Γιώργος Παπακωνσταντίνου ή Λούκα Κατσέλη; Οι πολίτες, μέσω του έκτακτου βαρόμετρου της Public Issue ψήφισαν αναφανδόν τον πρώτο.
Ίσως αυτό και να εξηγεί γιατί ο Γιώργος Παπανδρέου αποφάσισε εν τέλει να υιοθετήσει την πρόταση του υπουργού Οικονομικών για τη λήψη σκληρών δημοσιονομικών μέτρων, αγνοώντας τις εκκλήσεις της υπουργού Οικονομίας για “ήπια προσαρμογή”.
Το πρόβλημα βεβαίως για τον κ. Παπακωνσταντίνου θα προκύψει όταν θα κληθεί να απευθυνθεί στο εκλογικό σώμα για την επανεκλογή του. Διότι, η αποδοχή της πολιτικής του απ’ την κοινή γνώμη, οφείλεται κυρίως στους ψηφοφόρους της ΝΔ, οι οποίοι εν προκειμένω δεν θα τού είναι χρήσιμοι. Αντιθέτως, η πολιτική της κας Κατσέλη χαίρει της αποδοχής μιας σημαντικής μερίδας ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ.
Σε κάθε περίπτωση, το ερώτημα για ένα πολιτικό είναι σε ποια ομάδα (target group) ψηφοφόρων απευθύνεται. Φαίνεται ότι ο υπουργός Οικονομικών έχει αποφασίσει να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο ακροατήριο, σε αντιδιαστολή με την υπουργό Οικονομίας που φαίνεται να επιλέγει την “κομματική πεπατημένη”.
Η παραπάνω είναι η μια εκδοχή. Η άλλη (πιο συνομοσιολογική κι ως εκ τούτου αθέατη) θέλει τον κ. Παπακωνσταντίνου να χαίρει της αποδοχής ισχυρών οικονομικών κέντρων που κινούν τα νήματα της ενημέρωσης κι έχουν κάθε λόγο να υπερπροβάλουν, προκειμένου εν τέλει να καταστούν πειστικά, την αναγκαιότητα των μέτρων, σε αντιδιαστολή με την κα Κατσέλη που τη θέλουν να εμφανίζεται ως το “κόκκινο πανί” για τραπεζίτες και μεγαλοεπιχειρηματίες.
Κάπως έτσι εμφανίζουν τα πράγματα οι εκατέρωθεν “καλοθελητές”. Διότι αν αναζητήσει κανείς διαφορές των δυο υψηλόβαθμων στελεχών της κυβέρνησης στην ανάγκη μείωσης των κρατικών δαπανών, στη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων που βαρύνουν υπέρογκα κι χωρίς αντίκρισμα ανταποδοτικότητας το κρατικό κορβανά, στη αύξηση της ανταγωνιστικότητας, στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και στην εγκαθίδρυση ενός νέου μοντέλου ανάπτυξης, ουσιαστικές διαφορές δεν θα βρει.
Ίσως λοιπόν, οι όποιες διαφορές τους να αφορούν στη νομή της πολιτικής επιρροής, πλην όμως αυτό ουδόλως απασχολεί τους πολίτες. Διότι, ακόμα και χωρίς την κρίση, χωρίς τις πιέσεις των ξένων και την επιτήρηση των Βρυξελλών, είναι ξεκάθαρο πλέον πως η χώρα πρέπει να νοικοκυρέψει τα οικονομικά της, να συμμαζέψει το κράτος και να βρει τον τρόπο να παράξει νέο πλούτο. Τα υπόλοιπα είναι ψιλά γράμματα για τους πολλούς.