Το δίλημμα των εκλογών της 6ης Μαΐου «μνημόνιο – αντιμνημόνιο», παίρνει μέρα με τη μέρα καθώς προχωράμε προς την 17η Ιουνίου την πραγματική του μορφή που είναι δημοκρατία ή υποτέλεια, που πολιτικά εκφράζεται με το δίπολο αριστερά ή δεξιά. Η πίεση, οι εκβιασμοί και οι ταπεινώσεις που δέχθηκε ο ελληνικός λαός τις τελευταίες βδομάδες από το εξωτερικό είναι πρωτοφανούς έντασης, σε σημείο που κλονίζουν την πίστη προς το ευρωπαϊκό όραμα όχι μόνο στη χειμαζόμενη Ελλάδα, αλλά σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πρόσφατη παραβίαση του μνημονίου από την Τρόικα με τη μη καταβολή της πλήρους δόσης των 5,2 δις ευρώ (τα 4,2 που δόθηκαν πήγαν κατ΄ευθείαν στα ταμεία των δανειστών) μαζί με τη «δραχμή» στο ταμπλό του Bloomberg αποτελούν ωμούς εκβιασμούς. Το ευρώ που φιλοδόξησε να είναι το νέο συνεκτικό εργαλείο της ευρωπαϊκότητας, μετατράπηκε στα χέρια του Βερολίνου σε μηχανισμό υπερχρέωσης του νότου και τώρα επιχειρείται να εξελιχθεί σε μηχανισμό υποταγής και ελέγχου. Δεν είναι τυχαία η λυσσαλέα προσπάθεια της Ισπανίας να αποφύγει την ένταξη στο ευρωπαϊκό ταμείο διάσωσης.
Το δίλημμα των εκλογών της 17ης Ιουνίου δεν είναι πλέον ένα δίλημμα γύρω από την οικονομική επιβίωση με έντονα πια τα ταξικά χαρακτηριστικά, αλλά ένα πατριωτικό δίλημμα αξιοπρέπειας και αλλαγής.
Ο τόπος χρειάζεται ριζοσπαστικές τομές για το συμφέρον του λαού, αυτές που δεν μπόρεσαν να κάνουν ούτε η νεοφιλελεύθερη δεξιά, ούτε και η μεταρρυθμιστική σοσιαλδημοκρατία κατά τις μεταπολιτευτικές δεκαετίες.
Είναι πια ξεκάθαρο στους Έλληνες και τις Ελληνίδες ότι το μνημόνιο δεν αποτελεί απλώς ένα μηχανισμό εξόδου από την πολυδιάστατη κρίση και ούτε ένα μηχανισμό βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, αλλά ένα σύστημα που -υπό την λεοντή των δήθεν μεταρρυθμίσεων- θα οδηγήσει από τη μερική και προσωρινή απώλεια εθνικής κυριαρχίας, στην πλήρη υποτέλεια, στην απώλεια του ελέγχου των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και τελικά στην ερημοποίησή της.
Από το 1974 και μετά η Ελλάδα μεταρρυθμίζεται!… με οριακά όμως αποτελέσματα και κυρίως, με την παράλληλη εδραίωση της πεποίθησης στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα πως κάθε μεταρρύθμιση είναι εις βάρος των πολλών και υπέρ των λίγων. Στην ουσία οι περισσότερες «μεταρρυθμίσεις» κατέληξαν να είναι μέσο πλουτισμού αντιπαραγωγικών συμφερόντων και πολύ συχνά ξένων. Παράδειγμα, η μετατροπή του ΟΤΕ σε ΑΕ και η μετοχοποίησή του, που οδήγησε αρχικά στη συγκρότηση ενός μεγάλου και κερδοφόρου βαλκανικού ομίλου στρατηγικού χαρακτήρα για την οικονομία της Ελλάδας, ο οποίος όμως κατέληξε στα χέρια της Deutsche Telecom που, αφού τον αφαίμαξε, τον συρρίκνωσε και τον υπερχρέωσε.
Ορισμένες άλλες μεταρρυθμίσεις που εκ των υστέρων μοιάζουν με ριζοσπαστικές αλλαγές, όπως για παράδειγμα η περίφημη ασφαλιστική μεταρρύθμιση του Τάσου Γιαννίτση, δεν μπόρεσαν να υλοποιηθούν γιατί δεν προετοιμάσθηκαν σωστά κοινωνικά, ιδεολογικά και πολιτικά.
