Το κάπνισμα απαγορεύτηκε καθολικά σε όλους τους δημόσιους χώρους. Χωρίς εξαιρέσεις και παραθυράκια ισχύει πλέον ο νέος νόμος. Θα φανεί κι αν εφαρμοστεί σε μια Ελλάδα που ακολουθεί με καθυστέρηση τις παγκόσμιες τάσεις.
Διότι, το ελληνικό παράδοξο (μας) θέλει να αντιστεκόμαστε σθεναρά σε τέτοιου είδους επιβολές και …επιβουλές. Έτσι, για την τιμή των όπλων. Διότι επί της ουσίας η απαγόρευση του καπνίσματος είναι πια αποδεκτή ακόμα κι απ’ τους ίδιους τους καπνιστές.
Τότε που είναι το πρόβλημα; Πουθενά, μάλλον. Απλά μένει μια πικρή αίσθηση των προσχημάτων που εφευρίσκει ο δυτικός κόσμος για να επικαλύπτει τις αντιφάσεις του, για να αιτιολογεί την υποτιθέμενη προστασία της δημόσιας υγείας.
Η απαγόρευση του καπνίσματος είναι απότοκο της ανοικτής σύγκρουσης ισχυρών αντιτιθέμενων συμφερόντων. Από την μια πλευρά, η πανίσχυρη καπνοβιομηχανία που μάχεται να διατηρήσει τους υψηλούς τζίρους της. Από την άλλη, οι πανίσχυρες ασφαλιστικές εταιρίες που αρνούνταν να πληρώνουν νοσήλια για να περιθάλπουν τα θύματα των καπνοβιομηχάνων. Η χρυσή τομή βρέθηκε στη μετακύλιση του κόστους της σύγκρουσης στους καταναλωτές.
Ο καπνιστής για να απολαύσει την επιβλαβή του συνήθεια πρέπει να πληρώσει εις διπλούν. Ακριβά τσιγάρα κι υψηλότερες ασφαλιστικές καλύψεις απ’ τους μη καπνιστές. Στο κάτω-κάτω είναι θέμα προσωπικής επιλογής. Όποιος θέλει να μολύνεται, πληρώνει.
Όποιος όμως μολύνει, πληρώνει; Ολόκληρος πετρελαϊκός κολοσσός έσπειρε την (οικολογική) καταστροφή στον κόλπο του Μεξικού. Ουδείς τιμωρήθηκε. Ουδείς μπήκε φυλακή. Η κουβέντα έγινε για το ύψος του προστίμου που θα πλήρωνε η πολυεθνική για μια δραστηριότητα που έβαλε στα ταμεία της δυσανάλογα μεγαλύτερα κέρδη. Κι οι κουβέντες για την επέκταση των δραστηριοτήτων της και στο πυθμένα της Μεσογείου, καλά κρατούν…
Είναι σαφές πως ό,τι βλάπτει δεν απαγορεύεται. Ή καλύτερα, ό,τι απαγορεύεται, συνήθως βλάπτει περισσότερο. Τα ναρκωτικά για παράδειγμα είναι απαγορευμένος καρπός. Ακόμα. Εκεί, το μεγάλο χέρι του κράτος δεν έχει εισχωρήσει για να διεκδικήσει (θεσμικά…) μερίδιο της αγοράς. Τα ποτά που κάποτε ήταν, έπαψαν πια να είναι. Η λύση βρέθηκε με την υψηλή φορολόγηση των ποτών. Το κράτος πήρε το μερίδιο που του αναλογούσε κι οι τζίροι της βιομηχανίας ποτών δεν μειώθηκαν. Όλοι ικανοποιημένοι.
Πλην των δυστυχών πολιτών που σχεδόν απροστάτευτοι απ’ την κρατική μέριμνα συνεχίζουν να πληρώνουν στο ακέραιο και με το παραπάνω το υψηλό τίμημα των προσωπικών “απολαύσεων”, νόμιμων ή παράνομων.