Θα ήταν παράλογο, εν μέσω τόσο έντονης δημοσιονομικής κρίσεως, να ισχυρισθούμε ότι οι προσπάθειες της κυβερνήσεως για περικοπή δαπανών είναι λάθος. Προφανώς, αυτό ισχύει για όλα τα πεδία κυβερνητικής πολιτικής, τα οποία επηρρεάζουν την δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Συνεπώς αυτό ισχύει και για την προσπάθεια που καταβάλλει το Υπουργείο Παιδείας στο χώρο της Τριτοβαθμίου (Ανωτάτης) Εκπαιδεύσεως. Είναι αλήθεια ότι ο χώρος αυτός -χαρακτηριστική περίπτωση κρατικοδίαιτου συστήματος, διαπλοκής και νεποτισμού- υπήρξε πεδίο μεγάλης σπατάλης δημοσίου χρήματος. Για το θέμα αυτό έχουν γραφθεί πολλά, ενώ, έχουν υπάρξει ακόμη και καταδίκες.
Όμως, είναι ακόμη μεγαλύτερο λάθος να μπαίνουν όλοι στο ίδιο τσουβάλι και να επικρατεί μια αδικαιολόγητη ισοπέδωση! Όπως χωρίς κριτήρια και προγραμματισμό ιδρύθηκαν πολλές άχρηστες εκπαιδευτικές μονάδες, με τον ίδιο τρόπο, χωρίς σχεδιασμό και οικονομοτεχνική αξιολόγηση, γίνεται τώρα μια προσπάθεια περιστολής δαπανών!!! Και στις δύο περιόδους τα κριτήρια είναι ίδια: αντί τεκμηριωμένου σχεδιασμού, αυθαίρετες αποφάσεις με κριτήρια τα μικροπολιτικά συμφέροντα ή την εξυπηρέτηση της διαπλοκής. Η ίδια ιστορία, η ίδια λογική από τότε που ιδρύθηκε το κράτος μας: αντί πολιτικής, κοτζαμπασιδισμός, θέλουμε σας δίνουμε, θέλουμε σας τα παίρνουμε… και πάντοτε με ξένα κόλλυβα κάνουμε κηδεία!!!
Όμως, δεν γράφω για να καταγγείλω, αλλά, για να προτείνω. Μάλιστα, δεν θα παρουσιάσω δική μου πρόταση, αλλά, την ιδέα του προέδρου του Επιμελητηρίου ενός εκ των νησιών που χάνουν τμήμα Τ.Ε.Ι. Παρά τα πολύ σημαντικά ιστορικά-πολιτισμικά κριτήρια που επιβάλλουν την ύπαρξη του συγκεκριμένου ιδρύματος, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου προβάλλει πολύ πειστικότερα επιχειρήματα προκειμένου να υποστηρίξει την διατήρηση και περαιτέρω ανάπτυξή του.
Συγκεκριμένως: το κόστος ανα φοιτητή του τμήματος αυτού ανέρχεται -με βάση τα στοιχεία που αντλήσαμε από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ιδρύματος- σε τριακόσια -300- ευρώ ετησίως!!! Προσωπικώς, πιστεύω ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες υποεκτιμούν την πραγματική δαπάνη και δέχομαι ότι το ποσόν είναι διπλάσιο. Όμως, το επιχείρημα του Επιμελητηρίου είναι ακαταμάχητο: οι 500 φοιτητές δαπανούν περί τα επτακόσια -700- ευρώ μηνιαίως, έκαστος δηλαδή ετησίως η συνολική δαπάνη ανέρχεται σε 500Χ700Χ9=3.150.000 ευρώ(!!!), τα οποία κατά 100% αποτελούν τζίρο της τοπικής αγοράς. Συνεπώς, έχει κάθε συμφέρον η τοπική κοινωνία, δια των φορέων της (Επιμελητήριο, Εμπορικοί Σύλλογοι, Δήμος κλπ.) να χρηματοδοτήσει το λειτουργικό κόστος του ιδρύματος, ακόμη και την ίδρυση νεόυ τμήματος για την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού των υφισταμένων υποδομών. Εάν δεχθούμε ότι το κόστος λειτουργίας του τμήματος δεν είναι εκατόν πενήντα χιλιάδες -150.000- ευρώ, αλλά, το διπλάσιο, δεν είν αι καθόλου δύσκολο να καλυφθεί από τους τοπικούς φορείς, οι οποίοι θα προτιμήσουν να μειώσουν το τζίρο τους -άρα και τη φορολογία τους- κατά 10% παρά να απωλέσουν το σύνολο!
Όμως, το πράγμα δεν τελειώνει εδώ… ο διάλος έχει πολλά ποδάρια ή -πιό σωστά- κρύβεται στις λεπτομέρειες! Σχεδόν το σύνολο των εγκαταστάσεων των υπό κατάργηση τμημάτων, έχει χρηματοδοτηθεί, ευθέως ή εμμέσως, από το Ε.Σ.Π.Α. Αυτό σημαίνει ότι η κατάργηση των τμημάτων επιφέρει ενεργοποίηση ρήτρας επιστροφής του ποσού της -κατά περίπτωση- επιδοτήσεως, άρα μειώνεται το αναμενόμενο δημοσιονομικό ώφελος, το οποίο θα μειωθεί και λόγω της μειωμένης φορολογίας που θα επιφέρει η πτώση της τοπικής αγοράς.
Περαιτέρω, για να είναι σύννομη -με βάση τη φιλοσοφία του νόμου- η απόφαση καταργήσεως κάθε τμήματος, θα πρέπει το Υπουργείο Παιδείας να τεκμηριώσει ότι το κόστος ανά φοιτητή θα μειωθεί και δεν θα αυξηθεί, μετά την ένταξή τους σε άλλα τμήματα. Εάν δεν υπάρξει τέτοια τεκμηρίωση, η σχετική απόφαση θα καταρρεύσει ενώπιον των δικαστηρίων.
Τι θα μπορούσε να γίνει, εαν, αντί στείρου κοτζαμπασιδισμού, υπήρχε δυνατότητα παραγωγής και ασκήσεως πολιτικής; Απλούστατα, τα Υπουργεία Παιδείας και Οικονομικών θα είχαν καλέσει τους τοπικούς φορείς και θα τους πρότειναν να αναλάβουν τις δαπάνες λειτουργίας των οικείων τμημάτων, αναγνωρίζοντας φορολογικώς το σύνολο των σχετικών δαπανών. Προφανώς, όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι το σχετικό ποσό μπορεί να συγκεντρωθεί μόνον από εισφορές επιχειρήσεων και επιτηδευματιών και όχι ιδιωτών, άρα η φορολογική αναγνώριση της δαπάνης είναι απόλυτη προϋπόθεση.
Μια τέτοια λύση μπορεί ευκόλως να γίνει αποδεκτή χωρίς τριβές και συγκρούσεις και μάλιστα με πολλαπλά ωφέλη. Το δημόσιο απαλάσσεται του λειτουργικού κόστους των ιδρυμάτων, ενώ διατηρεί το επίπεδο της φορολογητέας ύλης κάθε ενδιαφερόμενης περιοχής. Μάλιστα, αποκτά «ζεστά» και ακαταμάχητα στοιχεία για το πραγματικό της ύψος, «αναγκάζοντας», εμμέσως, τις επιχειρήσεις σε ειλικρινείς δηλώσεις! Οι τοπικές κοινωνίες γίνονται πιο υπεύθυνες αντιλαμβανόμενες ότι τίποτα δεν είναι δωρεάν ενώ το προσωπικό των ιδρυμάτων υποχρεούται να αναβαθμίσει το επίπεδο σπουδών ώστε να συνεχισθεί η ροή φοιτητών από την οποία εξαρτάται η χρηματοδότηση των αμοιβών τους! Προφανώς, οι επιχειρηματίες δεν είναι ανόητοι ώστε να χρηματοδοτούν εκπαιδευτικό ίδρυμα που δεν προσελκύει φοιτητές!
Ακόμη καλύτερα, το μοντέλο αυτό μπορεί να εξελιχθεί σε οδηγό για την χρηματοδότηση όλων των ιδρυμάτων. Εάν τα Ιωάννινα, η Ξάνθη, η Τρίπολη, η Κομοτηνή, ο Βόλος, οι Σέρρες, η Κέρκυρα, η Ζάκυνθος, η Λευκάδα κα. θέλουν να ωφελούνται από την παρουσία τους ας τα χρηματοδοτήσουν, άλλως, υπάρχουν άλλες πόλεις που θα προσπαθήσουν να τα προσελκύσουν! Για σκεφθείτε τι ωραίο -και ακαταμάχητο- κριτήριο θα ήταν αυτό: οι πόλεις να διαγκωνίζονται ποια θα έχει το αξιολογότερο εκπαιδευτικό ίδρυμα, ώστε να προσελκύσει μεγαλύτερο αριθμό φοιτητών και ακαδημαϊκών, ακόμη και ερευνητικών εταιρειών που αναπτύσσονται γύρω από τα πανεπιστήμια. Για σκεφθείτε πόσο ευκολότερο είναι να έρθει η ανάπτυξη όταν αποχωρεί το -απρόσωπο- κράτος και παραδίδει την πρωτοβουλία στην -εκπροσωπούμενη- κοινωνία, η οποία κινείται με καύσιμο την ιδιωτική πρωτοβουλία! Γιατί να μιλάμε για δημόσια ή ιδιωτικά πανεπιστήμια αφού μπορούμε με εύκολο και έξυπνο τρόπο να έχουμε και τα δύο: αυτοδιοικούμενα δημόσια -και όχι κρατικά!- πανεπιστήμια με ιδιωτικούς κανόνες λειτουργίας προς ώφελος της κοινωνίας και όχι μόνο κάποιου επιχειρηματία!!! Εννοείται ότι η διαδικασία αυτή θα οδηγήσει πολλά τμήματα είτε να κλείσουν είτε να διαφοροποιήσουν το γνωστικό τους αντικείμενο, προκειμένου να είναι ελκυστικά για φοιτητές και χρηματοδότες. Το κράτος μπορεί, εάν θέλει, να ενισχύσει τμήματα μη ελκυστικά για την αγορά, αλλά, απαραίτητα με βάση τις πολιτικές επιλογές της κυβερνήσεως. Αμφιβάλλω ότι υπάρχουν τέτοια, αλλά, ας υπάρχει η δυνατότητα για να ικανοποιηθούν όσοι πιστεύουν ότι η αγορά δεν κάνει τις βέλτιστες -κοινωνικώς- επιλογές!