Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες η απόλυτη ελευθερία του λόγου, εφ’ όσον δεν αδικεί και δεν προσβάλει προσωπικά κάποιον, αποτελεί δομικό συστατικό του πολιτικού συστήματος. Όλοι δικαιούνται είτε να διαφωνούν είτε να συμφωνούν δημόσια, πόσο μάλλον τα πολιτικά κόμματα και οι πολιτικοί που έχουν υποχρέωση, όταν κυβερνούν να υπερασπίζονται τις αποφάσεις τους και όταν είναι στην αντιπολίτευση να ασκούν ασφυκτικό έλεγχο στην ασκούμενη εξουσία. Και φυσικά
ο εκφερόμενος δημόσιος λόγος κρίνεται για την αξιοπιστία του και αναλαμβάνει το κόστος είτε της μετριότητάς του, είτε της αφοσίωσής του στο κοινό καλό, που αν αφορά πολιτικό το εισπράττει στις εκλογές, αν πρόκειται για ΜΜΕ, το εισπράττει ως αποδοχή απ’ το κοινό.
Όμως αν η πολυφωνία είναι αναγκαία για τη δημοκρατία μας, δεν ισχύει το ίδιο για το ενδοκυβερνητικό αλαλούμ που παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες, που αν δεν βρισκόταν η χώρα στο τούνελ της οικονομικής κρίσης, θα φάνταζε ως ιλαροτραγωδία και θα έδινε αρκετό υλικό στους επιθεωρησιογράφους.
Τι να επισημάνει κανείς. Οι παλινωδίες και η ασυνεννοησία υπουργείου Περιβάλλοντος και ΚΟ για το σχέδιο Νατούρα, η συγνώμη του υφυπουργού Ντόλιου για το αλαλούμ με τις αναδρομικές χρεώσεις για τους ημιυπαίθριους, η μεταμεσονύχτια αντίδραση στη συνέντευξη της τρόικας καθώς και ο πολιτικά ερασιτεχνικός χειρισμός ενός οικονομικού εργαλείου που ενώ όλοι σχεδόν συμφωνούσαν ότι πρέπει να χρησιμοποιηθεί, είχε ως αποτέλεσμα να τους στρέψει όλους εναντίον. Ακόμη και η βιασύνη κυβερνητικών στελεχών να θριαμβολογήσουν για την πρόταση εξαγοράς της Άλφα τράπεζας από την Εθνική, πριν καταλήξουν σε συμφωνία, δείχνει με βεβαιότητα ότι κάτι δεν πάει καλά στο συντονισμό του κυβερνητικού έργου και ότι το σχήμα έχει αρχίσει να παρουσιάζει σημεία κόπωσης.
Κάποιοι αποδίδουν τις συνεχείς δυσλειτουργίες στην αποδιοργάνωση της ομάδας συντονισμού υπό τον Γ. Ραγκούση, η οποία λειτούργησε για τελευταία φορά στην επιτυχή διαχείριση της κατάληψης κτιρίου της νομικής από αριστεριστές και λαθρομετανάστες. Άλλοι θεωρούν ότι οφείλονται στο γεγονός ότι την κυβέρνηση «τρέχουν» σε ρυθμούς μνημονίου λίγα στελέχη κοντά στον πρωθυπουργό, ενώ οι υπόλοιποι υπουργοί είτε βρίσκονται εκτός κλίματος, είτε αποφεύγουν να προωθήσουν νομοσχέδια αιχμής για να αποφύγουν το πολιτικό κόστος και τις συγκρούσεις με τους συνδικαλιστές. Υπάρχουν και εκείνοι που θεωρούν ότι το πρόβλημα είναι επικοινωνιακό, το δημιουργούν τα ΜΜΕ, και ότι με καλύτερη οργάνωση και έγκαιρη ενημέρωση του κυβερνητικού εκπροσώπου από το Μαξίμου αλλά και τους αρμόδιους υπουργούς, πολλές «γκάφες», θα είχαν αποφευχθεί.
Ότι πάντως και να συμβαίνει, η εικόνα που παρουσιάζει το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση δεν πείθει ότι έχει πολλά αποθέματα ακόμη για ρήξεις και αλλαγές, σε μια περίοδο μάλιστα που αναμένονται σημαντικές αποφάσεις για την ευρωζώνη και για τη χώρα μας, στις συνόδους κορυφής του Μαρτίου και είναι αναγκαίο να εκπέμπεται ισχυρό μήνυμα αποφασιστικότητας της Ελλάδας. Αφού δε έχει αποκλειστεί εκτός απροόπτου, το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, το μόνο που μένει είναι να παρέμβει ο πρωθυπουργός και να κάνει σαρωτική αναδιάταξη του κυβερνητικού σχήματος, πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη.