Ένα από τα δομικά προβλήματα που διαιωνίζουν την ελληνική κρίση είναι η απουσία μιας υπεύθυνης ηγέτιδας τάξης του κεφαλαίου. Αντ’ αυτού, διαθέτουμε έναν εσμό κεφαλαιούχων χωρίς αίσθημα συλλογικής ευθύνης, ούτε φιλοδοξίες καθοδηγητικής δράσης –πέρα από την καλλιέργεια διακριτικών επαφών με τα υπουργικά γραφεία. Κυνηγοί του συμφέροντός τους χωρίς ταξική συνείδηση, αντίστοιχη με αυτήν που συναντάται σε χώρες όπως η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία, ακόμα και η Ιταλία. Δεν μπορούν να συλλάβουν ότι τα πραγματικά, μακροπρόθεσμα συμφέροντα της επιχειρηματικής τάξης απαιτούν κοινωνική υπευθυνότητα, οικονομική αποτελεσματικότητα και εξωστρέφεια, καθώς και την έμπρακτη υιοθέτηση ενός διάφανου και κοινωνικά αποδεκτού συστήματος αξιών με θετική αντανάκλαση στην κοινή γνώμη.
Ποιος μπορεί αλήθεια να «εξαγνίσει» τον επιχειρηματικό κόσμο προσδίδοντάς του τα χαρακτηριστικά μίας διευθυντικής τάξης χωρίς κομματικές εξαρτήσεις και χωρίς κοινωνικές αναστολές, με διαχειρίσιμο όραμα για τον τόπο και το μέλλον. Παραδοσιακά κυριαρχούν οι παθογένειες μιας ορισμένης επιχειρηματικότητας, κρατικοδίαιτης και διαπλεκόμενης, αρπακτικής και αδιάφορης απέναντι στην κοινωνία. Είναι η δεσπόζουσα και δεσποτική οικονομική ολιγαρχία.
Όποιος τολμήσει να επικρίνει όχι μόνον τις πρακτικές αλλά και την νοοτροπία του επιχειρηματικού κατεστημένου, να θέσει τον δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων μίας σε μεγάλο βαθμό παρασιτικής αντίληψης που διέπει όλους σχεδόν τους μεγαλοσχήμονες της οικονομικής ζωής του τόπου, αντιμετωπίζεται ως δημόσιος κίνδυνος που πρέπει να καταδικαστεί σε σιωπή. Πώς να συλλάβουν αυτοί οι άνθρωποι ότι ο ηθικός εξαγνισμός τους στα μάτια της κοινωνίας εξυπηρετεί μεσομακροπρόθεσμα τα συμφέροντα του συνόλου της επιχειρηματικής κοινότητας –αν, βέβαια, θέλει να μετασχηματιστεί σε μία σύγχρονη και δυναμική επιχειρηματική τάξη.
[quote text_size=”small”]
Είναι γεγονός ότι, ιστορικά, η ελληνική κεφαλαιοκρατία και επιχειρηματικότητα κατά κανόνα δεν διακρίθηκαν για την εθνική τους συνείδηση, κατά κανόνα δεν επέδειξαν συναίσθηση κοινωνικής ευθύνης.
[/quote]
Πώς να ελπίσει κανείς ότι θα έβλεπαν το φως το αληθινό μέσα στην χοάνη της κρίσης; Ο ευρύτερος επιχειρηματικός χυλός της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, εμποτισμένος από την συντεχνιακή νοοτροπία και διαγκωνιζόμενος για κρατικές δουλειές ή προστασία, αδυνατεί να μετεξελιχθεί σε μία πραγματική επιχειρηματική τάξη, ικανή να παίξει τον ρόλο του κατ’ εξοχήν μοχλού της αναγκαίας αλλαγής στην χρεοκοπημένη Ελλάδα.
Και, ωστόσο, η κραυγαλέα ανικανότητα του πολιτικού προσωπικού να διαχειριστεί τα διακυβεύματα της κρίσης, έδινε μία ιστορική ευκαιρία στις δυνάμεις του επιχειρείν και της παραγωγής να απογαλακτισθούν από το χρεοκοπημένο κράτος και τους χρεοκοπημένους πολιτικούς και να πρωταγωνιστήσουν, αναλαμβάνοντας τον ρόλο του κύριου μοχλού ανάπτυξης και του εγγυητή της κοινωνικής συνοχής. Αντίθετα, όμως, ο επιχειρηματικός κόσμος άφησε παθητικά την διαχείριση της κρίσης σε ένα πολιτικό προσωπικό ειδικευμένο μόνον στις πελατειακές σχέσεις, απεκδυόμενος κάθε ενεργό ρόλο ή συνευθύνη. Με αποτέλεσμα η ιδιωτική οικονομία να υποστεί αυτά τα 6 χρόνια τεράστια αφαίμαξη στον βωμό της διαφύλαξης του κράτους των πολιτών και των ποικιλώνυμων πελατών.
Δεν φταίνε όμως οι ελλειμματικοί πολιτικοί. Φταίνε οι φεουδάρχες-χορηγοί τους! Η επιχειρηματική ολιγαρχία ξεγυμνώθηκε ολοκληρωτικά υπό το ανελέητο φως της κρίσης. Σήμερα παλεύει με νύχια και με δόντια για να επιβιώσει, αδιαφορώντας για το ευρύτερο συμφέρον και τα εθνικά διακυβεύματα. Είναι όμως τόσο μυωπική, που είναι καταδικασμένη να σβήσει…
* Αναπαράγουμε αυτό το γεμάτο αλήθειες κείμενο ενός γενναίου δημοσιογράφου. Αυτά που γράφει δεν είναι ιδεολογήματα ή φροϋδικού τύπου φαντασιώσεις, αλλά πηγάζουν από δικές του προσωπικές εμπειρίες. Δεδομένου ότι ο Αλέξανδρος Βέλιος –του οποίου κυκλοφόρησε πρόσφατα το βιβλίο “Εγώ κι ο Θάνατος μου. Το δικαίωμα στην ευθανασία” στο οποίο περιγράφει την επικείμενη αποχώρησή του από την ζωή (εκδόσεις Ροές) – ήταν για αρκετά χρόνια συνεργάτης του Δημήτρη Δασκαλόπουλου, σήμερα επίτιμου προέδρου του ΣΕΒ, γνωρίζει εκ των ένδον πρόσωπα και καταστάσεις. Συνεπώς, αυτή η πολύτιμη εμπειρία του δίνει ακόμα μεγαλύτερο βάρος στο παραπάνω άρθρο, το οποίο είδε το φως της δημοσιότητας στο περιοδικό Οικονομική Ασφαλιστική, τον περασμένο Φεβρουάριο. Σημειώνουμε ότι το κείμενο διατηρεί την φρεσκάδα και αποτελεί ουσιαστικά το κλειδί για να καταλάβει κανείς τί ακριβώς συμβαίνει και με τις ελληνικές τράπεζες.
Αθ. Χ. Παπανδρόπουλος