ΑΛΚΗ ΖΕΗ : ΜΕ ΕΧΕΙ ΣΩΣΕΙ ΤΟ ΧΙΟΥΜΟΡ

Μοίρασε το

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΠΟΜΠΟΥΛΑ 

Το συγγραφικό έργο της Άλκης Ζέη έχει από καιρό ξεπεράσει τα σύνορα της Ελλάδας και παραμένει και σήμερα αρυτίδωτο από τον χρόνο. Τα βιβλία της αγκαλιάστηκαν από το ευρύ κοινό, μεταφράστηκαν σε 35 γλώσσες και τιμήθηκαν με ελληνικά και ξένα βραβεία. Η ίδια η ζωή και το έργο της είναι αξεδιάλυτα δεμένα με την περιπέτεια της Ιστορίας του 20ου αιώνα. Σήμερα η Άλκη Ζέη μιλάει στον «ΤτΚ» με αφορμή το βιβλίο της «Σπανιόλικα παπούτσια και άλλες ιστορίες» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Καστανιώτη». Πρόκειται για μια σειρά αυτοβιογραφικών διηγημάτων -τα περισσότερα από τα οποία έχουν δημοσιευτεί στη «Λέξη»- με πολιτικές και υπαρξιακές διαστάσεις και πρωταγωνιστές σημαντικές προσωπικότητες της Ελλάδας. Με την δική της συγγραφική σφραγίδα η Άλκη Ζέη ανασύρει από τη μνήμη ολοζώντανες εικόνες από την Ελλάδα της Κατοχής και του Εμφυλίου, αλλά και από την προσφυγιά της στην Σοβιετική Ένωση και το Παρίσι, που αποτελούν μια πολύτιμη παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.        

Στα «Σπανιόλικα παπούτσια», αναφέρεστε σε συναντήσεις με σημαντικά πρόσωπα σε παλιούς δύσκολους καιρούς (κατοχή, εμφύλιο, χούντα, προσφυγιά). Ποια είναι η γεύση που σας έχουν αφήσει εκείνες οι εποχές;
 
Θυμάμαι εκείνα τα χρόνια με νοσταλγία, γιατί ήμασταν όλοι μαζί, είχαμε ένα σκοπό, και παρόλο που η καθημερινή ζωή ήταν αρκετά δύσκολη, το ξεπερνούσαμε με το να μαζευόμαστε ο ένας στο σπίτι του άλλου, αισθανόμασταν ότι παλεύαμε και είχαμε μια προοπτική. Παρόλο που ήταν κατοχή , πείνα, εμφύλιος ή χούντα από τη μνήμη έχει φύγει η πολλή αγριότητα και έχει μείνει η αγάπη και η νοσταλγία για τους ανθρώπους και τις συζητήσεις που κάναμε.
Εμείς, τότε πολύ νέα κορίτσια κάναμε παρέα με ανθρώπους δημιουργημένους (Ελύτη, Γκάτσο, Πλωρίτη κλπ) που ήταν τα πανεπιστήμια μας. Δεν είχαμε τα οικονομικά μέσα για να καλέσουμε κόσμο να φάει σπίτι. Προσφέραμε καφέ, άντε και έφτιαχνε και η μαμά μου και κανένα κέικ. Κάναμε βεγγέρα μετά το φαγητό και συζητούσαμε.
 
Ζήσατε πόλεμο, δυο δικτατορίες, εμφύλιο, δυο προσφυγιές, συμμετείχατε στην περιπέτεια της Αριστεράς. Πιστέψατε και παλέψατε για έναν καλύτερο κόσμο. Πόσο οι εμπειρίες αυτές διαμόρφωσαν την προσωπικότητα σας;
 
Σίγουρα με διαμόρφωσαν σαν άνθρωπο. Η πίστη που είχαμε τότε ήταν πολύ ισχυρή. Όταν έγινε το 20ο συνέδριο της ΕΣΣΔ, ελπίζαμε πως θα εκλείψουν τα στοιχεία που μας ενοχλούσαν και θα έρθουν άλλα καλύτερα. Και με τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968, πιστεύαμε ότι θα βγουν επάνω τα καλά στοιχεία. Σε όλα διαψευστήκαμε κατά κάποιο τρόπο, αλλά δεν μετανιώσαμε που τα περάσαμε όλα αυτά.
 
Υπήρξατε πολιτική πρόσφυγας στην ΕΣΣΔ την περίοδο 1954-1964. Πως αξιολογείτε εκείνη την περίοδο;
 
Μας είχαν πει πως η ΕΣΣΔ ήταν ο επίγειος παράδεισος. Αν δεν το πιστεύαμε αυτό θα ήμασταν καλύτερα. Στην Τασκένδη, η καθημερινή ζωή ήταν αρκετά δύσκολη. Όταν πήγα εκεί από την Ιταλία, όλα μου φαίνονταν παράξενα, ήμουνα σαν τη μύγα μες το γάλα, γιατί αυτούς που συνάντησα ήταν ήδη 5 χρόνια εκεί. Οι περισσότεροι -παιδιά αμόρφωτα από χωριά- άρχισαν να μαθαίνουν ρωσικά, τέχνες, να πηγαίνουν σε ινστιτούτα, είχαν ήδη στρώσει τη ζωή τους. Ευτυχώς με στήριξαν πολύ εκεί ο άνδρας μου Γιώργος Σεβαστίκογλου, ο Μάνος Ζαχαρίας και ο Αντώνης Γιαννίρης. Εκεί υπήρξε η πρώτη διάψευση του ονείρου και οι άλλοι με ειρωνευόντουσαν γιατί είχαν καταλάβει τις δικές μου απορίες. Αλλά πάντα βρίσκαμε δικαιολογίες. Στην Τασκένδη γνωρίσαμε εξαιρετικά μορφωμένους Ρώσους, καθηγητές μεγάλων Πανεπιστημίων στη Μόσχα που εργάζονταν σε ΤΕΙ. Σκεφτόμασταν πως τους έφεραν για να ανεβάσουν
ποιοτικά το επίπεδο του Ουζμπεκιστάν. Από τους ίδιους μάθαμε ότι ήταν εξορία. Δεν πιστεύαμε ότι υπήρχαν εξορίες και στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αν μας το έλεγαν θα λέγαμε ότι είναι προπαγάνδα του εχθρού. Ήταν τέτοιος ο φόβος που ούτε στενοί φίλοι δεν το ανέφεραν. Μια πάρα πολύ στενή μας φίλη, που έζησε στη Γαλλία, μόλις πριν λίγα χρόνια μου είπε ότι ο πατέρας της πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η οριστική διάψευση ήρθε με την πτώση του τείχους του Βερολίνου.
 
Όταν ξεκινήσατε να γράφετε πιστεύατε ότι το έργο σας-που είναι γεμάτο Ιστορία- θα γνωρίσει παγκόσμια απήχηση;
 
Δεν φανταζόμουνα ποτέ ότι «Το καπλάνι της βιτρίνας» θα μεταφραστεί σε 35 γλώσσες. Το έγραψα για να το διαβάσει μια παρέα φίλων. Καθόλου δεν είχα υποπτευτεί την πορεία του. Ίσως αυτό που αρέσει στα παιδιά άλλων χωρών είναι ότι διηγείται ένα παιδί για μια εποχή δικτατορίας. Έγραψα εφηβικά βιβλία…κατά λάθος! Το 1963 που βγήκε «Το καπλάνι της βιτρίνας», ονομάστηκε «νεανικό», αλλά τα παιδιά δεν διάβαζαν τότε τέτοια βιβλία. Το απαγόρευσε η δικτατορία του ’67 και η απήχηση του άρχισε μετά την μεταπολίτευση. Έκανε πάνω από 10 χρόνια να πάρει μπρος. Λέτε πως τα βιβλία μου είναι γεμάτα Ιστορία. Έχω ζήσει τόσο πολύ την Ιστορία, που μου βγαίνει από τα αυτιά.
 
Ποιες είναι για σας οι διαχρονικές αξίες και ποιο το «μυστικό» σας όπλο;
 
Πιστεύω πολύ στη φιλία, στην συντροφικότητα, στη σχέση με τους ανθρώπους. Εμένα με έχει σώσει το χιούμορ. Και στις πιο δύσκολες στιγμές μου είχα χιούμορ, όσο απελπισμένη και να ήμουνα.  Στη «Monde» ένας κριτικός είχε γράψει για τον «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου» πως «είναι η πρώτη φορά που έχω δει μια σκηνή που αν της δεις ψυχρά είναι φρίκη, αλλά είναι δοσμένη με χιούμορ και ελαφράδα». Πρόκειται για τη σκηνή που τα δυο παιδιά που παίρνουν αλά μπρατσέτο την πεθαμένη γιαγιά, σαν να είναι ζωντανή και τη πάνε περίπατο για να κρατήσουν το δελτίο του ψωμιού. Προσπάθησα να την δώσω με τρυφερότητα.  
  
 
Πως κρίνετε την «στροφή προς τα μέσα» που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στη λογοτεχνία;
 
Τα βιβλία που στρέφονται υπερβολικά προς τον εαυτό δεν τα βρίσκω ενδιαφέροντα. Σαν να μην υπάρχει γύρω τίποτα. Μπορείς να στρέφεσαι και στον εαυτό σου, αλλά με μια γνώμη για το τι γίνεται γύρω σου. Γι αυτό δεν υπάρχουν στον αιώνα μας παγκόσμια μεγάλοι συγγραφείς, ένας Μπαλζάκ, ένας Ντοστογιέφκι. Γιατί αυτοί παρόλο που έγραφαν για σχέσεις και εσωτερικά πράγματα, ήταν απλωμένοι στον κόσμο.
 
 Μιλήστε μας για την εμπειρία των επισκέψεων σας σε σχολεία σε όλη την Ελλάδα και της επαφής με τα σημερινά παιδιά.
 
Με γεμίζει πολύ να πηγαίνω στα σχολεία. Πρόσφατα είχα συγκινηθεί σε ένα διαπολιτισμικό σχολείο-με παιδιά από πολλές χώρες- και  ένοιωσα μεγάλο θαυμασμό για τις καθηγήτριες. Εκεί βλέπω τι έχω κάνει, γιατί συζητάμε πάνω στα βιβλία μου. Τα παιδιά έγραψαν για την «Κωνσταντίνα και τις αράχνες της»: «Αν εμείς είχαμε μια τέτοια συμμαθήτρια, δεν θα την αφήναμε ποτέ να πέσει στα ναρκωτικά. Θα στεκόμασταν δίπλα της, θα τη βοηθούσαμε». Ήταν καταπληκτικό.
              
Τι πιστεύετε για τη δύσκολη σημερινή συγκυρία;


Έχω περάσει πολλές κρίσεις και δύσκολες καταστάσεις. Θέλω να ελπίζω ότι θα βγούμε από αυτό το λούκι. Είμαι αισιόδοξη.

 

Η συνέντευξη δημοσιεύεται στον “ΤΥΠΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ”.

 

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store

Μοίρασε το

του αρθρογράφου

ideas change society

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αφήστε μια απάντηση

Σχόλια

Μπες στη συζήτηση

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου