«Ξεχνάμε ότι ένα ηλικιωμένο άτομο διαφέρει πολύ από ένα γερασμένο άτομο». Η διάκριση της ζωής σε ηλικίες είναι συμβατική. Ο πολιτισμός μίας κοινωνίας κρίνεται και από τη στάση της έναντι της τρίτης ηλικίας. Αυτή τη φυσική κατάσταση της ζωής οι παλαιότερες κοινωνίες γνώριζαν να την τιμούν και ειδικά στην Αρχαία Ελλάδα, ο σεβασμός προς τους γέροντες ήταν υπέρτατη αξία.
Είναι φανερό ότι όπως όλα τα δημόσια γεγονότα ακόμα και εκείνα προς όφελος των ηλικιωμένων κοστίζουν. Εδώ όμως υπάρχει μια σημαντική ιδιαιτερότητα. Πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτά που παρέχονται ή που θα έπρεπε να παρέχονται στους ηλικιωμένους έχουν πληρωθεί εκ των προτέρων. Με την φορολογία στο διάστημα της περιόδου παραγωγής τους, ο καθένας κατέβαλλε στο κράτος, μέρος του εισοδήματος του, σ’ αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ίδιου του κράτους για την κοινότητα ή τα άτομα.
Δυστυχώς η υπάρχουσα κατάσταση στηρίζεται στη λογική του «συστήματος επιβίωσης». Υποστηρίζεται ότι ένας άνθρωπος είναι προσαρμοσμένος όταν αισθάνεται άνετα εκεί που βρίσκεται. Απομόνωση στο σπίτι, στην τηλεόραση. Αυτό όμως στην πράξη ερμηνεύεται πως πρέπει να δέχεται φρόνιμα (ή παθητικά?) την γενική σωματική εξασθένηση και τα διάφορα προβλήματα του περιβάλλοντος της κοινότητας και της ευρύτερης κοινωνίας που έζησε. Αυτό όμως δεν είναι προσαρμογή αλλά υποταγή που οδηγεί σταδιακά σε μια αποπροσωποποίηση που κάνει τους ηλικιωμένους αναίσθητους στις προκλήσεις, στην καταπίεση και στην θέληση για ζωή.
Ξεχνάμε ότι ένα ηλικιωμένο άτομο διαφέρει πολύ από ένα γερασμένο άτομο. Ο σεβασμός των ηλικιωμένων περνά μέσα από την αλήθεια της όποιας προσφοράς τους, αλλά ακόμα και πάνω από όλα, μέσα από τις υπηρεσίες που τους οφείλονται. Το γήρας του πληθυσμού δυστυχώς συνδέεται άμεσα στη νομοθεσία μόνο με τη συνταξιοδότηση και τους οικονομικούς πόρους που είναι συνδεδεμένοι με αυτό. Ακόμη και η κοινωνική πρόνοια και η σημασία της υγείας είναι υποβαθμισμένη. Το αποδεικνύει και το γεγονός ότι η γηριατρική έχει περιληφθεί τελευταία ως μάθημα Πανεπιστημιακό της Ιατρικής σχολής αν και επιβεβαιώνεται ότι πάνω από το 60% των ατόμων που επισκέπτονται καθημερινά ένα γενικό γιατρό είναι ηλικιωμένοι.
Το «ΣΥΜΠΛΕΓΜΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ» όπως αναφέρουν και οι ειδικοί επιστήμονες αντιμετωπίζεται μέσα από τις κοινές πολιτιστικές δραστηριότητες. Το σύμπλεγμα αυτό είναι η δυσπιστία και η ζήλεια που χαρακτηρίζει πολλούς από τους ηλικιωμένους και ξεκινάει από τον φόβο για τον γιο, που συμβολίζει το νέο το καινούργιο.
Για να μπορέσουμε λοιπόν να είμαστε περήφανοι για ένα μοντέλο αυτοδιαχείρισης της κοινωνικής ζωής μας σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα γηρατειά όχι μόνο σαν πρόβλημα κλινικό-ιατρικό ή οικονομικό. Οι ηλικιωμένοι δεν θέλουν απλά να «επιζήσουν» αλλά να ζήσουν. Μέσα από ένα μοντέλο πολιτιστικό που έχει ως γνώμονα την αξιοπρέπεια του ελεύθερου ανθρώπου με τα απαραβίαστα δικαιώματά του, τα δικαιώματα δηλαδή του έμπειρου πολίτη που πρέπει να συμμετέχει σε κάθε στιγμή στο χώρο του για την οικοδόμηση του οποίου έχει συμβάλλει και είναι άδικο να τεθεί στο περιθώριο.
Πιο ειδικά ξεκινώντας από τις άμεσες βοηθητικές δομές αναφέρουμε την ανάγκη ειδικών τρόπων-τεχνικών για να εισαχθεί ο υπερήλικας στο περιβάλλον που μπορεί να έγινε διαφορετικό από αυτό στο οποίο έζησε και που νιώθει απομονωμένος.
Η Ευρωπαϊκή κοινότητα προτείνει ένα πρόγραμμα προσαρμογής των ηλικιωμένων που να ευνοεί την τοποθέτησή τους σε δραστηριότητες κατάλληλες για την ηλικία τους. Η κοινωνία μας όμως προς τον τομέα αυτό παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα. Απέχει αρκετά από τη λογική της Ε.Ε. που θέλει τους ηλικιωμένους εκτός του οίου, σε ειδικά ιδρύματα και αποκομμένους από στην ουσία από την προσφορά. Το κράτος επιδοτεί τα νομικά πρόσωπα, ιδιωτικού δικαίου, τα αυτοδιοικούμενα και τα επιτηρεί για την εύνομη λειτουργία τους. (Υπάγονται στη διεύθυνση Ιδρυμάτων και Σωματείων του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας). Οι ελαττωματικές δομές απορρόφησης κονδυλίων προς αυτό τον τομέα είναι εμφανέστατες. Η απουσία μάλιστα αποτελεσματικής πρόνοιας (συντάξεις πείνας) δημιουργεί συχνά σκανδαλώδεις συνθήκες κοινωνικής αναλγησίας.
Το θέμα της τρίτης ηλικίας απαιτεί μια εξελιγμένη νοοτροπία από την τοπική αυτοδιοίκηση και προσανατολισμό στον αναλογισμό της αίσθησης ευθύνης.