ΑΡΙΣΤΕΡΑ…ΑΚΥΡΩΣΗ

Μοίρασε το

του ΓΙΑΝΝΗ ΣΙΔΕΡΗ 

Η Αριστερά ενδιαφέρεται για τον λαό. Κάτοχος της απόλυτης αλήθειας, γεμάτη αυταπάρνηση και φλογερό ανθρωπισμό, αφοσιωμένη μέχρις αυτοθυσίας στα λαϊκά δίκια. Φευ ο λαός δεν το κατανοεί αυτό και γι’ αυτό δεν σπεύδει

ενθουσιωδώς να στοιχηθεί στις αγωνιστικές στρατιές της, να εμπλουτίσει την δυναμική της, να της δώσει πολιτική ισχύ για την τελική νίκη που δεν είναι άλλη από την κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων, από τα οποία –η αριστερά- θα διώξει τους στυγνούς εκμεταλλευτές του λαού για χάρη του. Φαίνεται ότι ο λαός είναι παρασυρμένος και αλλοτριωμένος, παραδομένος στις σειρήνες των καπιταλιστικών απολαύσεων. Έχει πλέον να χάσει και το 16βαλβιδο ΙΧ του και το αυθαίρετο εξοχικό του και τα μπουζούκια του και τις διακοπές του και όχι μόνο τις αλυσίδες του, όπως έλεγε ο προπάτορας ο Κάρολος.

Η Αριστερά έχει απόψεις και τις παίρνει στα σοβαρά (αυτό το λέω σοβαρά). Γι’ αυτό και είναι πολυδιασπασμένη, ένα ατέλειωτο μωσαϊκό από κόμματα , κινήσεις, ομάδες, τάσεις, «κινήματα» και επιτροπές. Η Αριστερά, όλο αυτό το πολιτικοκοινωνικό μωσαϊκό που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερά, σε όλη την διάρκεια της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας συμπιέστηκε από τις συμπληγάδες των δύο μεγάλων κομμάτων. Δεν ήταν επειδή υπήρχε η μετεμφυλιακή αστυνομοκρατία, το κυνήγι, η απαγόρευση της διάδοσης των ιδεών. Μεταχουντικά έζησε την πλέον ελεύθερη γι’ αυτή περίοδο της ιστορίας της. Όπου οι απόψεις της μπορούσαν να ακουστούν απρόσκοπτα από τα κομματικά της μέσα, από τους κρατικούς διαύλους και φυσικά από τα δημοσιογραφικά μέσα των μέσα των ταξικών της εχθρών, των καπιταλιστών.

Αν ο λαός δεν την αντάμειβε εκλογικά δεν οφείλεται στο ότι ήταν παρασυρμένος και αλλοτριωμένος από τις σειρήνες των απολαύσεων που του παρέχει το εκμεταλλευτικό καπιταλιστικό σύστημα, «πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος», όπως τον εκθειάζει η ποιητική μούσα. Ήταν που τα δυο μεγάλα κόμματα αποτελούσαν ιστορική συνέχεια δυο μεγάλων κοινωνικοϊστορικών σχηματισμών, με δική τους ιστορία (αυτό το κάνεις Πορεία  στην ταραγμένη ιστορία της νεώτερης Ελλάδας. Ήταν επίσης που οι λύσεις που πρόσφερε η Αριστερά δεν ήταν βιώσιμες, δεν ανταποκρίνονταν στις ανάγκες του λαού για τον οποίο πάλευαν.

Θα αναφερθώ σε κάτι που έχει τελειώσει, όχι γιατί δεν αντέχω τις βρισιές που θα μου ρίξετε αν αναφερθώ στο σήμερα (μαθημένα τα βουνά από τα χιόνια), αλλά για να μην πληγώσω ανθρώπους που παλεύουν για τα κεκτημένα τους, επειδή έτσι έμαθαν να ζουν με αυτά, παραχωρημένα από την ψοφοδεή ψηφοθηρία των δύο κομμάτων εξουσίας με την πλήρη συνηγορία και αγωνιστική έξαρση της Αριστεράς. Αναφέρομαι στην πολύπαθη Ολυμπιακή, που μας την πάσαρε ο Ωνάσης επειδή ως επιχειρηματίας –φαινόμενο, διείδε την οικονομική της καθίζηση. Η Ολυμπιακή στους καλούς καιρούς της ευτυχίας των επιδοτήσεων και των δανεικών ήταν ένας από τους μαγνήτες των κομματικών προσλήψεων. Με το πλήρωμα του χρόνου, όταν το χρέος της άρχισε να γίνεται δυσβάστακτο για το κρατικό, αλλά και το λαϊκό βαλάντιο των νομοταγών που πλήρωναν εφορία (ένα εκατομμύριο ευρώ τη μέρα μέσα), άρχισαν οι σκέψεις για την ιδιωτικοποίησή της. Όχι, απαντούσαν οι συνδικαλιστές παντός χρώματος και ιδεολογίας. Εξυγίανση και παραμονή στο δημόσιο. Έλα όμως που η εξυγίανση απαιτούσε μετατάξεις και ενδεχομένως, απολύσεις. Σε καμιά περίπτωση, μόνο πάνω από τα πτώματά μας, απαντούσαν σε αγωνιστική έξαρση όχι μόνο οι συνδικαλιστές (φυσικό), αλλά και τα κόμματα της Αριστεράς που τους συμπαραστέκονταν. Το αποτέλεσμα γνωστό…

Την ίδια και χειρότερα στον υπόλοιπο ευρύτερο δημόσιο τομέα. Οι άνθρωποι διεκδικούσαν και καλά έκαναν. Οι κυβερνήσεις υποχωρούσαν μπρος στο δέος του εκλογικού μαυρίσματος και ενσωμάτωναν εκ νέου την ψήφο των αγωνιζομένων σε κάθε εκλογική αναμέτρηση με την Αριστερά να μένει με τις αγωνιστικές περγαμηνές και την απορία των διαφυγόντων εκλογικών κερδών. Την ίδια στιγμή, ο ιδιωτικός τομέας, που δεν είχε την δυνατότητα να κλείνει διακόπτες, άρχισε από την πρώτη τετραετία Σημίτη να εισέρχεται σε μια κατάσταση σκλαβοπάζαρου. Καταργήθηκαν τα ωράρια και οι υπερωρίες, άρχισε η ανασφάλιστη εργασία, δημιουργήθηκαν οι εταιρίες ενοικίασης εργαζομένων (υποχρεωτική ευρωπαϊκή πατέντα μεν, αλλά θα μπορούσε να αποδυναμωθεί με κινητοποιήσεις και να υπολειτουργεί , όπως τόσα άλλα στην Ελλάδα άλλωστε). Παράλληλα τα μέτρα ασφαλείας ελαχιστοποιήθηκαν, τα εργατικά ατυχήματα αυξήθηκαν, οι εργάτες έγιναν φτηνό κρέας, ενώ εμφανίστηκε και η «γενιά των 700 ευρώ» (αγαπημένη έκφραση του Τσίπρα), που πλέον κατέβηκε κάτω από τα 600. Όμως όλοι αυτοί ανήκαν στον ιδιωτικό τομέα, δεν είχαν την πολυτέλεια να κάνουν απεργίες, δεν είχαν την δύναμη να «κατεβάζουν τους διακόπτες». Τα κόμματα της Αριστεράς δεν πριμοδότησαν αγώνες τους αφού δεν είχαν την δυνατότητα αυτοί οι εργαζόμενοι να κάνουν αγώνες. Ακόμα και στις εθιμοτυπικές απεργίες της ΓΣΕΕ, τα αιτήματα των ΔΕΚΟ, του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, ήταν τα κυρίαρχα. Ποτέ δεν έγινε απεργία με αδιαπραγμάτευτο αίτημα τα εργατικά ατυχήματα, ποτέ για τα λεηλατημένα οχτάωρα, την απλήρωτη εργασία, την υπερεκμετάλλευση.

Τώρα; Τώρα η Αριστερά, ηττημένη σε όλα τα μέτωπα, επενδύει στο «δεν πληρώνω». Δεν ακυρώνει το εισιτήριο για να ακυρώσει, λέει, την πολιτική τους. Έλα όμως που το πληρώνει από τον κρατικό προϋπολογισμό με τους φόρους του ο μπάρμπας μου από το χωριό, που η μόνη περίπτωση να έρθει στην Αθήνα είναι να πάει στο νοσοκομείο – οπότε δεν θα πάει με αστικό αλλά με ταξί ή νοσοκομειακό. Χθες είπε ο Ρέππας: «Την περίοδο 2004-2009 οι άμεσες επιδοτήσεις, το ποσό που δίνεται ετησίως συνολικά γι’ αυτά τα χρόνια έφθασε στο ύψος των 727 εκ. ευρώ, η δε έμμεση επιδότηση, η κάλυψη δηλαδή δανειακών αναγκών με εγγύηση του Δημοσίου έφθασε το 1,6 δισ. Συνολικώς δηλαδή 2 δισ. 300 εκ. ευρώ».

Εντάξει, εμένα πέστε με παπαγαλάκι του. Στον μπάρμπα μου, που πληρώνει την μετακίνηση των Αθηναίων, που πληρώνει τους δρόμους στους οποίους δεν οδηγεί κανένα αμάξι, τι θα πείτε; Τι θα πει η Αριστερά;
 

 

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store

Μοίρασε το

του αρθρογράφου

ideas change society

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αφήστε μια απάντηση

Σχόλια

Μπες στη συζήτηση

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου