Η σημερινή Τουρκία είναι αποτέλεσμα αιώνων και διαφόρων σταθμών: Οι νομάδες που ξεκίνησαν από την κεντρική Ασία έγιναν έθνος που έφτασε μέχρι τις καστρόπορτες της Βιέννης, και από την Οθωμανική Αυτοκρατορία (με την σπουδαία της κουζίνα, τα χαρέμια της και τους αρωματοποιούς της) ανασυντέθηκε ως σύγχρονο κράτος κάτω από την γροθιά τού σημαντικού Κεμάλ Ατατούρκ. Ίσως ήταν ο σπουδαιότερος πολιτικός ηγέτης του 20ού αιώνα, αν κρίνουμε εκ του αποτελέσματος. Τώρα βέβαια, η ιστορία έχει φέρει στο προσκήνιο τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και πλέον μιλάμε για ερντογανική Τουρκία. [1]
Ο Ερντογάν διατέλεσε 4 χρόνια δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης (1994-1998), 11 χρόνια πρωθυπουργός (2003-2014) και τώρα Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας. Είναι παντοδύναμος και δεν έχει χάσει καμία εκλογική αναμέτρηση, και στην ιστορία καταγράφονται τέτοιες αλυσιδωτές νίκες. Βρίσκεται στην κορυφή τής χώρας, την στιγμή που η ίδια έχει αυξήσει κατά 350% το ΑΕΠ της στα χρόνια από το 2002 μέχρι το 2013, σε περίπου 820 δισ. δολάρια. Σε λίγο καιρό θα αγγίξει το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια! Η Τουρκία πλέον είναι ένας γίγαντας, ικανός να ασκεί οικονομική και στρατιωτική διπλωματία. Και κάθε γίγαντας έχει και τα ψυχολογικά του προβλήματα και, από καιρού εις καιρόν κατάθλιψη. Τι έχει συμβεί στην Ελλάδα τα χρόνια που η Τουρκία υπό τον Ερντογάν μεγαλουργεί, είναι γνωστό. Κάνει, όμως, κάτι κακό η Τουρκία για το μέγεθός της;
Η Τουρκία προβάλλει ισχύ, όπως κάνει κάθε χώρα που σέβεται τον εαυτό της. Η ιστορία του κόσμου και των διεθνών σχέσεων, είναι σχέσεις ισχύος και συμφερόντων. Η Τουρκία δυναμώνει, είναι ηγεμονική και έχει ξεπεράσει τα όρια της ύβρεως στις μέρες μας, αλλά το έκανε και στο παρελθόν: Το 1974 το έκανε στην Κύπρο, το 1976 είχαμε την κρίση στο Αιγαίο με το «Χόρα», όπως και το 1987 με το «Σισμίκ». Η Τουρκία σαν κρατική οντότητα, σε κάνει να καλοσυλλογιστείς αυτό που είπε ο Βίτγκενσταϊν για τις διεθνείς σχέσεις και το δίκαιο, ότι είναι «σχέσεις λύκου με πρόβατα» και τότε, έρχεται στο μυαλό η σκέψη πως «θερμό επεισόδιο, ή και πόλεμος ακόμη, είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα». Δηλαδή, τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα; Πώς μπορεί να διαβάσει «τα τελευταία γεγονότα»; Πώς μπορεί να διαβάσει τις γεωπολιτικές προκλήσεις και να χαράξει στρατηγική;
Η Τουρκία για μερικούς αναλυτές, ίσως βρίσκεται στην πιο δύσκολη θέση των τελευταίων 100 ετών. Έχει παντού εχθρούς: Από την Ελλάδα μέχρι την Συρία και το Ιράν και το ότι είναι οικονομικά παντοδύναμη, εξελίσσεται και σε εμμονή (εξ ου και το μεγαλοπρεπές προεδρικό παλάτι). Η Κύπρος από την άλλη, έχει αποτελέσει ένα «προηγούμενο» και πρέπει να μείνει ως τέτοιο. Η Ελλάδα είναι πολύ αδύνατη πλέον σε όλους τους τομείς.
[quote text_size=”small”]
Πρέπει κάπως να απαγκιστρωθεί με την όλη κατάσταση στην κυπριακή Α.Ο.Ζ. Οι Τούρκοι ίσως πιο πολύ ψυχολογικά θέλουν να αντιδράσουν παρά να αντλήσουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο στην κυπριακή Α.Ο.Ζ. Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι: Τι θα γίνει αν μια μέρα στείλουν το Barbaros και για έρευνες στο Αιγαίο; Τι κάνουμε οι Έλληνες τότε; Θα είναι αυτό αιτία θερμού επεισοδίου;
[/quote]
Η Ελλάς –τουλάχιστον μερικές φορές– είναι ηρωική στα λόγια και μόνο: Ας θυμηθούμε τα Ίμια, την μη ανακήρυξη της ελληνικής Α.Ο.Ζ. (casus belli για την γείτονα), την μη τοποθέτηση των ρωσικών S-300 στην Κύπρο για όπου και αγοράστηκαν και τελικά έφτασαν στην Κρήτη (casus belli και πάλι). Στο Αιγαίο η Ελλάδα θα πρέπει να αντιδράσει και, σε κάποιο βαθμό, η Ελλάδα μπορεί να ελέγξει καλά ένα θερμό επεισόδιο. Μπορεί το θερμό επεισόδιο να εξελιχθεί σε πολεμική σύρραξη; Μια τέτοια πιθανότητα είναι πολύ μικρή. Τι θα γίνει, όμως, αν οι Τούρκοι καταλάβουν δύο-τρία μικρά νησιά; Τότε, η Ελλάδα, χωρίς δεύτερη κουβέντα, πρέπει να καταλάβει ισόποσο έδαφος στην Ευρωπαϊκή Τουρκία ή και αλλού, στον συμπαγή τουρκικό γεωγραφικό όγκο [2]. Η Ελλάδα μπορεί να το κάνει αυτό, ταυτόχρονα, όμως, η ήδη καταπονημένη οικονομία της θα γυρίσει στο 1960. Το ίδιο, βέβαια, θα πάθει και η Τουρκία, σε μικρότερη κλίμακα και ίσως χωράει στο τραπέζι η σκέψη πως ο Ερντογάν δεν θα ήθελε να καταστρέψει το «μπουκωμένο» οικονομικό θαύμα.
Υπάρχει άλλος τρόπος; Υπήρξε άλλος τρόπος; Ας απαντήσουμε πρώτα στο δεύτερο ερώτημα: Υπήρξε η ευκαιρία που χάθηκε, η Ελλάδα να αγοράσει κομμάτια τής οικονομίας τής Τουρκίας, να «κατακτήσει» δηλαδή οικονομικά την Τουρκία και, να μετουσίωνε έτσι την οικονομική επιρροή σε πολιτική ειρήνης και καλής γειτονίας. Για να επιστρέψουμε στο πρώτο ερώτημα, το Υπουργείο Εξωτερικών να κινητοποιήσει κάπως τις δυνάμεις που αντιπαλεύουν την Τουρκία. Πρέπει αυτές τις δυνάμεις κάπως να τις συντονίσει. Η Ελλάδα να αρχίσει το γρηγορότερο να κάνει και στρατιωτική διπλωματία, να μπορεί δηλαδή να στηρίζει το δίκαιό της. Ειρήνη δια της ισχύος και μόνο δια της ισχύος.
[quote text_size=”small”]
Ένα πιθανό Δόγμα στο οποίο θα περιλαμβάνονται Κύπρος και Ισραήλ είναι κατανοητό, αλλά η περίπτωση «συμμαχίας» με την Αίγυπτο ίσως δεν έχει μέλλον, και με στρατηγούς σε πολιτικά αξιώματα, είναι μόνο συμβολισμός και τίποτα παραπάνω.
[/quote]
Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως ο ευφυής κατά τα άλλα Ευάγγελος Βενιζέλος είναι κύρια απασχολημένος με την πολιτική του επιβίωση και μόνο, όσο και αν προσπαθεί ο ίδιος με το πομπώδες ύφος που τον διακρίνει να πείσει για το αντίθετο.
Παρατηρούμε πως η Τουρκία έχει ξεπεράσει τα όρια της ύβρεως και αν κάνει κάποιο μεγάλο λάθος, θα βρει όλον τον κόσμο απέναντί της. Αν η Ελλάδα απαγκιστρωθεί τώρα, προσπεράσει δηλαδή το παγόβουνο στην κυπριακή Α.Ο.Ζ., ίσως μετά από πέντε ή δέκα χρόνια, θα είναι σε καλύτερη θέση ισχύος να χειριστεί τα θέματα αυτά, που είναι και ψυχολογικά προβλήματα «ενός ανερχόμενου γίγαντα». Ταυτόχρονα είναι αξιοσημείωτο πως, όταν όλη η Ελλάδα άκουσε τον πιλότο από το κόκπιτ του F 16 να λέει: «Ψηλά το κεφάλι», έγινε μια γροθιά από ατσάλι. Ας ελπίσουμε ότι το Barbaros δεν θα σταλεί για έρευνες και στο Αιγαίο! Η όποια πιθανότητα θερμού επεισοδίου μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, πρέπει πάντα να αναβάλλεται για το μέλλον. Θα μας δίνει μεγάλη βεβαιότητα, «ένα ιδιόρρυθμο, αλλά ελκυστικό ιστορικό παράδειγμα», να ξέρουμε πως, ο μεγάλος στρατιωτικός νους Τρότσκι, εκτοπίστηκε τόσο εύκολα από τον αγρότη Στάλιν. Έτσι, και «ο τουρκικός στρατιωτικός νους», έχει να φοβάται τον αγρότη γείτονα, «το θεριό του Λόγου και του Χάους, που εδώ και 2.500 χρόνια γαλουχήθηκε μέσα στο Αιγαίο με το νεύρο: Ουχ ελληνικόν το προσκυνείν, και χώρισε δικαίως τον κόσμο σε Έλληνες και Βαρβάρους [3]».
Παραπομπές:
[1] Βλ. Αχμέτ Νταβούτογλου: «Το Στρατηγικό Βάθος: H διεθνής θέση της Τουρκίας» (Ποιότητα, Αθήνα 2010). «Ακαδημαϊκός εκπρόσωπος» της ερντογανικής Τουρκίας είναι ο Αχμέτ Νταβούτογλου με το «νεο-οθωμανικό στρατηγικό του βάθος», το οποίο πιστά ακολουθεί πλέον και ο ίδιος ως πολιτικός και νυν πρωθυπουργός. Κοντολογίς, είναι αυτό που ουσιαστικά γύρισε το κεμαλικό τιμόνι από Δυσμάς προς Ανατολάς, ως χώρο άσκησης διπλωματίας και επιρροής τής σύγχρονης Τουρκίας, που πρωτίστως περιλαμβάνει και αυτό που ήταν κάποτε η Οθωμανική Αυτοκρατορία με τις διάφορες επαρχίες της.
[2] Παναγιώτης Κονδύλης: «Θεωρία τού Πολέμου» (Θεμέλιο, Αθήνα 1997). Το βιβλίο «Theorie des Krieges. Clausewitz-Marx-Engels-Lenin» πρωτοκυκλοφόρησε το 1988 στη Στουτγάρδη. Όταν ο ίδιος ο Κονδύλης, το μετέφρασε για να κυκλοφορήσει και στην ελληνική γλώσσα, έγραψε και πρόσθεσε στο τέλος ένα επίμετρο με τίτλο, που δηλώνει από μόνος του πολλά: «Γεωπολιτικές και στρατηγικές παράμετροι ενός ελληνοτουρκικού πολέμου». Και ακόμη ανέπτυξε, στις σελίδες αυτές, τα περί «του πρώτου πλήγματος» και βέβαια, δεν εννόησε ΠΟΤΕ ότι πρέπει η ανήμπορη Ελλάδα (αλίμονο αν την έβλεπε και σήμερα) να ξεκινήσει πόλεμο με την Τουρκία, αλλά αν ο πόλεμος αυτός, αρχίζει με de facto ευθύνη τής Τουρκίας, τότε η Ελλάδα a priori θα πρέπει να είναι ικανή να καταφέρει ένα πρώτο συντριπτικότατο και καθοριστικότατο πλήγμα, που θα αποβεί καταλυτικό στην έκβαση του πολέμου. Σαφώς, ο έξοχος κονδύλιος νους, γνώριζε σε βάθος και τους στρατιωτικούς συσχετισμούς μεταξύ των δύο χωρών (όπως και τους πληθυσμιακούς): Η Τουρκία έχει αδιαμφισβήτητη αριθμητική υπεροχή στο Πεζικό και την Αεροπορία, και η Ελλάδα, κάπως τα καταφέρνει να την εξισορροπεί στο Ναυτικό, δεδομένης και της ναυτικής μας κληρονομιάς, αλλά και εν γνώσει του γεγονότος ότι το Πολεμικό Ναυτικό δεν έχει υποστείλει ποτέ τη σημαία του! Οι συσχετισμοί αυτοί δεν έχουν αλλάξει.
[3] Φρίντριχ Νίτσε: «Η Γέννηση της Τραγωδίας», 1872, μτφ. Ζήσης Σαρίκας (εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2008). Γράφει ο Νίτσε στο κεφ. 15 «Κι έτσι, κάθε τόσο ξεσπάει μια βαθιά οργή εναντίον αυτού του αλαζονικού μικρού λαού, που είχε την τόλμη να χαρακτηρίζει «βάρβαρο» ό,τι δεν ήταν δικό του γέννημα θρέμμα».
Το άρθρο δημοσιεύεται στο www.foreignaffairs.gr