Είναι γνωστό σε όλους ότι πρώτη επιθυμία κάθε κυβέρνησης αυτού του τόπου είναι να αναμορφώσει την εκπαίδευση. Δυστυχώς κανένα νομοσχέδιο καμίας κυβέρνησης τα τελευταία 30 χρόνια δεν έχει καταφέρει να αναμορφώσει την εκπαίδευση είτε σχολική είτε πανεπιστημιακή.
Μέχρι που το εξοχότατο επιτελείο της τρίτης κατά σειρά κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας αποφάσισε την ολική παραμόρφωσή της.
Λαμβάνοντας τη σκυτάλη από την εκλαμπρότατη και πεφωτισμένη πρώην υπουργό, κα Διαμαντοπούλου που άνοιξε το δρόμο στην διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης, το τερατογέννημα γιγαντώθηκε δια χειρός Αρβανιτόπουλου. Πρώτα με την ανώτατη εκπαίδευση, όπου ασύστολα και τελείως απροσδιόριστα καταργήθηκαν πολλά τμήματα σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, ενώ όσα απομένουν θα διοικούνται από την «καλή» πάστα καθηγητών και από τις ανάγκες ιδιωτών. Τώρα έρχεται να ολοκληρώσει τη θεάρεστη πράξη του με την αποδόμηση της πρώτης και δεύτερης βαθμίδας της εκπαίδευσης στην αρχή των εισαγωγικών εξετάσεων.
Όμως ξέφυγε από τον σοφότατο υπουργό η αντίδραση των καθηγητών. Όταν μάθαιναν από δημοσιογραφικές πηγές, αφού ακόμη η ΟΛΜΕ δεν έχει λάβει το επίσημο προεδρικό διάταγμα, ψηφισμένο από την Βουλή εδώ και μερικές μέρες, ότι κάποιες δεκάδες από αυτούς θα μετατεθούν σε παραμεθόριες περιοχές, δουλεύοντας με τα ίδια χρήματα, παραπάνω ώρες. Παράλληλα πληροφορούνταν ότι τίθενται υπό έλεγχο σε μια νεοσύστατη και νεοδιόριστη επιτροπή αξιολόγησης, η οποία θα έχει τον πρώτο λόγο για την παραμονή ή αποχώρηση ενός καθηγητή, συνυπολογίζοντας ακόμη και την επίδοση των μαθητών του στις εξετάσεις.
«Το καλό το παλληκάρι ξέρει και άλλο μονοπάτι» η αγαπημένη συνήθεια της δημοκρατικότατης και πατριωτικής αυτής κυβέρνησης είναι να επιστρατεύει εργαζόμενους που αντιδρούν στην καταστρατήγηση των εργασιακών τους δικαιωμάτων. Πρώτα ήταν για το καλό των πολιτών που ταλαιπωρούνταν στις μετακινήσεις τους, μάλιστα η κα Μπακογιάννη, πρώην ανυπόταχτη, νυν υποταγμένη, είχε δηλώσει σε εκπομπή του MEGA ότι εξαιτίας της απεργίας των εργαζομένων στα μέσα σταθερής τροχιάς οι άνεργοι δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά. Σήμερα, η κυβέρνηση θέλοντας να προστατέψει την οικογένεια από την βαναυσότητα των καθηγητών, τη διαλυμένη οικογένεια από χαράτσια, φόρους, αυξήσεις τιμών, την οικογένεια με τον έναν εργαζόμενο και τα παιδιά που λιποθυμούν στα σχολεία από έλλειψη φαγητού ή σε κάποιες περιοχές από έλλειψη θέρμανσης, την οικογένεια με τους ηλικιωμένους που δεν έχουν να πάρουν τα φάρμακά τους.
Αυτή η οικογένεια είναι το ορόσημο της κυβέρνησης, αυτή η ανύπαρκτη οικογένεια, την οποία λυσσαλέα έχουν κατασπαράξει οι εκάστοτε κυβερνήσεις εδώ και 3 χρόνια, ήρθε η ώρα να προστατευτεί από τον υπόλοιπο εργαζόμενο κόσμο που διεκδικεί αυτά που κάποτε ήταν αυτονόητα. Και η κοινωνία διχάζεται για άλλη μια φορά, από τη μία οι 100000 οικογένειες που δίκαια αγανακτούν και πολύ περισσότερο τα παιδιά αυτών που περιμένουν λύτρωση από το μαρτύριό τους και από την άλλη οι καθηγητές που δίκαια και αυτοί αγανακτούν. Αυτή η διχοτόμηση όμως είναι σίγουρα φυσιολογική; Αυτός ο άτυπος διαχωρισμός ανθρώπων που πλήττονται το ίδιο από την κυβερνητική πολιτική σε κακούς και καλούς μήπως είναι επικίνδυνη;
Την απάντηση την έχει δώσει ο Μπρεχτ 80 χρόνια πριν: «Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους, δεν διαμαρτυρήθηκα, γιατί δεν ήμουν Εβραίος. Όταν ήρθαν για τους κομμουνιστές δεν φώναξα, γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής. Όταν κατεδίωξαν τους τσιγγάνους, ούτε τότε φώναξα, γιατί δεν ήμουν τσιγγάνος. Όταν έκλεισαν το στόμα των Ρωμαιοκαθολικών που αντιτάσσονταν στο φασισμό, δεν έκανα τίποτα γιατί δεν ήμουν καθολικός. Μετά ήρθαν να συλλάβουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να αντισταθεί μαζί μου»