Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΙΜΟΒΟΡΟΣ…

Μοίρασε το

«Μέχρι να μας χωρίσει ο μεγάλος θυμός ήμασταν μια πολύβουη αγέλη από παιδιά και η Σου μεσουρανούσε στον κόσμο μας, απολαμβάνοντας τις τιμές μιας βασίλισσας. Η Μάγκυ ήταν η κολλητή της, ο Σμαρ ένα ιδιαίτερο αγόρι που απέπνεε την αύρα ενός σκοτεινού πρίγκιπα κι εγώ μια θολή ύπαρξη που την αποκαλούσαν Φτερό». Έτσι ανοίγει την αυλαία του ο «Τελευταίος Κύκνος» του Στέφανου Δάνδολου (Εκδόσεις Καστανιώτη).

Δέκα χρόνια μετά την αποφοίτηση τους, «τα παιδιά του μεσονυχτίου», ανασκαλεύουν «ένα δυσβάσταχτο ιστορικό που τους καταδίωκε χειμώνες
και καλοκαίρια, αρνούμενο την εξιλέωση τους»: ένας καταδιωκόμενος έρωτας, μια αυτοκτονία, δυο εξαφανίσεις και η φήμη πως η Σου υπήρξε στα 16 της ερωμένη του κατά 25 χρόνια μεγαλύτερου καθηγητή τους, μυστικά και ψέματα που ζητούν απαντήσεις.

Τι είναι αυτό που συνιστά το εκρηκτικό τοπίο της εφηβείας; Αναζήτηση προσωπικής και σεξουαλικής ταυτότητας, με τις αναπόφευκτες συγκρούσεις, κονταροχτύπημα με το μητρικό ή πατρικό πρότυπο, για να αναδυθεί-κάποτε ασθμαίνοντας- το αυθεντικό πρόσωπο, ανάγκη διαχωρισμού από τους γονείς, αναζήτηση αγάπης στο οικογενειακό περιβάλλον, ανάγκη αποδοχής και ένταξης στην ομάδα των συνομηλίκων, βίαιη και χυμώδης έναρξη της «ενήλικης» ζωής, παράφοροι έρωτες και ανεξέλεγκτες ζήλιες, «παιχνίδι» με τα όρια, πρώτη συνάντηση με το εντός φως και την εντός σκιά, και η αίσθηση πως ό,τι συντελείται στο άγουρο εφηβικό τοπίο σημαδεύει ανεξίτηλα και σηματοδοτεί την μετέπειτα πορεία του βίου.

Αυτό συνέβη τότε. Τα γεγονότα εκείνης της εφηβείας σημάδεψαν όλη τη μετέπειτα ζωή των «παιδιών του μεσονυχτίου».
Ο χαρούμενος, παιδιάστικος ψυχικός κόσμος θρυμματίζεται θριαμβευτικά και όλοι δοκιμάζουν τα εφηβικά τους φορέματα. Ένα πρόσωπο ξεχωριστό, αρκεί για να δημιουργήσει κατάσταση, ιστορία, αναγκάζοντας όλο τον περίγυρο να «αναμετρηθεί» μαζί του. «Στην άκρη κάθε πόθου υπάρχει μια Σου», για να παραφράσουμε τον Σεφέρη του «Έξι νύχτες στην Ακρόπολη».
Ο μαγνητισμός της Σου σαγήνευσε όλα τα αγόρια του σχολείου, γεννώντας παράφορο έρωτα στον Σμαρ και την Ιόλη, και μεγάλη αγάπη στη Μάγκυ, που έγινε αμέσως η «κολλητή» της, με μια ανάγκη να αυτοαφανιστεί, ταυτιζόμενη μαζί της. Σταδιακά η Μάγκυ απεκδύεται όλα τα χαρακτηριστικά της και γίνεται Σου (δηλαδή μέσα της ‘καμία’, εξωτερικά με έναν αμφίσημο τρόπο δευτεραγωνίστρια).