Οι λεγόμενες μεταρρυθμιστικές δυνάμεις, είτε ευθέως δεξιές νεοφιλελεύθερες (κυβέρνηση Μητσοτάκη), είτε κατ΄ όνομα σοσιαλδημοκρατικές (κυβερνήσεις Σημίτη) που χρησιμοποιούσαν νεοφιλελεύθερα εργαλεία, τα όποια αποτελέσματα πέτυχαν, δεν μπόρεσαν να τα κεφαλαιοποιήσουν, ούτε κοινωνικά, ούτε πολιτικά. Οι περιβόητες «δημοσιονομικές απογραφές» των Αλογοσκούφη-Παπακωνσταντίνου και οι «ήπιες προσαρμογές» έφεραν τη χώρα στο χάλι της υπερχρέωσης. Στο διάστημα αυτό, ο ιδιωτικός τομέας κατασπατάλησε ευκαιρίες, φθηνό χρήμα (χρηματιστήριο, χαμηλά επιτόκια, ΚΠΣ κλπ), αλλά και την πολιτική επικυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού. Έτσι, αντί να φτιάξει μια NOKIA, μια TUI, μια BARCLEYS, μια KRAFT και δέκα διεθνώς πρωταγωνιστικές εταιρείες προτίμησε να βγάλει 180 δις ευρώ στην Ελβετία (μερικοί ξένοι κάνουν λόγω για 600 δις ευρώ στο εξωτερικό), να χτίσει βίλες στη Μύκονο και 100 χιλιάδες νεόδμητα απούλητα διαμερίσματα… Αυτή είναι η Ελλάδα, του ιδιωτικού τομέα… που θα έλεγε κι ο κ. Σημίτης.
Συμπερασματικά, η νεοφιλελεύθερη δεξιά και η μεταρρυθμιστική σοσιαλδημοκρατία από τη μια, και η όποια υπαρκτή αστική τάξη από την άλλη, δεν μπόρεσαν να εκσυγχρονίσουν δομικά το ελληνικό κράτος, παρά μόνο σε επίπεδο βιτρίνας. Απέτυχαν σε τραγικό βαθμό και οδήγησαν τη χώρα στην απαξίωση και την ελληνικό λαό στη χλεύη… και τις μυθώδεις αρπαχτές τους στο εξωτερικό.
Σε ότι αφορά τις μεταρρυθμίσεις που επιζητούν οι δανειστές στο πλαίσιο του μνημονίου, αυτές που τους ενδιαφέρουν είναι: χαμηλοί συντελεστές φορολογίας, χαμηλοί μισθοί, χαμηλές ασφαλιστικές εισφορές και αποκρατικοποιήσεις σε ευτελιστικές τιμές. Ο Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, προεδρεύον τουEurogroup, δήλωσε σχετικά στο “Spiegel” ότι «θα ήταν καλή ιδέα ο οργανισμός που θα διαχειρισθεί τις αποκρατικοποιήσεις να λειτουργήσει με βάση τα πρότυπα της ανατολικογερμανικής ανεξάρτητης αρχής ιδιωτικοποιήσεων “Treuhandanstalt”, η οποία από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 λειτούργησε σαν μια «ανεξάρτητη κυβέρνηση», με απόλυτη εξουσία σε θέματα εκποίησης της περιουσίας της πρώην Ανατολικής Γερμανίας.
Η “Treuhandanstalt” πούλησε μαζικά επιχειρήσεις και ακίνητα της Αν. Γερμανίας, η αξία των οποίων είχε αρχικά υπολογισθεί μεταξύ 200 και 600 δισ. μάρκων, για να συγκεντρωθούν τελικά μόνο 44 δισ. μάρκα. Χιλιάδες επιχειρήσεις «πουλήθηκαν» με συμβολικό τίμημα ενός μάρκου, ενώ τεράστιες εκτάσεις γης άλλαξαν χέρια σε αστείες τιμές. Υπολογίζεται ότι η γη που μεταβιβάσθηκε είχε έκταση όση το σημερινό κρατίδιο της Σαξονίας-Άν
Από τα 4 εκατ. υπαλλήλους που απασχολούνταν σε κρατικές επιχειρήσεις της Αν. Γερμανίας απολύθηκαν 2,5 εκατομμύρια. Εκατοντάδες υποθέσεις ιδιωτικοποιήσεων κατέληξαν στη Δικαιοσύνη με κατηγορίες διαφθοράς στελεχών της “Treuhandanstalt”, ε
Ο μύθος της κεντρο-δεξιάς και της κεντρο-αριστεράς: Η κατάρρευση του πελατειακού κράτους της δεξιάς και της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, συμπαρασύρει και την πολιτική απαξίωση των ιδεολογημάτων της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς. Επρόκειτο τελικά για δύο ψευδομορφώματα του πολιτικού μάρκετινγκ, που επέτρεπαν στα δύο πολυσυλλεκτικά κόμματα να αλιεύουν ψήφους και να εμπορεύονται ελπίδες στα μεσαία κυρίως κοινωνικά στρώματα που αναδύθηκαν από την διόγκωση της φούσκας της μονεταριστικής ρευστότητας.
