ΟΙ ΚΡΙΣΕΙΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ ΑΝΕΡΓΙΑ

Μοίρασε το

Πριν 24 χρόνια, ο κ. Ραούλ Λόρενς ήταν ανώτατο στέλεχος της Exxon και είχε την ευθύνη επικοινωνίας της εταιρείας με τον τύπο. Ωστόσο, ο 80χρονος σήμερα μάνατζερ, δεν πίστευε πολύ στον ρόλο του και, κυρίως, έβλεπε τα καθήκοντά του αφ’ υψηλού.

Επίσης, δεν είχε την αίσθηση του ρόλου των μέσων μαζικής επικοινωνίας (ΜΜΕ) σε περιπτώσεις κρίσεων και θεωρούσε περιττή πολυτέλεια μία εταιρεία όπως η Exxon να ασχολείται με την πρόληψη κρίσεων –δηλαδή, να είναι έτοιμη να τις αντιμετωπίσει. Τις αντιλήψεις αυτές, ο κ. Ρ.Λόρενς τις πλήρωσε ακριβά.

Το καλοκαίρι του 1988, πλοίο της Exxon είχε ένα σοβαρό ατύχημα στην Αλάσκα και, από την διαρροή του πετρελαίου που σημειώθηκε, προκλήθηκε μία τεράστια πετρελαιοκηλίδα, με καταστροφικές επιπτώσεις στην χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής. Το γεγονός αυτό προκάλεσε πραγματική θύελλα αρνητικών και επικριτικών δημοσιευμάτων και ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, με αποτέλεσμα οι μέτοχοι της εταιρείας να επιτεθούν οξύτατα στην διοίκησή της και να απαιτήσουν την παραίτηση του κ. Ρ.Λόρενς.

Ο τελευταίος, μπροστά στον καταιγισμό κριτικών που δεχόταν, αναγνώρισε ότι «η εικόνα της εταιρείας, όπως παρουσιάστηκε από τα ΜΜΕ, ήταν καταστροφική και επιζήμια για την οικονομική της πορεία και τα συμφέροντα των μετόχων της». Παραδέχθηκε, επίσης, ότι η Exxon ήταν πέρα για πέρα απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει την κρίση, με αποτέλεσμα να υποστεί και τις ανάλογες αρνητικές συνέπειες. Συνέπειες οι οποίες ταλαιπώρησαν για πολλά χρόνια την εικόνα της εταιρείας –ίσως δε αυτός να ήταν και ένας από τους λόγους της συγχώνευσής της με την Mobil.

Καταστροφή από έλλειψη προετοιμασίας για αντιμετώπιση των κρίσεων υπέστη και η γαλλική Perrier, η οποία, μετά την υπόθεση του βενζολίου, έχασε το 80% της αγοράς της και τελικώς διεσώθη όταν εξαγοράσθηκε από την Nestlé.

Πλην όμως, έως ότου συμβεί αυτό, πάνω από 200 εργαζόμενοι είχαν χάσει την δουλειά τους –μεταξύ αυτών και αρκετά στελέχη.

Μπορούμε να αναφέρουμε τις περιπτώσεις δεκάδων εταιρειών οι οποίες, παρά τον όγκο τους και την σημασία τους, μέσα σε λίγες ημέρες –αν όχι ώρες– έχασαν τα πάντα, λόγω της αδιαφορίας τους να καλλιεργήσουν καλές σχέσεις με τα ΜΜΕ και να προσδιορίσουν συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς σε περιπτώσεις κρίσεων. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Ρότζερ Έλλις, σύμβουλος του πρώην Αμερικανού προέδρου Τζωρτζ Μπους σε θέματα σχέσεων με τα ΜΜΕ, «πολλά στελέχη επιχειρήσεων, αν και αυτό επιβάλλεται, δεν θεωρούν τις σχέσεις τους με τα ΜΜΕ ως μέρος των καθηκόντων τους. Με αποτέλεσμα, όταν κάτι δεν πάει καλά, να αντιδρούν σπασμωδικά και βεβαίως αδέξια…».

Επίσης, όχι λίγες εταιρείες δίνουν ελάχιστη σημασία και στην ενδοεταιρική επικοινωνία, με συνέπεια το προσωπικό τους να τελεί υπό καθεστώς άγνοιας, η οποία και προκαλεί την αδιαφορία του για την εταιρεία. Αδιαφορία που και αυτή μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση. Το ίδιο συμβαίνει ενίοτε και με τους μετόχους, ακόμα χειρότερα δε με τους επενδυτές και τους τραπεζίτες –οι οποίοι είναι έτσι ευάλωτοι σε αρνητικά για την εταιρεία δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικά σχόλια.

Διευθύνοντες σύμβουλοι και ανώτατα στελέχη επιχειρήσεων αγνοούν τα πάντα γύρω από τους δημοσιογράφους, την νοοτροπία τους, την δεοντολογία τους και τον τρόπο εργασίας τους. Κατά κανόνα δε, αποφεύγουν τα ΜΜΕ –συμπεριφορά εξοργιστική για τον δημοσιογράφο που θέλει να κάνει την δουλειά του, υπό συνθήκες μεγάλης πίεσης.

Διότι είναι γνωστό ότι τα χρονικά περιθώρια για την δημοσίευση ή την ανακοίνωση μιας είδησης είναι πολύ στενά και εξόχως ανταγωνιστικά, κατά περίπτωση. Ο δημοσιογράφος που επικοινωνεί με το στέλεχος μιας εταιρείας μπορεί να μην έχει περισσότερο διαθέσιμο χρόνο από μία ώρα για να ολοκληρώσει το ρεπορτάζ του. Ίσως λοιπόν χρειασθεί το στέλεχος της εταιρείας να διακόψει μία σοβαρή συνομιλία για να ανταποκριθεί στο αίτημα του δημοσιογράφου. Αυτό μπορεί να μην είναι καθόλου ευχάριστο, όμως προστατεύει την εταιρεία από πιθανή «λασπολογία».

Από την άλλη πλευρά, αν υπάρχουν τα χρονικά περιθώρια, το στέλεχος της εταιρείας που είναι επιφορτισμένο να αντιμετωπίζει τους δημοσιογράφους πρέπει, αφ’ ενός, να είναι καλά προετοιμασμένο και ενημερωμένο και, αφ’ ετέρου, να σκέπτεται πολύ πριν μιλήσει. Όταν όμως το απαιτούν οι περιστάσεις και τα γεγονότα, είναι επιβεβλημένο να δώσει απαντήσεις. Ακόμη δε και στην περίπτωση που δεν επιτρέπεται να δώσει απαντήσεις σε ευαίσθητα ερωτήματα, είναι σκόπιμο να επικοινωνήσει με τον δημοσιογράφο. Οι λακωνικές δηλώσεις είναι προτιμότερες από την άρνηση απαντήσεως.

Άλλωστε, και ο δημοσιογράφος είναι άνθρωπος και αποκομίζει εντυπώσεις από την συμπεριφορά του άλλου. Ας μην ξεχνάμε ότι οι πρώτες εντυπώσεις είναι καθοριστικές και εξαιρετικά δύσκολα ανατρέπονται. Υπάρχει πάντα η ελπίδα ότι, όταν η στάση απέναντι στους δημοσιογράφους είναι ευγενική, θα ανταποδώσουν αυτήν την ευγένεια με τον τρόπο τους.

Για να εξασφαλίσει κανείς την ευμένεια του τύπου, δεν μπορεί να περιμένει να χτυπήσει το τηλέφωνό του. Αν θεωρεί ότι έχει μία ενδιαφέρουσα είδηση, καλόν είναι να ειδοποιήσει ο ίδιος τους δημοσιογράφους. Όμως, η στάση του απέναντί τους πρέπει να είναι αντίστοιχη με την στάση απέναντι στους πελάτες της εταιρείας.

Είναι βασικό, το στέλεχος της εταιρείας που επικοινωνεί μαζί τους να προσπαθήσει να κατανοήσει τις ανάγκες τους. Πρέπει να θεωρεί ότι διαθέτει μία πληροφορία η οποία πραγματικά ενδιαφέρει και, επίσης, οφείλει να αποφασίσει σε ποιον δημοσιογράφο θα δώσει την είδηση, μια και ο ανταγωνισμός στον τύπο είναι σκληρός. Καλόν είναι να επιλεγεί ο δημοσιογράφος που θα είναι σε θέση να κατανοήσει σωστά την πληροφορία.

Ωστόσο, προσοχή: Αν είναι αρκετοί οι δημοσιογράφοι που καλύπτουν θέματα της επιχείρησης, οι ειδήσεις πρέπει να διοχετεύονται σε αυτούς με βάση μία δίκαιη κατανομή. Και όπως τονίζει ο Τζέραλντ Μάγερς, πρώην πρόεδρος της American Motors, «πάντα τους δημοσιογράφους πρέπει να τους σκοτώνεις με την ευγένεια».

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store

Μοίρασε το

του αρθρογράφου

ideas change society

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αφήστε μια απάντηση

Σχόλια

Μπες στη συζήτηση

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου