Ελαφρώς πιο κοντές και πιο παχουλές ενδέχεται να είναι οι γυναίκες του μέλλοντος. Θα έχουν όμως πιο υγιή καρδιά και μακρύτερη αναπαραγωγική ηλικία.
Τα παραπάνω προκύπτουν βάσει έρευνας, που διαπίστωσε ότι το ανθρώπινο είδος εξακολουθεί να εξελίσσετε με αργούς αλλά σταθερούς ρυθμούς.
Επικεφαλής της μελέτης ο εξελικτικός βιολόγος Στέφεν Στερνς του πανεπιστημίου Γιέηλ.
Οι σύγχρονες ιατρικές εξελίξεις, οι οποίες επιτρέπουν στους ανθρώπους να ζουν μέχρι τα βαθειά γεράματα οδήγησαν ορισμένους επιστήμονες να υποστηρίζουν ότι η φυσική επιλογή δεν παίζει πλέον πρωτεύοντα ρόλο, άρα η ανθρωπότητα έχει σταματήσει να εξελίσσεται.
Σύμφωνα με τον Στερνς, αυτή η αντίληψη είναι λανθασμένη. Μπορεί να έχουν αμβλυνθεί οι διαφορές αναφορικά με την επιβίωση των ανθρώπων, με συνέπεια να μην επιλέγονται πλέον οι «καταλληλότεροι» (δηλαδή οι πιο προσαρμοσμένοι) άνθρωποι και τα γονίδιά τους, όμως οι διαφορές στην αναπαραγωγή υπάρχουν και μπορούν ακόμα να επιτελέσουν τη λειτουργία της φυσικής επιλογής και άρα της εξέλιξης.
Το βασικό ερώτημα, κατά τον Στερνς, είναι αν οι γυναίκες που έχουν περισσότερα παιδιά (άρα πλεονέκτημα αναπαραγωγής), διαθέτουν ξεχωριστά χαρακτηριστικά, τα οποία κληρονομούν στους απογόνους τους. Για να το εξακριβώσουν, ο βιολόγος του Γιέλ και οι συνεργάτες του μελέτησαν τα ιατρικά ιστορικά των 14.000 κατοίκων μιας πόλης της Μασαχουσέτης, από το 1948 μέχρι σήμερα, που καλύπτουν τρεις γενιές.
Όπως διαπιστώθηκε, οι πιο κοντές και μεγαλύτερου βάρους γυναίκες τείνουν να έχουν περισσότερα παιδιά σε σχέση με τις ψηλότερες και πιο λεπτές γυναίκες. Οι γυναίκες με χαμηλότερη πίεση αίματος και μικρότερο επίπεδο χοληστερίνης (άρα πιο υγιή καρδιά) αποκτούν πιο πολλά παιδιά, το ίδιο και οι γυναίκες που γεννάνε το πρώτο παιδί τους σε νεαρότερη ηλικία, καθώς και όσες έχουν εμμηνόπαυση σε μεγαλύτερη ηλικία. Οι ερευνητές επιβεβαίωσαν ότι αυτά τα χαρακτηριστικά πέρασαν από τις μητέρες στις κόρες τους, οι οποίες με τη σειρά τους απέκτησαν περισσότερα παιδιά.
Αν αυτές οι τάσεις συνεχιστούν επί δέκα γενιές, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Στερνς, η μέση γυναίκα το 2050 θα είναι κατά δύο εκατοστά πιο κοντή και κατά ένα κιλό πιο παχιά. Θα γεννά το πρώτο της παιδί περίπου πέντε μήνες νωρίτερα και θα μπαίνει στην εμμηνόπαυση δέκα μήνες αργότερα.