Η Ιόλη, το «Φτερό», μια θολή ύπαρξη-όπως αυτοπροσδιορίζεται- που έρχεται ενοχικά σε επαφή με την διαφορετικότητα της σεξουαλικότητας της, μέσα από τον πρωτόγνωρο έρωτα που της γεννά η Σου, ουσιαστικά ζει κυρίως μέσα της, νοιώθοντας στο περιθώριο των καταστάσεων,  λόγω της ομοφυλοφιλίας και των ανεκπλήρωτων πόθων της, περιθώριο ωστόσο που την προικίζει με το πεντακάθαρο μάτι του συγγραφέα-καταγραφέα καταστάσεων των περιπετειών της Μάγκυς και της Σου, δυο κοριτσιών που μοιάζουν να θριαμβεύουν η καθεμιά με τον δικό της τρόπο. Αδυνατώντας να ζήσει την δική της ζωή, η Ιόλη ζει μέσα από τις ζωές των άλλων.

Ο Σμαρ είναι ο «σκοτεινός πρίγκιπας», ένα αγόρι σημαδεμένο ανεξίτηλα από μια μαύρη αύρα, συμπιεσμένο από το οικογενειακό του περιβάλλον, πρόωρα ικανό για την μεγάλη αγάπη, άτυχο και νομοτελειακά μαγεμένο από τον έρωτα για την αυτοκαταστροφή.
Το βιβλίο έχει όλα τα χαρακτηριστικά του ψυχολογικού θρίλερ. Οι δυνάμεις ζωής συγκρούονται αμείλικτα με τις δυνάμεις του θανάτου σε ένα εκρηκτικό εφηβικό τοπίο, επιβεβαιώνοντας το φροϋδικό αρχέτυπο. Τα παιδιά ζουν έντονα την εφηβεία τους και τις μεταξύ τους σχέσεις. Δίνουν υποσχέσεις και όρκους αιώνιας αγάπης που η εφηβεία τους κάνει να μοιάζουν παντοδύναμους. Στροβιλίζονται ο ένας γύρω από τον άλλον. Ονειρεύονται ο ένας τον άλλον. Είναι οι έφηβοι της δεκαετίας του ’80, μιας εποχής που κουβαλούσε το άρωμα του ελληνικού «Μάη του 68», όταν έσπαγε ο ομφάλιος μεταπολιτευτικός λώρος και τα σεξουαλικά και κοινωνικά ήθη στην Ελλάδα μεταμορφώνονταν ραγδαία.

Στον «Τελευταίο κύκνο» ο Στέφανος Δάνδολος σαν να βρήκε τη δική του φωνή, σβήνοντας ολότελα κάθε ίχνος επιρροής. Για παράδειγμα οι «Νάρκισσοι και Κανίβαλοι» είναι γραμμένοι κάτω από τον αστερισμό της εβραϊκής μυθιστορηματικής σχολής, με τον Φίλιπ Ροθ να είναι παρών παντού στις σελίδες. Στον «Νέρωνα», το πιο φιλόδοξο μυθιστόρημα του, δεν μπορείς να αγνοήσεις μια λεπτή απόχρωση από Ρόμπερτ Γκρέιβς και Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, ίσως και λόγω θέματος. Και στο «Αγόρι στην αποβάθρα», το πιο προσωπικό του έργο, υπάρχει ένα αδιόρατο υπόβαθρο που παραπέμπει στον μυθικό Τζ. Ντ. Σάλιντζερ. Εδώ όλα αυτά μοιάζουν εκμηδενισμένα. Στον «Τελευταίο κύκνο» ο Δάνδολος δεν αποτίει φόρο τιμής σε καμιά μυθιστοριογραφική επιρροή του, αφήνει τα ερεθίσματα έξω από το χαρτί και προτάσσει αποκλειστικά και μόνο την δική του φωνή-μια φωνή λυρική μεν αλλά και ρεαλιστική, που δεν θυμίζει τίποτα και κανέναν, καθώς πιστοποιεί την συγγραφική του ωρίμανση και την πληθώρα των αφηγηματικών τεχνικών του.

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store

Μοίρασε το

του αρθρογράφου

ideas change society

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αφήστε μια απάντηση

Σχόλια

Μπες στη συζήτηση

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου