Ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος μπορεί να έχει μαρξιστική κουλτούρα. Να επηρεάζεται από διάφορες πτυχές της. Πλην όμως ούτε ανόητος είναι, ούτε καιροσκόπος, αλλά ούτε και ανεύθυνος σε αυτά που αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας. Κατά συνέπεια, πηγαίνοντας να συναντήσει τον σοσιαλδημοκράτη Γερμανό ομόλογό του κ. Όλαφ Σολτς, δεν είχε τις ψευδαισθήσεις που κάποιοι διακινούν στην χώρα μας. Ότι, δηλαδή, ο αντικαταστάτης του κ. Β. Σόϊμπλε θα είναι πιο διαλλακτικός στο ελληνικό θέμα. Άρα και θα κάνει κάποια χατίρια στην κυβέρνηση των Συριζανέλ, που με πολύ άγχος κρατιέται ακόμη στην εξουσία.
Ο κ. Τσακαλώτος γνωρίζει καλά ότι στο Βερολίνο οι όποιες στρατηγικές επιλογές δεν αλλάζουν επειδή άλλαξε ο Χ ή ο Ψ υπουργός. Ιδιαίτερα στην οικονομία. Ειδικά δε για την Ευρώπη και την ευρωζώνη το Βερολίνο έχει ξεκάθαρη στρατηγική αντίληψη. Αυτή σε μεγάλο βαθμό υπαγορεύει και τις επιλογές Μακρόν στην Γαλλία.
Είναι ολοφάνερο ότι ο Γάλλος πρόεδρος, για να φέρει την χώρα του πιο κοντά στην Γερμανία, υιοθετεί πολιτικές που έχουν εφαρμοσθεί στην χώρα του Γκαίτε από το 2000 και υπό σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση.
Υπό παρόμοιες συνθήκες, συνεπώς, η Γερμανία είναι φανερό ότι θα επιμείνει στην συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής στην Ελλάδα, δίνοντας βεβαίως τα εύσημα για όσα έχουν γίνει. Δεν θα κατεβάσει όμως ξαφνικά τα όπλα και θα επιτρέψει ελάφρυνση του χρέους χωρίς όρους.
ΑΠΆΤΗ Ή ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΤΟΥΣ ΠΙΣΩ;
Όπως όλοι οι δανειστές, έτσι και οι Γερμανοί θέλουν να ξέρουν δύο πράγματα:
Το πρώτο είναι ότι δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για να πάρουν τα λεφτά τους πίσω.
Το δεύτερο είναι ότι δεν θα χρειαστεί να βάλουν ξανά το χέρι στην τσέπη. Διότι κάτι τέτοιο δύσκολα θα μπορούσαν να το δικαιολογήσουν στο εσωτερικό της χώρας τους. Η ελάφρυνση του χρέους στην Ελλάδα, λοιπόν, περνά κατά κύριο λόγο από το Βερολίνο. Το Βερολίνο θα επιμείνει στην συνέχιση μέτρων σταθερότητας και θα ζητήσει με σαφήνεια να μπει στην συμφωνία η «αιρεσιμότητα». Δηλαδή η σταδιακή ελάφρυνση αναλόγως των μέτρων που εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση –όποια και αν είναι αυτή τα επόμενα χρόνια.
Στο επίπεδο αυτό, ωστόσο, το μαγειρείο του Μαξίμου –με την ανοχή Τσακαλώτου, παρά το γεγονός ότι γνωρίζει όλα όσα προηγούνται– προετοιμάζει ένα νέο σκηνικό εξαπάτησης των ιθαγενών, δείχνοντας και την βαθειά του αποστροφή προς αυτούς.
Ερήμην της πραγματικότητας στην οικονομία, αλλά και σε βάρος του μέλλοντός της, η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου έδωσε πρόσφατα στους θεσμούς το λεγόμενο ολιστικό αναπτυξιακό πλάνο της. Αφορά στην πορεία της χώρας μετά την λήξη του τρέχοντος δημοσιονομικού προγράμματος. Θα καθορίσει δε και την μελλοντική εποπτεία της ελληνικής οικονομίας.
ΟΛΙΣΤΙΚΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΠΛΑΝΟ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Φαίνεται, όμως, ότι η κυβέρνηση, δια του υπουργού Οικονομικών και του επιτελείου του, είναι προσανατολισμένη στο να περάσει μηνύματα στο εσωτερικό της χώρας περί αριστερής διακυβέρνησης. Όχι στο να την οδηγήσει στην επόμενη μέρα της ανάκαμψης και της ανάπτυξης. Θα πουλάει δηλαδή εκ νέου «φρου-φρου και αρώματα», μαζί με χάντρες…
Μόνον έτσι εξηγείται το γεγονός ότι η κυβέρνηση σκέφτηκε να εντάξει στο προσχέδιο που έστειλε στους θεσμούς την αύξηση του κατώτατου μισθού. Καθώς και την επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων, ως μείζονα θέματα ανάπτυξης της χώρας. Αν είναι δυνατόν!
Εντυπωσιάζει επίσης το γεγονός ότι την περικοπή συντάξεων από το 2019, όπως επιθυμεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), η κυβέρνηση την έχει συνδυάσει με τη λήψη αντιμέτρων, διαφορετικά το σενάριο δεν υπάρχει. Με άλλα λόγια, στο πλάνο της, αντί για λύσεις, η κυβέρνηση θολώνει όσο μπορεί τα νερά για να έχει άνεση στην ψευδολογία.
Θολή είναι επίσης η κατάσταση τόσο στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων, όσο και της επιχειρηματικότητας, της εξωστρέφειας και του νέου παραγωγικού μοντέλου που αποτελούν προϋπόθεση για μέλλον και ανάκαμψη.
Είναι έτσι κατάδηλο ότι ο κ. Αλέξης Τσίπρας προετοιμάζει μία πολύμηνη προεκλογική περίοδο. Στην διάρκεια αυτής θα «καίει γη», από την μία μεριά, και θα ψευδολογεί ασυστόλως, από την άλλη. Αυτός, όμως, είναι και ο μόνος δρόμος που μένει ανοικτός για τον μοιραίο άνθρωπο της χώρας. Ο άνθρωπος αυτός έχει πλέον τόσο στραβωθεί από τα μεγαλεία της εξουσίας, που και μόνον η σκέψη ότι μπορεί να τα χάσει τον κάνει εξαιρετικά αδίστακτο και επικίνδυνο.
Διαβάστε το προηγούμενο άρθρο του Αθανάσιου Παπανδρόπουλου στο new deal