Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις η εξάρτηση της ΕΕ από τις εισαγωγές φυσικού αερίου θα αυξηθεί κατά την επόμενη δεκαετίας. Έχει όμως διασφαλιστεί η ασφάλεια του εφοδιασμού τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ή μήπως βρισκόμαστε μπροστά σε ένα προαναγγελθέν κραχ?
Ένας περιορισμένος αριθμός προμηθευτών αγωγού και υγροποιημένου φυσικού αερίου θα ανταγωνίζονται για να εξυπηρετήσουν τις αυξανόμενες ανάγκες εισαγωγής φυσικού αερίου στην Ευρώπη, καθώς οι αγορές της Ασίας είναι πιο ελκυστικές από άποψη ζήτησης και τιμών.
Το φυσικό αέριο αναδεικνύεται ολοένα και περισσότερο ως βασική πηγή ενέργειας στην καθημερινότητα μας. Μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, μικρότερες βιοτεχνίες, αυτοκίνητα ΙΧ, φορτηγά και οικιακοί καταναλωτές καλύπτουν σημαντικό τμήμα των αναγκών τους σε ενέργεια αξιοποιώντας το φυσικό αέριο.
Κοινό μυστικό αποτελεί ότι μια γενικευμένη διακοπή των προμηθειών από τη Ρωσία θα επηρέαζε πρακτικά ταυτόχρονα όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό οδηγεί στο λογικό συμπέρασμα πως η αμοιβαία υποστήριξη μεταξύ των χωρών – που συνεπάγεται ο υψηλός βαθμός διασύνδεσης – δεν θα ήταν αυτονόητη, ίσως και εφικτή.
Αρκετές χώρες μέλη της ΕΕ δεν έχουν ακόμα εξασφαλίσει το επιθυμητό επίπεδο ασφάλειας εφοδιασμού. Δεκατρία κράτη μέλη δεν πληρούν τους στόχους του CEER (αυτά είναι σχεδόν όλες οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης).
Μέχρι να εγκατασταθεί μια μονάδα πλωτής αποθήκευσης και επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRU), τα κράτη της Βαλτικής θα εξακολουθήσουν να εξαρτώνται απόλυτα από τη Ρωσία. Η Δυτική Ευρώπη είναι εξίσου ευάλωτη. Η Ιταλία έχει RSI (residual supply index) κάτω του 110%. Η Γερμανία και η Γαλλία πληρούν το στόχο μόνο επειδή η ζήτηση έχει μειωθεί πρόσφατα, ενώ δεν θα τον πετύχουν αν η ζήτηση αυξηθεί.
Η πλεονάζουσα ικανότητα εισαγωγής Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ένας δυνητικά σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην ασφάλεια του εφοδιασμού, αν και οι ικανότητες των αγωγών θέτουν περιορισμούς ως προς το βαθμό στον οποίο η εν λόγω δυναμικότητα θα μπορούσε να συμβάλει στην εξασφάλιση του εφοδιασμού περιοχών μακριά από τους τερματικούς σταθμούς.
Η μείωση του αριθμού των προμηθευτών αερίου αγωγού (π.χ. λόγω της μείωσης των Αλγερινών εξαγωγών) ή η περιορισμένη πρόσβαση σε υποδομές επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε ολιγοπωλιακή τιμολόγηση σε βασικούς κόμβους φυσικού αερίου της ΕΕ.
Η επίτευξη της φυσικής ανάστροφης ροής σε όλα τα σημεία διασύνδεσης του δικτύου της Ευρώπης θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη βελτίωση του βαθμού στον οποίο όλες οι περιοχές της ΕΕ μπορούν να επωφεληθούν από την ασφάλεια που προσφέρει τόσο η πλεονάζουσα δυναμικότητα στους τερματικούς σταθμούς εισαγωγής Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου όσο και η ευελιξία από άλλες πηγές εισαγωγής αερίου. Ωστόσο, η αντίστροφη φυσική ροή δεν εκτιμάται ότι θα αποτελέσει τη λύση στα προβλήματα ασφάλειας εφοδιασμού.
Η ΕΕ διεξήγαγε πρόσφατα προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων με στόχο να εντοπίσει εάν και πού είναι πραγματικά υπαρκτά τα θέματα ασφάλειας εφοδιασμού. Τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων αυτών καταδεικνύουν ότι η παρατεταμένη διακοπή του εφοδιασμού θα είχε σημαντική επίδραση στην ΕΕ, με τα κράτη μέλη της Ανατολικής Ευρώπης να επηρεάζονται περισσότερο.
Το κόστος αυτής της διαταραχής εξαρτάται από τον τύπο του καταναλωτή που επηρεάζεται, οπότε μια αξιολόγηση της κατάστασης ασφάλειας του εφοδιασμού θα απαιτήσει επίσης ορισμούς των βασικών καταναλωτών που πρέπει να προστατευθούν και μια ανάλυση του βαθμού στον οποίο μπορεί να εξασφαλιστεί η συνεχής παροχή σε αυτούς τους καταναλωτές. Άλλο ένα εμπόδιο αποτελεί η έλλειψη εναρμονισμένου τρόπου με τον οποίο τα κράτη μέλη ορίζουν τις ευπαθείς ομάδες καταναλωτών. Με άλλα λόγια οι ευπαθείς ομάδες, των οποίων η συνεχής προμήθεια με φυσικό αέριο είναι επιβεβλημένη, είναι διαφορετικές από χώρα σε χώρα. Συνεπώς το κόστος της διαταραχής στην ασφάλεια εφοδιασμού δεν μπορεί να υπολογιστεί με κοινά κριτήρια για όλες τις χώρες μέλη της ΕΕ.
Η εξάρτηση των χωρών και των κοινωνιών συνολικά για την κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών από το φυσικό αέριο ολοένα αυξάνεται. Η ασφάλεια εφοδιασμού αποτελεί υπαρκτό κίνδυνο και επηρεάζεται από πλήθος γεωπολιτικών και όχι μόνο παραγόντων. Προσπάθειες και σχεδιασμοί για την επίτευξη του στόχου γίνονται, το αποτέλεσμα όμως δεν είναι ακόμα επαρκές.
Χρειάζεται να αναπτυχθούν εκτιμήσεις σε σχέση με την κλίμακα και την ταχύτητα με την οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν πηγές όπως το Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο, ώστε να αντιμετωπίσουν σημαντικές διαταραχές στον εφοδιασμό. Η ανάπτυξη αποτελεσματικών μηχανισμών απόκρισης από πλευράς ζήτησης, μπορεί επίσης να ενισχύσει την ασφάλεια του εφοδιασμού.