραρχία και αυτονομία. Άλλωστε πάντα, κάθε είδους συναλλαγή προϋποθέτει την ύπαρξη – άρα και ευθύνη – δυο μερών.
Σε μια εποχή που αλλάζει δραματικά, η ευθύνη επιμερίζεται εξίσου και αμφότερες των πλευρών καλούνται να πληρώσουν το τίμημα που τους αναλογεί. Ο Ανδρέας Λοβέρδος αναγνωρίζει τον κίνδυνο να πληρώσει για επιλογές άλλων και σπεύδει έγκαιρα να μετριάσει το κόστος της νέας του ιδιότητας, ως πολιτικός. Άλλωστε, η πρωτιά του σε ψήφους στην αχανή εκλογική περιφέρεια, της Β’ Αθηνών που εκλέγεται, ελάχιστα οφείλεται στις ψήφους των “πελατών” του δικομματισμού. Κατά συνέπεια έχει κάθε λόγο να υπερασπίζεται τα συμφέροντα όσων τον στήριξαν με την ψήφο τους και – δικαίως ή αδίκως – αισθάνονται να πληρώνουν ακέραιο το κόστος ενός υπερτροφικού κράτους για την δημιουργία ή ύπαρξη του οποίου ουδεμία ευθύνη φέρουν.