Τόσο απροκάλυπτα που προκαλεί θλίψη. Αποστομώνει. Μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό, παρά τις βάσιμες υποψίες, παρά τα πολλά σημάδια, η συνειδητοποίηση του στημένου, της έκπτωσης, της χρεοκοπίας, παγώνουν μες το κατακαλόκαιρο το αίμα…Πέρασε. Ε και; Ωραία πέρασε. Με απειλές, συμφωνίες κάτω απ’ το τραπέζι, την κουκούλα, το λοστάρι, τα φθηνά επιχειρήματα, την απύθμενη υποκρισία. Και η πλατεία άδειασε. Και η οργή; Τώρα που θα εκτονωθεί η οργή;
Στις πλάκες και στις προθήκες; Στ’ ανοιγμένα κεφάλια;
Δεν μοιάζει, είναι αδιέξοδο. Δεν μοιάζει, είναι τραγικό. Τόσο που να παραπέμπει στην αυτοχειρία… Είτε με όρους αντικειμενικούς επιχειρηθεί η ανάγνωση, είτε πάει και στριμωχθεί ανάμεσά της το συναίσθημα, η διαπίστωση είναι ακριβώς η ίδια. Μια Δημοκρατία κουτσουρεμένη, εξευτελισμένη, άδικη, δικαιολογημένα αντιδημοφιλής και το σημαντικότερο ίσως όλων, υποτελής και αναποτελεσματική.
Μια κοινωνία υπερχρεωμένη, φοβισμένη, χωρίς ελπίδα και προοπτική. Μια νεολαία απαξιωμένη, υποψιασμένη, διατεθειμένη ν’ αμφισβητήσει.
Επικίνδυνο μίγμα, έτοιμο να εκραγεί και να συμπαρασύρει, αφού ανακουφισμένοι κι αγανακτισμένοι, αντιλαμβάνονται ώρα με την ώρα ότι επιχειρήματα, μεθοδεύσεις, πανό και συνθήματα, δύσκολα μπορούν να επιστρέψουν και πάλι στο θηκάρι. Είτε γιατί ο καναπές αράχνιασε έναν μήνα μετά, είτε γιατί η Δικαιοσύνη και πολύ περισσότερο η Αποτελεσματικότητα δεν ήρθε. Μοιάζει με δύσκολη, ανεξερεύνητη διαδρομή που ο ιχνηλάτης ψάχνει προστρέχοντας σε γνωστές μεθόδους που είναι αμφίβολο, αν όχι απολύτως βέβαιο, ότι δεν θα τον βοηθήσουν στο παραμικρό…
Πέρασε. Ε και; Ποιος θα το εφαρμόσει; Κι αν στα σοβαρά αυτή τη φορά το επιχειρήσει, ποιος θα συναινέσει; Ποιος άραγε θα συνεχίσει να πληρώνει το αναποτελεσματικό, το διογκωμένο, το αναποτελεσματικό κράτος, απλά και μόνο για να συνεχίσει να περιλαμβάνεται στην εκλογική πελατεία των διαχειριστών της κρίσης;
Συνθήματα, αποδοκιμασίες, προπηλακισμοί και, υποψιάζομαι βασίμως, ότι πρωταγωνιστές, φερόμενοι θήτες ή θύματα, ελάχιστα γνωρίζουν τι αναφέρει το κείμενο που ψηφίστηκε. Το κείμενο που νομιμοποιήθηκε να ξεπουλήσει ό,τι παραμένει σε πείσμα των καιρών ακόμη ζωντανό σ’ αυτή τη χώρα. Αεροδρόμια, λιμάνια, αιγιαλούς, επιχειρήσεις, έσοδα από αρχαιολογικούς χώρους, αλλαγές χρήσεων γης, εκποίηση… «Επικό ξεπούλημα» το αποκάλεσε ο διεθνής Τύπος, τα έσοδα του οποίου θα οδηγηθούν κατευθείαν στις τσέπες των πιστωτών, οι οποίοι άλλωστε θα είναι εκεί για να υπαγορεύουν τι και σε ποιόν πρέπει να πουληθεί…
Ανακουφισμένοι κι αγανακτισμένοι, εκουσίως ή ακουσίως θεατές θα ψάχνουν για κανένα βαλάντιο στην τσέπη, μπας και πληρώσουν το εισιτήριο…
Κι όταν έρθει εκείνη η ώρα, τα πλακάκια και οι τζαμαρίες μπορεί να βρίσκονται πάλι στην θέση τους, οι κουκούλες να επιστρέψουν στο συρτάρι, όμως συναισθηματικοί και ρεαλιστές θα βρεθούν αντιμέτωποι με την ίδια πραγματικότητα. Απ’ όποια πλευρά κι αν την βλέπουν. Ακριβώς η ίδια, στιβαρή, άκαμπτη και παγερή για όλους…