Η Νέα Δημοκρατία επιχείρησε συχνά να μετακινηθεί προς το μεσαίο χώρο, αλλά η απορρύθμιση του κράτους και της οικονομίας που επέβαλε, με αποκορύφωμα την υφαρπαγή των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων μέσω των δομημένων ομολόγων και της αχαλίνωτης εισφοροδιαφυγής, απέδειξε το βαθύ ταξικό της χαρακτήρα.
Το ΠΑΣΟΚ που προβάρει το θεώρημα της κεντροαριστεράς όποτε τα βρίσκει σκούρα, είναι το τελευταίο κόμμα που μπορεί να ομιλεί γι΄ αυτή, γιατί είχε δεκάδες φορές την ευκαιρία να αποδείξει και να εδραιώσει την ύπαρξή της στην πράξη, αλλά δεν το έκανε εξ αιτίας του πολιτικού του ηγεμονισμού που το μετέτρεψε σε ένα πατερναλιστικό κόμμα. Ίσως, το μόνο κόμμα που νομιμοποιείται να ομιλεί περί κεντροαριστεράς είναι η ΔΗΜΑΡ, γεγονός που της επιτρέπει να έχει ανοιχτή την πόρτα και στην κεντροδεξιά εκδοχή.
Η περίοδος αυτή της ψευδο-κεντρο-δεξιάς και της ψευδο-κεντρο-αριστεράς χαρακτηρίστηκε από δύο μεγάλες υφαρπαγές της λαϊκής αποταμίευσης, μία μέσω του χρηματιστηρίου (1999-2000) και μία τώρα, μέσω της εσωτερικής υποτίμησης (μισθοί, συντάξεις, ασφαλιστικά ταμεία, PSI κ.ά.). Σήμερα, μετά τη μετωπικά ταξική πολιτική που εφαρμόστηκε τα πέντε τελευταία χρόνια, η μεσαία τάξη –αν αυτή υπήρξε ποτέ- έχει διαλυθεί και μαζί με αυτή, το όποιο πολιτικό κέντρο. Η ραγδαία μετατροπή του ΠΑΣΟΚ σε μη κυβερνητικό κόμμα, η επιστροφή της Νέας Δημοκρατίας στην κοιτίδα της αντιαριστερής δεξιάς (ο κομμουνισμός είναι πλέον ακίνδυνος), αλλά και η ανάδυση του Ενωτικού Κοινωνικού Μετώπου του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώνουν το τέλος του πολιτικού κέντρου.
Η επιστροφή της νεολαίας στην πολιτική: Οι εξελίξεις αυτές έφεραν στο προσκήνιο της πολιτικής αντιπαράθεσης τα ταξικά ζητήματα που είχαν υποχωρήσει τις τρεις τελευταίες δεκαετίες λόγω της κοινοτικής και της μονεταριστικής ρευστότητας.
Το μνημόνιο 2 και οι εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 οδήγησαν στην συντριπτική ήττα του δικομματισμού και λειτούργησαν σαν καταλύτες στην ανατροπή του πολιτικού σκηνικού. Μεσολάβησε η διάσπαση της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ που κατά τις μεταπολιτευτικές δεκαετίες απαλλοτρίωσαν πλήρως τις ιδεολογικές τους αρχές μέσα στη δίνη του κυβερνητισμού και της υφαρπαγής του εθνικού πλούτου για λογαριασμό των παρασιτικών συμφερόντων που κυριάρχησαν τις δύο τελευταίες δεκαετίες.
Η πολυδιάσπαση των δύο πρωταγωνιστών του δικομματισμού αποτελεί την πρώτη φάση της ανασύνθεσης του πολιτικού και ιδεολογικού φάσματος, καθώς νέα ερωτήματα και προκλήσεις τίθενται μπροστά στην ελληνική κοινωνία. Την εβδομάδα των διερευνητικών εντολών ξεκίνησε μια κρίσιμη μεταβατική φάση, αποκαλυπτική τόσο των παθογενειών του πολιτικού μας συστήματος, όσο και των βαθύτερων κοινωνικοπολιτικών τους εκφάνσεων, που αναμένεται να αρχίσει να αποδίδει σταθερές από τις επόμενες εκλογές και μετά.
Οι «κοινωνιολόγοι» της δεξιάς ψηφοθηρίας επιχειρούν να επιτιμήσουν και υποτιμήσουν πολιτικά τους νέους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (άνεργοι, απελπισμένοι συνταξιούχοι, παλαιοσυνδικαλιστές, τυχοδιωκτικά συστήματα κ.ο.κ.). Αυτή όμως είναι μια ρηχή ανάγνωση της νέας κοινωνικής πραγματικότητας που εκκολάπτεται. Ανάμεσα στους άνεργους, τους απελπισμένους συνταξιούχους, τους συνδικαλιστές και τους όποιους τυχοδιώκτες ψηφοφόρους, υπάρχει το ορμητικό κύμα της ελληνικής νεολαίας που έρχεται να διεκδικήσει το μέλλον της από τους εμπόρους της συμφοράς.
