ΚΥΝΗΓΟΙ ΕΝΟΣ… ΑΛΛΟΘΙ

Μοίρασε το

Πολιτικό μήνυμα δεν έστειλαν μονάχα όσοι ψήφισαν. Αντίθετα από ότι πιστεύουν οι πολιτικοί μας και οι «έγκυροι αναλυτές» το σημαντικότερο μήνυμα το έστειλαν όσοι δεν ψήφισαν και όσοι αποφάσισαν να αναδείξουν το Κόμμα των Κυνηγών ως το πρώτο των λεγομένων «λοιπών» κομμάτων και να αυξήσουν τη «δύναμη» του Βεργή κατά 0,07%. Σύνολο των ποσοστών της Αποχής και των «λοιπών» κομμάτων, 54,74%…

Αλλά για το πρωτάκουστο αυτό ποσοστό κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη και όλοι μιλούν αόριστα για τη «ψήφο διαμαρτυρίας» και για το μήνυμα που πήραν, μασκαρεύοντας την ήττα με ιδεολογήματα που κανένας απλός πολίτης δεν καταλαβαίνει.

Η Κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός, για πολλοστή φορά, καταφεύγουν στη διεθνή οικονομική κρίση για δικαιολογήσουν την  απόρριψη που οδήγησε τους μισούς σχεδόν ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας στην ενσυνείδητη αποχή και στην επιλογή υπερψήφισης άλλου μικρότερου κατά προτίμηση κόμματος, ανατρέποντας το πλεονέκτημα των 9 μονάδων επί του ΠΑΣΟΚ που πέτυχαν πριν πέντε χρόνια και χάνοντας ένα επί πλέον 4,4%.

Αλλά το κυβερνητικό άλλοθι της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης αυτοακυρώνεται από τη στιγμή που, τα συντηρητικά κόμματα και κυβερνήσεις νίκησαν κατά κράτος, παρά το ότι οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες ένοιωσαν μεγαλύτερο το βάρος της. Και, κυρίως, όταν η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή ισχυρίζεται ότι, σε σύγκριση με τις οικονομίες αυτές η ελληνική βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα.

Ως Πρωθυπουργός και ως Πρόεδρος του κυβερνόντος κόμματος, ο Κώστας Καραμανλής, αλλά και σύσσωμη η κομματική και κυβερνητική νομενκλατούρα, δεν αναλαμβάνουν καμίαν ευθύνη για την αποτυχία τους να πείσουν τους οπαδούς τους πως η πολιτική που ακολούθησαν τα πέντε τελευταία χρόνια αξίζει την έγκρισή τους. Ούτε νοιώθουν υπεύθυνοι που ο μέσος πολίτης δεν είδε ότι οι ευρωεκλογές αυτές τον αφορούσαν άμεσα και, άρα, όφειλε να επιλέξει την κάλπη από τις κάλπικες αναφορές σε «μεταρρυθμίσεις», «στόχους»  και σε «χρήσιμες, όχι αρεστές πολιτικές επιλογές».  Παρ’ όλο που στην τελική καταμέτρηση των ψήφων, σε απόλυτους αριθμούς, είναι φανερή η απώλεια της μισής περίπου εκλογικής δύναμης της Νέας Δημοκρατίας και  η αναντιστοιχία μεταξύ της μειοψηφίας της σε επίπεδο λαϊκού ερείσματος και της κοινοβουλευτικής της πλειοψηφίας.

Τα όσα σκάνδαλα είδαν το φώς της δημοσιότητας τα πέντε τελευταία χρόνια, με αποκορύφωμα την απόφαση και διαταγή του Πρωθυπουργού να κλείσει τη Βουλή για να συγκαλύψει τους ενεχόμενους σε κάθε σκάνδαλο, δηλαδή το χειρότερο μεταπολιτευτικό ευτελισμό του θεσμού, ήταν η χαριστική βολή που μαζί με την καταστροφική οικονομική πολιτική, την αδιαφάνεια και τη διαπλοκή απαξίωσαν το πολιτικό σύστημα της χώρας στο σύνολό του.

Για μιαν ακόμα φορά, ο πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Ν.Δ. διάλεξε το κουκούλωμα των πραγματικών αιτίων της τερατώδους λαϊκής άρνησης του  αυθεντικότερου δικαιώματος σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Τόσο ο ίδιος αλλά  και όσοι από τους υπουργούς και βουλευτές του, στις τηλεοπτικές οθόνες και στα ερτζιανά, πήραν μέρος σε συζητήσεις για τις ευρωεκλογές,  καταφεύγοντας σε ρητορικούς ακροβατισμούς απεκδύθηκαν κάθε συμμετοχής και ευθύνης στη διαμόρφωση της εικόνας λαϊκής αποδοκιμασίας, οργής και καταδίκης που περιγράφει ο πίνακας των εκλογικών αποτελεσμάτων.

Έστω κι αν τα «λοιπά» κόμματα αθροιστικά κρατήθηκαν στα συνήθη επίπεδα, κοντά στο 7%,  η ανάγνωση του πίνακα αυτού, ανάποδα, από κάτω προς τα πάνω, «από το υπόγειο προς το ρετιρέ», ίσως οδηγούσε τον ίδιο τον Πρωθυπουργό και τον Υπουργό Οικονομίας στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε τίποτε πιο άστοχο και πιο επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή από την απειλή που εκτόξευσαν. Ότι, δηλαδή, θα συνεχίσουν όσα έκαναν μέχρι σήμερα και τα ονόμασαν «μεταρρυθμίσεις», ότι  το εκλογικό αποτέλεσμα δεν επηρεάζει την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και ότι δεν θα αλλάξει η κυβερνητική πολιτική που μας έφερε ως εδώ.

Γι αυτό, οι ευθύνες του ΠΑΣΟΚ ως κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν περιορίζονται στη διαχείριση του αδιαμφισβήτητα άνετου νικητήριου προβαδίσματος των 4,4 ποσοστιαίων μονάδων με στόχο την εξουσία. Ο χαρακτηρισμός του προβαδίσματος αυτού ως προάγγελου δυνητικής κυβερνητικής του αυτοδυναμίας στις επόμενες και μάλλον επικείμενες εθνικές εκλογές δεν αποτελεί θετικό σύμπτωμα, όσο το ΠΑΣΟΚ δεν γίνεται φορέας ενός προγράμματος συγκεκριμμένων πολιτικών προτάσεων απόρριψης δεσμών που το αιχμαλωτίζουν σε συμφέροντα ατόμων και ομάδων.

Οι προτάσεις που παρουσίασε στην πέρυσι στη Θεσσαλονίκη ο Πρόεδρός του Γιώργος Παπανδρέου και που έπεισαν για τις προθέσεις του, έστω κι αν δεν ενθουσίασαν τον μέσο πολίτη, έχουν πολλά φρούρια και αντιστάσεις να ξεπεράσουν. Στην οικονομία, στην κοινωνική πολιτική, στη διακυβέρνηση, στη δομική και διαχειριστική διαφάνεια, στην ενδυνάμωση των απαξιωμένων θεσμών και σε πολλούς άλλους τομείς όπου ανεξέλεγκτες δυνάμεις προσπάθησαν -και μερικές φορές πέτυχαν- να δέσουν τα χέρια όχι μόνο κυβερνήσεων αλλά και πολιτικών του.

Το κόμμα της μείζονος αντιπολίτευσης κατάφερε να δείξει τη δική του εναλλακτική πολιτική, κυρίως στο προνομιακό γι αυτό πεδίο της οικονομίας,  λόγω των κυβερνητικών εξόφθαλμα επιλεκτικών και αποτυχημένων επιλογών, και να την προβάλει συσπειρωτικά. Ωστόσο, η νέα επαφή του ΠΑΣΟΚ με την κοινωνία αρχίζει από τη καθαρή ματιά στην ανάγνωση του εκλογικού αποτελέσματος, μέσα από την καθημερινότητα της αγωνίας του μέσου πολίτη, σήμερα και μακριά από τα σκοτεινά υπόγεια εργαστήρια των μηχανισμών όπου σε πνίγει η μπόχα της φορμόλης.

Αλλά στο εκλογικό αποτέλεσμα ούτε προς στα κόμματα της αριστεράς δεν σημειώθηκε η μεγάλη ανατροπή, πάνω στην οποία θα μπορούσαν να στηρίξουν τις διεκδικήσεις τους, σε μια εποχή όπου ο πολίτης σε κάθε του βήμα ζει τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά  επακόλουθα του νεοσυντηρητισμού. Αντίθετα τόσο το ΚΚΕ που αναδείχτηκε σε τρίτο κόμμα, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ, που υποσκελίστηκε από το ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη, παρά τους φιλόδοξους στόχους τους έχασαν τόσο σε επίπεδο ποσοστών όσο και σε επίπεδο απόλυτων αριθμών των οπαδών τους. Αλλά και οι Οικολόγοι διέψευσαν τις υπέρ τους δημοσκοπικές προσδοκίες των προηγουμένων ημερών και εβδομάδων, εξασφάλισαν ποσοστό που τους δίνει μία μόλις έδρα και τους πήραν στασίδι  ανάμεσα στα κόμματα με αριστερές τάσεις.

Η πραγματικότητα αυτή σε συνδυασμό με το αποτέλεσμα του «κερδισμένου» ΛΑΟΣ, που αναδείχτηκε σε τέταρτη δύναμη με 7,15% και 179.000 ψήφους, καθώς και με τις ανατροπές υπέρ του συντηρητισμού, κυρίως ακροδεξιών κομμάτων,  στις άλλες χώρες της Ε.Ε., σίγουρα πρέπει να προβληματίσει όχι μόνο την αριστερή και κεντροαριστερή ηγεσία, αλλά και να ερμηνευτεί ως ένας ακόμη παράγοντας που προοιωνίζει κινδύνους κοινωνικής πόλωσης και δύσκολους καιρούς για την κοινωνική συνοχή και ειρήνη.

Κι ευθύνες για τη σωστή ανάγνωση των αποτελεσμάτων των τελευταίων εκλογών για να αποτρέψουν την εμφάνιση ενός τέτοιου φαινομένου έχουν τόσο τα κεντροδεξιά όσο και τα κεντροαριστερά μεγάλα λεγόμενα κόμματα εξουσίας, αλλά και τα κόμματα της αριστεράς που διεκδικούν μια αυξημένη κοινωνική ευαισθησία κόμματα. Όλοι, ανεξαίρετα.

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store

Μοίρασε το

του αρθρογράφου

ideas change society

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αφήστε μια απάντηση

Σχόλια

Μπες στη συζήτηση

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου