Πολλοί νομίζουν ότι το παγκόσμιο δίκτυο των off-shore εταιρειών, στους περίφημους φορολογικούς παραδείσους, είναι η πιο δηλητηριώδης αράχνη που απλώνει τον ιστό της πάνω από την διεθνή οικονομία. Άλλοι πάλι θεωρούν τα παράγωγα, από μόνα τους, ως αιτία του κακού.
Υπάρχει όμως ένας άλλος επικίνδυνος ιστός, που έχει εδώ και πολλά χρόνια απλωθεί μεθοδικά πάνω από τις αγορές, τις οικονομίες, τις κοινωνίες: είναι η σκιώδης τραπεζική (shadow banking).
Το παγκόσμιο Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Financial Stability Board – FSB) όρισε πρόσφατα ως σκιώδες τραπεζικό σύστημα «το σύστημα πιστωτικής διαμεσολάβησης που περιλαμβάνει οντότητες και δραστηριότητες εκτός του κανονικού τραπεζικού συστήματος». (http://www.financialstabilityboard.org/ )
Ο ορισμός περιλαμβάνει εκείνους τους ‘φορείς’ που λειτουργούν εκτός του κανονικού τραπεζικού συστήματος και ασκούν δραστηριότητες που έχουν κυρίως δύο χαρακτηριστικά: την μεταβίβαση πιστωτικού κινδύνου και την χρησιμοποίηση άμεσης ή έμμεσης χρηματοοικονομικής μόχλευσης.
Στον ευρύτερο θεωρητικό ορισμό περιλαμβάνονται και άλλα χαρακτηριστικά αυτών των φορέων, με σημαντικότερο αυτό της ‘αποδοχής χρηματοδότησης’.Μια πρόσφατη μελέτη των 11 μεγαλύτερων εθνικών συστημάτων σκιώδους τραπεζικής, έδειξε συναλλαγές ύψους 51 τρις $ (http://www.ft.com /cms/s/0/39c6a414-00b9-11e1-930b 00144feabdc0.html#axzz1zNL3SjGW).
Ποιοι είναι όμως αυτοί οι φορείς και πώς επηρεάζουν την καθημερινότητα μας; Πάλι με βάση τους ορισμούς του FSB, το shadow banking ασκείται από ‘οντότητες ειδικού σκοπού΄’ που ασκούν δραστηριότητες μετατροπής της ρευστότητας ή/και της λήξης περιόδων χρηματοδότησης. Πίσω από την φράση ‘οντότητες’ κρύβονται στην ουσία εκείνοι οι ισχυροί μηχανισμοί των αγορών, τα κρυφά πιόνια των μεγάλων παιχτών είτε στα θεσμικά είτε στα εξωθεσμικά χρηματιστήρια αξιών.
Διότι σήμερα, τόσο οι αρύθμιστες αγορές παραγώγων και ασφαλίστρων κινδύνου όσο και οι αγορές ανταλλαγής επιτοκίων και κινδύνου, με ακρωνύμια που στοιχειώνουν πλέον την καθημερινότητα μας (πχ, cds, swaps), καταλαμβάνουν τον μεγάλο όγκο της παγκόσμιας συναλλακτικής δραστηριότητας στις αγορές χρήματος.
Στην σκιώδη τραπεζική υπάγονται και όλα εκείνα τα αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς, ευάλωτα σε μαζικές εξαγορές (πχ, bond/equities funds, hedge funds, sovereign wealth funds , κ.α). Μιλάμε επίσης για οχήματα τιτλοποίησης χρέους και πλούτου, όπως τα ειδικά επενδυτικά οχήματα ειδικού τύπου και σκοπού (SIVs, SPVs ) και για τα σύγχρονα επενδυτικά κεφάλαια των διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων (Exchange Traded Funds/Products – ETFs/ETPs). Όλα μπορούν να μοχλεύονται ή/και να παρέχουν προσωρινές πιστώσεις στις αγορές. Ειδικά στα τελευταία προϊόντα (ETPs) oι θεσμικοί επενδυτές, κυρίως οι διαχειριστές σε τράπεζες, διοχετεύουν απίστευτα κεφάλαια.
Πρόκειται για καλάθια ενεργητικού, που προσπαθούν να αποφύγουν την χρηματιστηριακή μεταβλητότητα την οποία προκαλούν οι γενικότεροι φόβοι για την παγκόσμια οικονομία. Θεωρείται ότι προσφέρουν μια ‘σχετική σταθερότητα’ και τακτικές αποδόσεις, αφού υποτίθεται ότι οι θεσμικοί επενδυτές εξετάζουν πλέον σοβαρά τα πλεονεκτήματα των ‘παθητικών επενδύσεων’, μέσω μιας σειράς επιλεγμένων εργαλείων, σε σύγκριση με την χρήση ενεργητικής διαχείρισης.
Αυτό όμως που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του shadow banking σήμερα, είναι η εμπλοκή του με τον ‘κρατικό καπιταλισμό’. Στο άρθρο του ‘Οι αόρατοι κυρίαρχοι των αγορών’, ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος, (www. andrianopoulos. gr) αναλύει έξοχα το φαινόμενο, παραπέμποντας στο βιβλίο του Εric J. Weiner, «The Shadow Market: How Sovereign Wealth Funds Secretly Dominate the Global Economy-New York: Simon & Schuster, 2010».
Κομβικές -για την κατανόηση του φαινομένου shadow banking- είναι εκείνες οι δραστηριότητες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικές πηγές χρηματοδότησης και των μη τραπεζικών ιδρυμάτων. Οι δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνουν τόσο την τιτλοποίηση, όσο και τον δανεισμό τίτλων, και τις πράξεις επαναγοράς («repos»).
Η δημιουργία αυτής της αρύθμιστης μεν, αλλά τεράστιας δεξαμενής ρευστότητας και μόχλευσης, είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της μείωσης του περιθωρίου κέρδους στα ίδια κεφάλαια, του κλασικού τραπεζικού κλάδου, ιδιαίτερα μετά την κατάργηση περιορισμών σε επιτόκια και όρια δανεισμού από την δεκαετία του ’80, σε ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία.
Σήμερα όμως, ακόμα και τα περίφημα κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds) βρίσκονται σε δυσχερή θέση. Η πτώση των αποδόσεων έχει περιορίσει τα ενεργητικά διαχείρισης, οπότε η ψυχολογία των μεγάλων και μικρών μεριδιούχων δεν αποτυπώνεται σε νέες εισροές, αλλά σε βεβιασμένες μαζικές εκροές.
Συμπερασματικά, καταλήγω λέγοντας ότι τα όρια μεταξύ σκιώδους και θεσμικής τραπεζικής, γίνονται πλέον όλο και πιο δυσδιάκριτα. Οι ανάγκες ρευστότητας κρατών, εταιρειών και –κυρίως- των τραπεζών, έχουν μπλεχτεί στα δίχτυα μιας αλληλεξαρτώμενης σχέσης πιστώσεων-επενδύσεων.
Αυτή η σχέση είναι που διαμορφώνει τα ενεργητικά μόχλευσης και τις αξίες ενεχυρίασης και τελικά αυτοί οι συντελεστές είναι που καθορίζουν το πιο κρίσιμο κομμάτι της οικονομίας: την ρευστότητα