Η νεολαία, μετά από ένα μεγάλο διάστημα απουσίας από το πολιτικό προσκήνιο, επιστρέφει με ισχυρές ριζοσπαστικές διεκδικήσεις. Απαλλαγμένη από ιστορικά σύνδρομα και ιδεολογικές αγκυλώσεις, οι νέοι θα κάνουν μια μεγάλη προσπάθεια να ανακτήσουν τη γη των πατέρων τους. Αυτή την πραγματικότητα δεν μπόρεσαν να την κατανοήσουν, ούτε φυσικά να την εκφράσουν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά ούτε η ΔΗΜΑΡ και το ΚΚΕ, παρά μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ και ίσως οι ΑΝΕΛ.
Είναι 30 μέρες Τρομοκρατίας!… Μετά από 30 μέρες ανηλεούς κατατρομοκράτησης των πολιτών, η 17η Ιουνίου είτε θα σημάνει τον απεγκλωβισμό της ελληνικής κοινωνίας από το φόβο και την έξοδό της στο πεδίο της μάχης για προκοπή και διεθνή αναγνώριση χωρίς πατερναλισμούς, είτε την εκποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και την ερημοποίησή της με αστάθμητες κοινωνικές συνέπειες.
Ο δρόμος του μνημονίου είναι ο δρόμος της εθνικής και κοινωνικής υποτέλειας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως επισημαίνουν πολλοί ξένοι παρατηρητές, εμφανίζεται ως η δύναμη της λογικής. Όλες οι άλλες επιλογές οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην ΕΡΗΜΟΠΟΙΗΣΗ, οικονομική και πνευματική και στην ΥΠΟΤΕΛΕΙΑ, κοινωνική και εθνική. Ο αλγόριθμος της λογικής λέει:
1. Αυτοί που πέτυχαν σε συνθήκες ειρήνης το παγκόσμιο ρεκόρ των 5 ετών βαθιάς ύφεσης μειώνοντας το εθνικό εισόδημα κατά 18% και ανεβάζοντας την ανεργία στο 22% και έκλεισαν τα βιβλία του κράτους με 9,1% έλλειμμα μετά από πολυετή άγρια φορολόγηση και λιτότητα, ζητούν να εφαρμόσουν ακόμα πιο σκληρές πολιτικές στις οποίες δεν μπορούν να ανταποκριθούν τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρξει σύντομα νέα εκτροπή από τους στόχους του μνημονίου και νέες απαιτήσεις των δανειστών για την εκποίηση της χώρας και τη μετατροπή της σε προτεκτοράτο, με μισθούς 300 ευρώ. Αυτό ισούται με την πλήρη καταστροφή και ισοδυναμεί με έξωση της Ελλάδας από το ευρώ. Αυτό εκπροσωπεί η Δεξιά του Σαμαρά και του Βενιζέλου. Οι φίλοι τους που έχουν βγάλει τα λεφτά τους έξω είναι αυτοί που θέλουν τη δραχμή… καθώς και αυτοί που παίζουν τα CD’S κ.ο.κ. Συνεπώς, η ψήφος στο Σαμαρά και το Βενιζέλο αποτελεί πράξη αυτοκτονική και παράλογη
2. Αντίθετα, ο μόνος που μπορεί να διασφαλίσει την παραμονή της χώρας στο ευρώ και στην ΕΕ είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί είναι ο μόνος που μπορεί να διαπραγματευτεί. Κι αυτό γιατί θα έχει τη νομιμοποίηση από την ψήφο του λαού και γιατί η κα Μέρκελ δεν κρατάει τον Τσίπρα από πουθενά.
3. Επίσης, μια κυβέρνηση της αριστεράς είναι η μόνη που μπορεί να καταστείλει το πελατειακό κράτος ΠΑΣΟΚ/ΝΔ και να ανατρέψει την εθνική εξάρτηση που έχουν χτίσει τα συμφέροντα.
4. Ακόμα, μια τέτοια κυβέρνηση μπορεί να διασφαλίσει την αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος υγείας υπέρ του λαού και να ανακτήσει το κύρος της δημόσιας παιδείας. Συνεπώς, η ψήφος στο ΣΥΡΙΖΑ είναι ψήφος της λογικής και της Ευρώπης.
5. Η ψήφος της 17/6 είναι ψήφος για τη λογική, για τα συμφέροντα των εργαζομένων, για την πατρίδα και την Ευρώπη. Αυτά δεν τα διασφαλίζει το δίδυμο Σαμαρά/Βενιζέλου, αλλά το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς.