Όλοι αναγνωρίζουν ότι η βιομηχανία τροφίμων είναι ένας ζωτικός κλάδος της ελληνικής οικονομίας και από τους λίγους που αντέχουν στην κρίση. Ωστόσο, σήμερα, πέρα από την κάμψη της ζήτησης που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις του κλάδου, έχουν και ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα, κρίσιμο για την ρευστότητά τους.
Όπως υποστήριξε ο κ. Ευάγγελος Καλούσης, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ) σε πρόσφατη συνάντησή του με δημοσιογράφους, κενό γράμμα αποδεικνύονται μέχρι στιγμής οι υποσχέσεις της κυβέρνησης για ρύθμιση του θέματος που έχει προκύψει με τους προμηθευτές της «Μαρινόπουλος», οι οποίοι απέδωσαν στο κράτος ΦΠΑ για το 100% της αξίας των προϊόντων που πούλησαν αλλά αυτοί τελικά εισέπραξαν μόνον το 50%, μετά το γνωστό «κούρεμα» απαιτήσεων που περιελάμβανε η συμφωνία εξυγίανσης. Μόνον στις βιομηχανίες τροφίμων, οι απώλειες από αυτό το θέμα υπολογίζονται σε 50 εκατ. ευρώ, όπως είπε ο κ. Καλούσης. Ο ΣΕΒΤ ζητεί είτε επιστροφή του ποσού, είτε συμψηφισμό με οφειλές των εταιρειών προς το Δημόσιο.
Το έτερο ζήτημα που αντιμετωπίζουν οι βιομηχανίες τροφίμων ως συνέπεια της υπόθεσης Μαρινόπουλου είναι ότι δεν έχει προβλεφθεί πώς θα απεικονισθούν λογιστικά, έτσι ώστε να μην έχουν συνέπειες, οι απώλειες που είχαν από την διαγραφή κατά 50% των απαιτήσεών τους.
Στα δύο παραπάνω κρίσιμα ζητήματα θα πρέπει να προστεθεί και η αρνητική επίδραση που είχε η κατάρρευση της «Μαρινόπουλος» και εν συνεχεία το «κούρεμα» κατά 50% των οφειλών της προς τις επιχειρήσεις-προμηθευτές της. Όπως επεσήμανε ο κ. Καλούσης, αρκετές επιχειρήσεις, κυρίως μικρομεσαίες, αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα τα οποία δεν είναι βέβαιον ότι θα μπορέσουν όλες να τα υπερβούν.
Είναι έτσι κατάδηλο ότι, αν η χώρα θέλει να μπει σε φάση ανάπτυξης, η οποία μόνον από επενδύσεις μπορεί να προέλθει, είναι επείγον να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα σοβαρά προβλήματα της επιχειρηματικής καθημερινότητας, ώστε να δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης. Και αυτό είναι μέγα ζητούμενο της οικονομίας.