Είναι γεγονός ότι αυτή καθ’ αυτή η κρίση, αλλά και ο βεβιασμένος και άτσαλος τρόπος αντιμετώπισής της, συνθέτουν ένα φονικό κοκτέιλ, κυρίως για τις ασθενέστερες οικονομικά ομάδες της κοινωνίας μας. Ζωές ανατράπηκαν ή ακόμα και καταστράφηκαν, οικογενειακοί προϋπολογισμοί βρέθηκαν στον αέρα, ο προγραμματισμός τεράστιου τμήματος της κοινωνίας έπεσε στο κενό.
Ο διαχωρισμός των πολιτών σε φιλοτροϊκανούς και αντιτροϊκανούς όπως συμβαίνει στη χώρα μας παραδοσιακά σε κάθε μεγάλη κρίση ή ιστορικό γεγονός, δεν εξέπληξε κανέναν.
Όπως και η πλειοψηφία των συγκροτημάτων των ΜΜΕ, που σήκωσαν σημαία υπέρ των μεταρρυθμίσεων και υπέρ του μετασχηματισμού της χώρας, επιτέλους, σε σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία. Το ίδιο και ο επιχειρηματικός κόσμος, αλλά και το τραπεζικό σύστημα, είτε δια ανακοινώσεων, είτε δια δημοσιευμάτων, προέτρεπε τους πολίτες να υπομείνουν το βάρος των μνημονίων, για να μην ξανακινδυνεύσει με άτακτη διάλυση η χώρα.
Και φυσικά δεν είναι λίγοι, ακόμη και δυναστευόμενοι πολίτες, που έβλεπαν με κατανόηση αυτή τη λογική, εφ’ όσον όμως κάπου οδηγούσε. Προφανώς ακόμη δεν έχει κριθεί ούτε με οικονομικούς, ούτε με πολιτικούς όρους, η επιτυχία ή η αποτυχία αυτής της προσπάθειας. Η ιστορία και ο χρόνος θα δείξουν. Όμως το ερώτημα αν όλοι αυτοί που προπαγάνδιζαν τις αλλαγές, ήταν ειλικρινείς ή απλώς επικαιρικά, μια τέτοια ανατροπή, κυρίως στις εργασιακές σχέσεις, τους βόλευε, επανήλθε βασανιστικά, από τη στιγμή που οι εταίροι και δανειστές μας, έθεσαν άκαμπτο όρο για την εκταμίευση της δόσης, την εποπτεία και τον ασφυκτικό έλεγχο των τραπεζικών δανείων, κυρίως σε επιχειρήσεις ΜΜΕ.
Ποιος είδε το θεό και δεν φοβήθηκε. Ξαφνικά αυτοί που θα νοικοκύρευαν τη χώρα, κινδυνεύουν από τους πρώην συμμάχους τους, -που τους προέτρεπαν να τρέξουν γρήγορα τις αλλαγές, για να μην κινδυνέψει η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας-, να κατηγορηθούν τουλάχιστον ως μειοδότες. Επανέρχεται δηλαδή πάλι το γνωστό σενάριο που το ζήσαμε την τελευταία τριετία με τις προηγούμενες «μνημονιακές» κυβερνήσεις, όταν τη μία μέρα κάποια συγκροτήματα έντυπης και ηλεκτρονικής ενημέρωσης, ανάλογα με το αν εγκρίθηκε ή απορρίφθηκε ένα ακόμα «θαλασσοδάνειο», να αντιμετωπίζουν την πολιτική ηγεσία από το «ωσσανά» στο «σταύρωσον αυτούς».
Είναι εξ άλλου γνωστό, ότι το πρώτο πράγμα που ζήτησε προ τριετίας, από την τότε κυβέρνηση η μόλις αφιχθείσα τρόικα, ήταν η δανειακή αντιμετώπιση της ενημέρωσης με τους ίδιους όρους που αντιμετωπίζεται ο κάθε επιχειρηματίας. Θα μου πείτε πως κανένας δεν εκπλήσσεται από αυτές τις αυτονόητες διαπιστώσεις, έστω και αν για έναν πολίτη της σύγχρονης Ευρώπης είναι απαράδεκτες και χαρακτηριστικά τριτοκοσμικής πολιτείας.
Ωστόσο, αν η κρίση μετά τον αρχικό πανικό, μας βάζει να αναπροσδιορίσουμε τη ζωή μας,- έστω και κάτω από την επιτακτική ανάγκη που επιβάλλει αυτός ο οικονομικός πόλεμος-, για ατομική, οικογενειακή και εθνική επιβίωση, αυτές οι αγωνιώδεις κραυγές, ενός διεφθαρμένου συστήματος που πεθαίνει, ίσως αποτελέσουν την απαρχή ενός νέου ελληνικού διαφωτισμού, που θα δώσει ελπίδα και προοπτική σε όλους μας. «Βρήκαμε τη στάχτη, μένει να ξαναβρούμε τη ζωή μας», όπως έγραψε και ο ποιητής…