Μιλώντας για τον έρωτα, ο μεγάλος Γάλλος ποιητής, δραματουργός και ακαδημαϊκός Ζαν Κοκτώ (1889-1963) είχε πει ότι «δεν είναι λόγια, αλλά πράξεις και έργα». Παραφράζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο για τις επενδύσεις. Οι χώρες που θέλουν ανάπτυξη και θέσεις απασχόλησης, πρέπει πριν απ’ όλα να προσελκύουν επενδύσεις και, για να το πετύχουν, είναι αναγκασμένες να εμπνέουν εμπιστοσύνη στους επενδυτές με έργα και με πράξεις. Αυτό έκανε η Ιρλανδία, αυτό κάνουν οι Κύπριοι, οι Βούλγαροι, οι Ρουμάνοι, οι Ολλανδοί και οι Σλοβάκοι –και έτσι θα κινηθούν πολύ σύντομα και άλλες χώρες στην Ευρώπη, οι οποίες καταλαβαίνουν πώς κινούνται οι οικονομίες.
Στην Ελλάδα, διαχρονικά, πολλά λέγονται για τις επενδύσεις αλλά τίποτα δεν γίνεται από πλευράς πράξεων. Την ίδια ακριβώς τακτική ακολουθεί και η παρούσα κυβέρνηση, η οποία, επιπλέον, έχει αυξήσει έναντι των επενδυτών το έλλειμμα εμπιστοσύνης. Έτσι, όχι μόνον δεν βλέπουμε επενδύσεις αλλά χειροτερεύει και το επενδυτικό κλίμα.
Από διάφορες μετρήσεις διεθνών Οργανισμών και Ινστιτούτων για την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα προκύπτει ξεκάθαρα ότι η χώρα μας κατατάσσεται σε αυτές που δεν θέλουν επενδύσεις. Ακόμα χειρότερα, με μέτρα υπερφορολόγησης, δείχνει ότι είναι εχθρική προς το επενδύειν –στάση η οποία υπαγορεύεται από συγκεκριμένες αντιλήψεις, που μόνον διανοητικώς ανάπηροι επενδυτές δεν θα μπορούσαν να αντιληφθούν.
Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το δυσάρεστο περιβάλλον, η πρόσφατη έκθεση «Doing Business 2017» της Παγκόσμιας Τράπεζας, που υποβιβάζει την Ελλάδα από την 58η θέση στην 61η (μεταξύ 190 χωρών) στην διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, έρχεται ως επιστέγασμα αρκετών άλλων σχετικών ερευνών της τελευταίας διετίας. Δίχως υπερβολή, όλες σχεδόν δείχνουν την χώρα να χάνει θέσεις και πόντους στον διεθνή λυσσαλέο ανταγωνισμό, που πλέον στους καιρούς μας διεξάγεται στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Καλώς ή κακώς, αυτή είναι η πραγματικότητα και μέσα σε αυτήν θα επιβιώσει ο πιο αποτελεσματικός, ο πιο ευέλικτος, ο πιο παραγωγικός. Η Ελλάδα ήδη χάνει έδαφος, ακόμη και στα Βαλκάνια.
Από την άλλη πλευρά, το τελευταίο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και όσα εσωκομματικά ακολούθησαν έδειξαν, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι ο κορμός του στελεχιακού δυναμικού αδυνατεί να προχωρήσει πέρα από τις ιδεολογικές ή ιδεοληπτικές εμμονές του. Δεν θέλει να προχωρήσουν οι αναγκαίες ιδιωτικοποιήσεις, δεν επιθυμεί μεταρρυθμίσεις, αρνείται να συμβαδίσει με τους καιρούς που επικρατούν στον πλανήτη. Επιπλέον, ο Αλέξης Τσίπρας φρόντισε μόνος του (ή αναγκάστηκε;) να τονώσει αυτές τις απόψεις, δημιουργώντας ένα «πολίτ μπιρό» που θα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις κυβερνητικές αποφάσεις. Με λίγα λόγια, ο ίδιος εκχώρησε μεγάλο μέρος των αρμοδιοτήτων και των ευθυνών του ως πρωθυπουργού στο κόμμα, με δεδομένες τις αντιεπιχειρηματικές αντιλήψεις που το χαρακτηρίζουν.
Όμως, πέρα από τις ιδεοληψίες και τις κομματικές σκοπιμότητες και ανεξαρτήτως ωραιολογιών, υπάρχει και ο ακίνητος από κάθε άποψη κρατικός μηχανισμός. Αυτός που δεν έχει ακόμα ξεπεράσει τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και αρνείται να καταλάβει ότι έχουμε μπει σε άλλη εποχή –την ψηφιακή, εν προκειμένω. Ευνοεί έτσι την απύθμενη και διεφθαρμένη γραφειοκρατία, δημιουργεί εμπόδια, υπονομεύει την τεχνολογική ανάπτυξη, διαχέει τις ευθύνες, δεν θέλει την αξιολόγηση, απαγορεύει τις πρωτοβουλίες, αγαπά τις πελατειακές και κομματικές σχέσεις. Η τεράστια καθυστέρηση στην έκδοση δικαστικών αποφάσεων, αλλά και η κατάσταση της εκπαίδευσης, αποτελούν παραφυάδες του ίδιου προβλήματος.
Δυστυχώς, είναι αποδεδειγμένο ότι όλα αυτά βρίσκονται σε αρμονία με τις απόψεις, την ρητορική και τους στόχους της κυβέρνησης. Για λόγους ιδεολογίας, για λόγους κομματικής πειθαρχίας ή για λόγους προσωπικού συμφέροντος; Για όλους μαζί τους λόγους αυτούς. Άλλωστε, ο διαχωρισμός είναι ακατόρθωτος και το αποτέλεσμα δεν αλλάζει.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι εταίροι-δανειστές όχι μόνον δεν αισιοδοξούν για το κατά πόσον η Ελλάδα μπορεί να ξεφύγει από την μνημονιακή θηλιά, αλλά βλέπουν πολλά και απειλητικά σύννεφα στον ορίζοντα. «Η Ελλάδα θεωρείται αμεταρρύθμιστη χώρα», μάς είπε κορυφαίος κοινοτικός παράγοντας και άφησε να υπονοηθεί ότι «τέταρτο μνημόνιο μην περιμένετε». Καταλαβαίνει κανείς τί σημαίνει αυτό; Ή περιμένει να τού δείξουν με ζωγραφιά;
* Το σκίτσο είναι του Θοδωρή Μακρή