Η Τρόικα έδειξε πως δεν προτίθεται να διευκολύνει περαιτέρω την κυβέρνηση. Το νέο (τρίτο κατά σειρά) Μνημόνιο που της επέβαλε με τους νέους επαχθείς όρους που το συνοδεύουν, κατέδειξε πως οι ξένοι δανειστές δεν αφήνουν κανένα περιθώριο σε διαπραγματεύσεις ή κωλυσιεργίες.
Πλέον, η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να στραφεί στο εσωτερικό της χώρας. Οι πόρτες των δανειστών έκλεισαν. Κατανόηση δε δείχνουν. Εμπιστοσύνη στο πολιτικό προσωπικό της χώρας δεν έχουν. Ούτε λίγο, ούτε πολύ το έχουν βάλει σε καθεστώς εφεδρείας…
Για αυτό και ζητούν επιτακτικά επιπλέον να εγκαταστήσουν μόνιμα στην Αθήνα μια επιτροπή που θα κάνει φύλο και φτερά τα βιβλία του κράτους, θα ελέγχει τους κρατικούς μηχανισμούς και θα παρακολουθεί στενά την εφαρμογή του προγράμματος. Θέλουν να διασφαλίσουν τα χρήματα τους, νοιάζονται ώστε ο «ιός» της ελληνικής κρίσης να μη μολύνει την ευρωζώνη και μεριμνούν ώστε να διαμορφώσουν ένα επιχειρηματικό περιβάλλον που θα διευκολύνει μελλοντικές (αποικιακού χαρακτήρα, μάλλον) ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα. Κι αυτά πρέπει να γίνουν τώρα και κατά τρόπου που καμία κυβέρνηση μελλοντικά να είναι σε θέση να ανατρέψει.
Έτσι, μετά την πρωτοφανή φοροεπιδρομή στα εισοδήματα εργαζομένων και επιχειρήσεων, οι απαιτήσεις της Τρόικας για επέκταση του Ενιαίου Μισθολογίου, αλλά κυρίως η απελευθέρωση των συμβάσεων και η αναδιαπραγμάτευση από πλευράς των κοινωνικών εταίρων της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης για μείωση του μισθολογικού κόστους στον ιδιωτικό τομέα τουλάχιστον κατά 20%, δημιουργούν «κόκκινες γραμμές» για το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του.
Πλέον δεν είναι υπόθεση μόνο της κυβέρνησης να διασφαλίσει πως το μέλλον της χώρας θα καθορίζεται και από Έλληνες! Είναι ανάγκη του πολιτικού κόσμου, της επιχειρηματικής ελίτ και των κοινωνικών δυνάμεων να προχωρήσουν σε ένα εθνικό και κοινωνικό συμβιβασμό, να σχεδιάσουν από κοινού το μέλλον της χώρας.