-οι εμπόλεμες ευθύνες
Όταν η Γερμανία κήρυξε το πόλεμο κατά της Ελλάδας, η Σύμβαση της Χάγης της 18ης Οκτωβρίου 1907 αναφερόταν με βάση το άρθρο 3, τόσο στις αξιώσεις αποζημίωσης λόγω των εχθροπραξιών, όσο και στην ευθύνη «δια πάσας τας υπό των συμμετεχόντων της στρατιωτικής δυνάμεως ενεργεθείσας πράξεις».
Παραλλήλως, ειδικότερα για τις εχθροπραξίες, με βάση το άρθρο 22 της προαναφερόμενης Σύμβασης της Χάγης, καθιερωνόταν η Αρχή δικαίου, και για τη Γερμανία που ήταν άλλωστε η επιτιθέμενη, ότι ο εμπόλεμος: «δεν έχει απεριόριστο δικαίωμα περί την εκλογή των μέσων προς βλάβην του εχθρού».
Επίσης, με βάση το άρθρο 25 της προαναφερόμενης Σύμβασης της Χάγης, ρητώς υπήρχε ο κανόνας της απαγόρευσης της «προσβολής ή βομβαρδισμού ανυπεράσπιστων πόλεων, χωρίων, κατοικιών ή κτηρίων».
Υπ’ όψιν δε ότι η Ελλάδα μέχρι την κήρυξη του πολέμου δεν ήταν εχθρός της Γερμανίας, δεν απείλησε ποτέ τη Γερμανία, ούτε δε κατ’ υπαινιγμό εκδήλωσε την παραμικρή απειλή βίας η πρόθεση διεξαγωγής εχθροπραξιών εναντίον της. Αυτό καταγράφεται ενταύθα εκ προοιμίου λόγω της ιδιαίτερης νομικοπολιτικής σημασίας του. Η Βιάννος δε, αφορά μια από τις ειδικότερες περιπτώσεις των εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων με δράστη τη Ναζιστική και Φασιστική Γερμανία.
Ανεξαρτήτως των επικυρίαρχων δυνάμεων του Φασισμού και του Ναζισμού κατά το Μεσοπόλεμο και Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: «η γερμανική εθνική συνείδηση διαμορφώθηκε από μεγάλους πνευματικούς ανθρώπους όπως ο Χούμπολτ, οι μεγάλοι ποιητές Σίλλερ και Γκαίτε, οι μεγάλοι συνθέτες της κλασικής μουσικής, πριν απ’ όλους ο Μπετόβεν και ο Μότσαρτ. Τα δημοκρατικά κινήματα της συνέλευσης της Φρανκφούρτης και τα κινήματα της «δεξιάς όχθης» του Ρήνου με κλασικά και ριζοσπαστικά πνεύματα όπως ο Φίχτε. Τα γερμανικά κινήματα διαφωτισμού άσκησαν μεγάλη επίδραση στους πνευματικούς ανθρώπους της Ελλάδας…Ο γερμανικός πολιτισμός και η εθνική συνείδηση των Γερμανών έτρεφαν αγάπη, εκτίμηση και σεβασμό για την ιστορία της Ελλάδας.» (2)
Ο Ν.Κοτζιάς υποστηρίζει στο πρόσφατο βιβλίο του «Ελλάδα Αποικία Χρέους» ότι η Γερμανία ανακάλυψε την ελληνική κλασική παιδεία, τον ελληνικό πολιτισμό, και την δημοκρατική κληρονομιά, και όρισε τον εαυτό της ως συνέχεια της Ελλάδας και όχι ως μια παραλλαγή γαλλικών χαρακτηριστικών (3).
Η τοποθέτησή μου αυτή έχει δύο άξονες: α) ότι η Χιτλερική Γερμανία αποτελούσε παρέκκλιση από την πολιτισμένη Γερμανία αλλά και β) ότι η μεταπολεμική πολιτισμένη Γερμανία δεν δικαιολογείται να αποφεύγει να αναλαμβάνει τις ευθύνες της για τις εχθροπραξίες που έχει διαπράξει εναντίον της Ελλάδας.
Η ενωμένη (πλέον) Γερμανία έχει υποχρέωση ευθύνης να αναδείξει πρώτη εκείνη, με το παράδειγμά της, την αναγκαιότητα της αλληλεγγύης. Άλλωστε, στο σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό οι κοινές Αξίες χαρακτηρίζονται από τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη, σύμφωνα με το άρθρο 2 της Συνθήκης της Λισσαβόνας για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Επειδή όλα τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην περιοχή μας από τη Φασιστική και Ναζιστική Γερμανία, αφορούν ευθεία παραβίαση των κανόνων του Δικαίου του Πολέμου, επιβάλλεται μια σύντομη αναφορά-προσέγγιση στο δικαιϊκό αυτό κλάδο.
-το Δίκαιο του Πολέμου
Αντικείμενο του Δικαίου του Πολέμου είναι πάντοτε η θέσπιση περιορισμών στη χρησιμοποιούμενη ισχύ από τους εμπόλεμους μέχρι εκείνο το βαθμό, ώστε η χρησιμοποιούμενη αυτή ισχύς, να υποκαθιστά τη δικαιοσύνη η οποία ρύθμιζε τις σχέσεις των Κρατών πριν από τη σύρραξη. Και τούτο γιατί ο πόλεμος καταργεί το Διεθνές Δίκαιο που ρυθμίζει τις σχέσεις των Κρατών στην ειρήνη.
Βεβαίως, επικρατεί και η «θέση» ότι το Δίκαιο του Πολέμου αφορά μια «χωρίς αξία» ρύθμιση, καθόσον η πείρα έχει διδάξει ότι οι κανόνες του Δικαίου του Πολέμου παραβιάζονται συνεχώς από τους εμπόλεμους και ότι ο δικαιϊκός αυτός κλάδος αφορά διατάξεις οι οποίες δεν είναι αντικείμενο σεβασμού. Δηλαδή το Δίκαιο του Πολέμου συγκροτείται από διατάξεις οι οποίες δεν λαμβάνονται καν υπ’ όψιν κατά την περίοδο των εχθροπραξιών.
Ωστόσο, ένας τέτοιος ισχυρισμός αποδυναμώνεται με βάση τη λογική και την κοινή πείρα. Και τούτο γιατί θα πρέπει να θεωρούνται «χωρίς αξία» και οι διατάξεις του Ποινικού Δικαίου. Κατάκτηση επίσης της κοινής πείρας είναι, ότι οι διατάξεις του Ποινικού Δικαίου αφορούν κανόνες που παραβιάζονται αφορήτως και μάλιστα σε ακραίες εκδοχές λόγω της καθημερινής εγκληματικότητας των ατόμων. Ως εκ τούτου και το Δίκαιο του Πολέμου και το Ποινικό Δίκαιο, συγκροτούνται ως δικαιϊκοί Θεσμοί από κανόνες που παραβιάζονται. Αυτό όμως επουδενί σημαίνει ότι συγκροτούν γνωστικά αντικείμενα και δικαιϊκούς κλάδους χωρίς «πρακτική σημασία». Και τούτο γιατί οι κανόνες αμφοτέρων των δικαιϊκών αυτών κλάδων, δηλαδή του Δικαίου του Πολέμου και του Ποινικού Δικαίου, παράγουν αποτελέσματα. Και οι κανόνες του Δικαίου του Πολέμου και οι κανόνες του Ποινικού Δικαίου, στο πλαίσιο της έννομης τάξης διαθέτουν αποτελεσματικότητα και ως εκ τούτου κυρωτικές συνέπειες. Τις συνέπειες δε αυτές επιβάλλει η πολιτισμένη και δημοκρατική εσωτερική και διεθνής έννομη τάξη.
Για την ταυτότητα δε του νομικού λόγου αξιοσημείωτο είναι ότι η διεθνής έννομη τάξη έχει ιδρύσει και λειτουργεί αποφασιστικώς το (adhoc) Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο που προβλέπει και τιμωρεί εγκλήματα πολέμου με ειδικότερες αναφορές: α) στη γενοκτονία, β) στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, γ) στα εγκλήματα κατά προσώπων, δ) στα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και άλλων δικαιωμάτων, ε) στα εγκλήματα κατά ανθρωπιστικών επιχειρήσεων και εμβλημάτων, στ) στα εγκλήματα με χρήση απαγορευμένων μεθόδων διεξαγωγής πολέμου κ.ά.
Ενταύθα ας μου επιτραπούν μερικές αναφορές, γύρω από το Δίκαιο του Πολέμου:
Η Διεθνής Νομική Επιστήμη αλλά και τα πολιτισμένα Κράτη, παραμέλησαν κατ’ αρχήν την προαγωγή του Δικαίου του Πολέμου. Κατ’ εξαίρεσιν όμως Κυβερνήσεις, Διεθνείς Οργανισμοί και Νομομαθείς ασχολήθηκαν με το αντικείμενο αυτό. Και τούτο γιατί η κυρίως μέριμνα και πρόνοια αφορούσε στους κανόνες πρόληψης του πολέμου και όχι στους κανόνες της διεξαγωγής του πολέμου (4).
Αξιοσημείωτα όμως είναι τα εξής: Με τη Σύνοδο των Παρισίων το 1928 καταδικάσθηκε γενικώς ο πόλεμος, αλλά δεν απαγορεύθηκε όταν το Κράτος βρίσκεται σε νόμιμη άμυνα. Η νόμιμη άμυνα ρητώς, άλλωστε, αναγνωρίζεται και από το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Το Δίκαιο του Πολέμου εστιάζει ειδικώς στα πολεμικά εγκλήματα Warcrimes. Σύμφωνα με το άρθρο 6 του Κανονισμού του Διεθνούς Στρατοδικείου (γνωστού υπό την ονομασία και ως Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης), τα εγκλήματα πολέμου αφορούν όχι μόνο εγκλήματα κατά της ειρήνης γενικώς, αλλά και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στις ειδικές τους εκδηλώσεις.
Κατά το μέρος που μας αφορά και για τις εμπόλεμες ευθύνες της Γερμανίας με αναφορά στη Βιάννο επισημειώνεται ότι υπήρξε στρατιωτική κατάληψη του εδάφους, δηλαδή occupatiabelica. Οι ενέργειες δε που έλαβαν χώρα από τους κατακτητές ήταν: ο φόνος, η μαζική εξόντωση, οι απάνθρωπες πράξεις εναντίον άμαχου πληθυσμού, η προσβολή της αξίας των ανθρώπων, το αίμα, η λεηλασία, ο εμπρησμός, η καταστροφή περιουσιών, το απόλυτο χάος, ο ανείπωτος πόνος.
Τέλος είναι αδιστάκτως βέβαιον ότι τελέστηκαν εγκλήματα πολέμου με άσκοπες και με υπέρβαση του μέτρου πράξεις εκδίκησης κατά του άμαχου πληθυσμού. Λόγω δε της μαζικότητας των εκτελέσεων έλαβαν χώρα όχι μόνο αμιγώς εγκλήματα πολέμου, αλλά τολμώ να ισχυρισθώ και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Δεν αντιλαμβάνομαι τη «διαφορά» των μαζικών εκτελέσεων που έλαβαν χώρα στον πρόσφατο Πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, με όσα συνέβησαν από τους Γερμανούς κατακτητές στη μαρτυρική μας Βιάννο, αλλά και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Ο όρος «θηριωδία» είναι επιεικής.
Υπ’ όψιν δε ότι όλοι εκείνοι που ενήργησαν εναντίον των ανθρώπων μας αλλά και εναντίον των περιουσιών μας, δεν μπορούν να απαλλαγούν ούτε καν σε προσωπικό επίπεδο, ακόμη και αν έλαβαν εντολές. Και τούτο γιατί ήταν εντολές απάνθρωπες, άδικες και βάρβαρες.
Ειδικότερα όσον αφορά στην εκτέλεση άμαχου πληθυσμού, το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης δεν δέχθηκε ότι ισχύει η προϋπόθεση της διαταγής Προϊσταμένου –Ανωτέρου, για να απαλλάξει τους εγκληματίες από τις ευθύνες τους. Σε βάρος των ανθρώπων μας και του τόπου μας υφίσταται συλλογική και ατομική ευθύνη του Γερμανού κατακτητή. Και τούτο θα πρέπει να καταστεί σαφές.
– οι μεταπολεμικές ευθύνες (5)
Το ζήτημα που περαιτέρω τίθεται αφορά στις μεταπολεμικές ευθύνες της Γερμανίας. Ενταύθα ας μου επιτραπεί να επισημειώσω ότι κατά το μέρος που με αφορά έχω δημοσίως τοποθετηθεί από τα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ (6).
Προσπάθησα δε προσφάτως να αναδείξω (7) και ένα άλλο ζήτημα, εξόχως σοβαρό, το οποίο αφορά απαιτήσεις της Ελλάδας, με αιτία το κατοχικό clearing που ανερχόταν (τότε) στο εντυπωσιακό ποσό των 1.193.523.372 μάρκων. Το ποσό δε αυτό οφείλει να καταβάλει η (Ενωμένη) Γερμανία στην Ελλάδα και μάλιστα εντόκως από τον Οκτώβριο του 1944. Αφήνω όμως τους ειδικούς να προσδιορίσουν το τελικό ύψος της απαίτησης.
Για τις μεταπολεμικές ευθύνες της Γερμανίας δεν μπορεί να τεθεί σήμερα ζήτημα συλλογικής ευθύνης και συνέχειας της νομικής προσωπικότητας του Κράτους. Και τούτο γιατί όποια αιτίαση μπορούσε να είχε προβληθεί «λύθηκε» αμετακλήτως με τη συνένωση των δύο Γερμανιών, η οποία έλαβε χώρα στις 31 Αυγούστου 1990. Τούτο το αναφέρω για να μην εγείρονται ζητήματα ως προς τη νομική συνέχεια του Κράτους της Γερμανίας, καθώς και ζητήματα «παραγραφών». Κατάπληξη δε μου προκαλούν τα κατά καιρούς αναφερόμενα από αστικολόγους για (δήθεν) «παραγραφή» ή για (δήθεν) «αποδυνάμωση του δικαιώματος». Οι ισχυρισμοί αυτοί είτε επιδιώκουν να χαϊδέψουν την Κυβέρνηση του Βερολίνου, είτε πλανώνται και περί το δίκαιον και περί τα πράγματα. Σε κάθε περίπτωση είναι νομικώς αβάσιμοι και πολιτικώς απαράδεκτοι έως επικίνδυνοι.
Ενταύθα ας μου επιτραπεί να υποστηρίξω ότι: α) ουδεμία παραγραφή υφίσταται για ποινικές και αστικές αξιώσεις που αφορούν εγκλήματα πολέμου, β) ότι η Συμφωνία (8) του Λονδίνου του 1953, ουδένα περιθώριο αφήνει για οποιαδήποτε παραγραφή και ειδικότερα για την Ελλάδα, ενώ γ) με το Ν.2023/1952 με τον οποίο τερματίζεται η εμπόλεμη κατάσταση της Χώρας μας με τη Γερμανία, ρητώς δηλώνεται η επιφύλαξη δικαιωμάτων των εκ του πολέμου προκυψάντων και υφισταμένων διαφορών. Τέλος, δ) με το πρόσφατο «Μνημόνιο Συνεννόησης» της 8ης Μαΐου 2010 στο οποίο συμπράττει η Γερμανία μέσω ειδικώς εξουσιοδοτημένης Τράπεζας (KfW), στο «οικείο Κεφάλαιο» που αφορά στην αποπληρωμή (9) ρητώς συνομολογείται ότι: «οι πληρωμές που θα πραγματοποιηθούν από το δανειολήπτη (Ελλάδα) καταβάλλονται στο ακέραιο, χωρίς μείωση λόγω συμψηφισμού ή ύπαρξης ανταπαίτησης». Ως εκ τούτου συνομολογείται έστω και αορίστως η ύπαρξη ανταπαιτήσεων, ασχέτως ότι δεν γίνεται μνεία για τη δανείστρια Γερμανία.
Η Γερμανία είναι Χώρα που ανήκει στο Συμβούλιο της Ευρώπης (10) και έχει προσχωρήσει στη Σύμβαση του Ευρωπαϊκού Δικαίου που αφορά στη Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών (11). Συνεπώς η Γερμανία έχει προσχωρήσει και υπάγεται σε κανόνες δικαίου του σύγχρονου νομικού και πολιτικού ευρωπαϊκού πολιτισμού. Έχει προσχωρήσει στις πρόνοιες και αξιώσεις της ΕΣΔΑ. Οφείλει συνεπώς να πολιτεύεται συμμορφούμενη με τις διατάξεις της ΕΣΔΑ και όχι να παρεκκλίνει από τις υποχρεώσεις που καθορίζονται δεσμευτικώς.
Ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση της οποίας σημαντικότατος εταίρος και Κράτος-Μέλος είναι η Γερμανία έχει προβεί σε κατευθυντήριες γραμμές για την προώθηση του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου (12). Η Ευρωπαϊκή Ένωση που θεμελιώνεται (13) πάνω στις Αρχές της Ελευθερίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του Κράτους Δικαίου, έχει ως στόχο την διαφύλαξη και υπεράσπιση των κανόνων του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου. Συνεπώς η ενωμένη Γερμανία δεν μπορεί να πολιτεύεται αγνοώντας τις μεταπολεμικές υποχρεώσεις της, αρνούμενη ουσιαστικώς τις εμπόλεμες ευθύνες της. Άλλως, δεν έχει δικαίωμα να επικαλείται τις Αρχές και Αξίες του «ενωσιακού κεκτημένου» (14) ούτε τις Αξιώσεις της ΕΣΔΑ. Πολλώ δε μάλλον δεν μπορεί να επικυρώνει και να κυρώνει το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (15). Δηλαδή, αντί πολλών, η Γερμανία δεν μπορεί να είναι υπερασπιστής των σύγχρονων ευρωπαϊκών Αρχών και Αξιών, αλλά ούτε και τιμωρός των σύγχρονων εγκληματιών πολέμου, χωρίς την προηγούμενη και λυσιτελή ανάληψη των δικών της απαράγραπτων ευθυνών.
Στην προκειμένη περίπτωση:
α) Για τις μεταπολεμικές ευθύνες της Γερμανίας και με χρονική αφετηρία τη συνένωση των δύο (2) Γερμανιών θα πρέπει (λόγω του ό,τι οι εμπόλεμες καταστάσεις και οι εξ αυτών συνέπειες δεν έχουν αποκατασταθεί), να υπάρξει αξιολόγηση στο πλαίσιο της θεωρίας και της πράξης της Διεθνούς Ευθύνης, κατά τα κρατούντα στο Διεθνές Δίκαιο.
β) Η Διεθνής Ευθύνη (16) αποτελεί θεμελιωμένο Θεσμό του Διεθνούς Δικαίου. Όπως δε παρατηρεί και ο Ε.Ρούκουνας (17) «αν θέλουμε να μιλούμε για νομικό σύστημα, είναι αδιανόητο να μην υπολαμβάνουμε την υποχρέωση των κρατών, να επανορθώνουν τις ζημιές που προκαλούν παράνομα. Στο απώτερο παρελθόν γινόταν λόγος για διεθνή ευθύνη σε περίπτωση άδικου πολέμου (unjustwar), αλλά το έγκλημα της επιθέσεως στοιχειοθετήθηκε μόλις στην τρίτη δεκαετία του 20ου αιώνα».
Οι μεταπολεμικές ευθύνες της Γερμανίας πρέπει να αντιμετωπισθούν υπό το πρίσμα της διεθνούς ευθύνης και κατά το μέρος που αφορά στη Βιάννο. Επικεντρώνονται δε σε άδικες δολοφονίες, σε επιθετικές ενέργειες και σε παράνομη χρήση βίας. Επικεντρώνονται σε εγκληματικές πράξεις κατά προσώπων και περιουσιών.
γ) Η Διεθνής Ευθύνη (18) της ενωμένης πλέον Γερμανίας, αφορά στην άρνηση της να αποκαταστήσει τις ζημίες, να αποζημιώσει για ηθική βλάβη τα θύματα και τις οικογένειές τους και να αποδώσει τα δι’ αρπαγής λεηλατηθέντα χρήματα του Ελληνικού Λαού. Οι προαναφερόμενες αρνήσεις της Γερμανίας συνιστούν παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου «δια παραλείψεως». Άλλωστε, είναι παραδεκτό στη θεωρία, στην πράξη και στη Νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου ότι παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου λαμβάνει χώρα με πράξη ή με παράλειψη (19).
Επιτρέψατέ μου να υποστηρίξω την άποψη ότι η διεθνής ευθύνη προβάλλεται από το Κράτος που θέλει να υπερασπιστεί τους πολίτες του, όταν οι πολίτες του έχουν υποστεί εγκληματικές βλάβες συνεπεία παράνομης συμπεριφοράς άλλου Κράτους. Άσχετο είναι δε, εάν οι πράξεις αυτές έλαβαν χώρα σε ειρηνική περίοδο ή σε εμπόλεμη περίοδο με εχθροπραξίες. Σε κάθε περίπτωση ο άδικος πόλεμος έχει μεταπολεμικές συνέπειες και γεννά διεθνή ευθύνη. Η διεθνής δε έννομη τάξη παρέχει τα μέσα στην Ελλάδα να αξιώσει από τη Γερμανία και επανορθώσεις και ηθικές αποζημιώσεις και επιστροφή των λεηλατηθέτων. Ιδού λοιπόν στάδιον δόξης λαμπρό (20) για την Ελληνική Πολιτεία.
Προς την κατεύθυνση αυτή, κυρίως εμείς οι Βιαννίτες, οφείλουμε (δηλαδή έχουμε χρέος) να πιέσουμε την Ελληνική Πολιτεία, η οποία έχει την αρμοδιότητα αλλά και την οφειλόμενη εκ του Διεθνούς Δικαίου νόμιμη ενέργεια, να προβάλει το ζήτημα των αποκαταστάσεων και των ηθικών αποζημιώσεων που σε βάρος μας προξένησε η εμπόλεμη συμπεριφορά της Γερμανίας κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1)Ο Πέτρος Μηλιαράκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη του Ηρακλείου. Κατάγεται από τη Βιάννο και είναι δημότης του Δήμου Βιάννου. Το κείμενο αφορά εισήγηση του, στο τριήμερο Συνέδριο της Βιάννου που έλαβε χώρα στις 13-14 και 15 Σεπτεμβρίου 2013.
(2) Βλ. Ν. Κοτζιάς, Ελλάδα Αποικία Χρέους –ευρωπαϊκή αυτοκρατορία και Γερμανική πρωτοκαθεδρία, 2013, σελ. 376 και επ.
(3) Βλ. Ν.Κοτζιάς οπ.π. σελ. 377
(4) Βλ. Προς την κατεύθυνση αυτή η Ελληνική έννομη τάξη έχει συνταγματικές δεσμεύσεις. (Πρβλ. Π.Μηλιαράκης, Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο και Ελληνικό Σύνταγμα, PublicInternationalLawandHellenicConstitution, 2008, σελ. 39 και επ. καθώς και 79 και επ.)
(5) Οι σοβαρές παραβιάσεις των κανόνων του εθιμικού και συμβατικού Δικαίου του Πολέμου ταυτίζονται με το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο. Ο σύγχρονος δε ορισμός διαμορφώθηκε στη Δίκη της Νυρεμβέργης (η απόφαση δημοσιεύθηκε στις 8 Αυγούστου 1945). Τα εγκλήματα πολέμου που είναι μέρος μαζικών δολοφονιών ή γενοκτονιών περιγράφονται ως εγκλήματα πολέμου κατά της ανθρωπότητας. Αυτό αφορά και στη Βιάννο. Άλλωστε, υπήρξαν μαζικές δολοφονίες. (Βλ. σχετικώς Χ.Ροζάκης, Έγκλημα και Τιμωρία: το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο στη Νέα Παγκόσμια Τάξη, 2004, Σ.Περράκης, Η Πολεμική Κατοχή στο Σύγχρονο Διεθνές Δίκαιο, 1990, Μ.Σαρηγιαννίδης, Η Πολεμική Κατοχή στο Διεθνές Δίκαιο, 2011, Μ-Ν.Μαρούδα, Περί του Ανθρωπιστικού Χώρου, στον 21ο αιώνα: ανάδυση, διαστάσεις, νομικό πλαίσιο για αποτελεσματική και νόμιμη ανθρωπιστική δράση, 2012, Δ.Γάγγας, Εισαγωγή στο Διεθνές Δίκαιο των Ενόπλων Συγκρούσεων, 2008, Π.Κατσαρή, Η Ποινική Αντιμετώπιση των Εγκλημάτων Πολέμου, 2003, Δ.Μουσουρίδης, Η έννομος τάξις και μετά την στρατιωτική κατοχήν, 1945).
(6) Βλ. εενδεικτικώς Π.Μηλιαράκης, Επανορθώσεις και Πολεμικό Δάνειο, ΕΠΙΚΑΙΡΑ, τεύχος 67, 27.1.2011
(7) Βλ. Π.Μηλιαράκης, Υπάρχουν και αυτοί οι Λογαριασμοί, ΕΠΙΚΑΙΡΑ, τεύχος 188, 23.5.2013
(8) Η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 συνιστά δέσμευση μεταξύ της τότε Δυτικής Γερμανίας και των Συνασπισμένων Δυνάμεων. Αφορά δε, ουσιαστικό κανόνα που έχει ενταχθεί στις εσωτερικές έννομες τάξεις. Στην Ελλάδα έχει κυρωθεί με το Ν.3480/1956. Σχετική είναι η Συμφωνία της Βόννης του 1952. Πάντως η διακρατική Συμφωνία του Λονδίνου του 1953, τελούσε υπό την «άγραφη» αίρεση του κρίσιμου νομικού ζητήματος που οφειλόταν στο κατά πόσο η (τότε) Δυτική Γερμανία ήταν η συνέχεια της νομικής προσωπικότητας του Γ’ Ράιχ.
(9) Βλ. παρ. 7 ως προς τις «πληρωμές».
(10)Π.Μηλιαράκης, Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου –TheEuropeanCourtinStrasbourg, 2000.
(11) Παρ’ ημίν η Σύμβαση αυτή έχει συντομογραφία ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων Ανθρώπου)
(12) Βλ. επίσημη Εφημερίδα Ε.Ε. αριθμ. C327 της 23/12/2005.
(13) Βλ. Π.Μηλιαράκης,Το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα μεταξύ νομικού δόγματος και πολιτικής, 2005, κυρίως από σελ. 84 και επ.
(14) Αφορά το κοινοτικό κεκτημένο (acquiscommunautaire)
(15) Κυρώθηκε στην Ελλάδα με το Ν.3003/2002 (ΦΕΚ 75/τ.Α/8.4.2002). Επίσης βλ. και Ν.3948/2011 (ΦΕΚ 71/τ.Α/5.4.2011) που αφορά: Προσαρμογή των διατάξεων του εσωτερικού δικαίου προς τις διατάξεις του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Ειδικότερα επισημειώνεται ενταύθα ότι: Η προσταγή από ιεραρχικά Ανώτερο Στρατιωτικό ή Πολιτικό προς το δράστη αξιόποινων πράξεων, δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα των πράξεων. Επίσης Στρατιωτικός Διοικητής ή Πολιτικός Προϊστάμενος ο οποίος παραλείπει να εμποδίσει υφιστάμενό του να διαπράξει έγκλημα, μολονότι έχει τη δυνατότητα να το κάνει, τιμωρείται ως αυτουργός της πράξης που τελέσθηκε από τον υφιστάμενό του.
(16)Ε.Ρούκουνας, Διεθνές Δίκαιο, ΙΙΙ, 1983, σελ. 113 και επ., Κ.Ευσταθιάδης, Διεθνές Δίκαιον, ΙΙΙ, 1963, σελ. 69 και επ., Δ.Κωνσταντόπουλος, Διεθνές Δημόσιον Δίκαιον, Τόμος ΙΙΙ, 1966, R.M.M. Wallace-O.MartinOrtega, InternationalLaw, 2009 σελ. 194 και επ., I.Brownlie, PrinciplesofPublicInternationalLaw, 1979, σελ. 431 και επ. F.V.Garcia-Amador, State Responsibility in the Light of the New Trends of International Law, AJIL 1955, F.Mann, The Consequences of International Wrong in International and National Law BYBIL 1976-77, G.Amador-L.B.Sohn-R.Baxter, Recent Codification of the Law of State Responsibility for Injuries to Aliens, Leyden 1974.
(17) Βλ. Ε.Ρούκουνας, οπ.π. σελ. 114-115
(18) Η διεθνής ευθύνη σχετίζεται πρωτίστως με πράξεις ή παραλείψεις της εκτελεστικής εξουσίας. Η ευθύνη δε, είναι ευρύτερη καθόσον αφορά και στρατιωτικές υπηρεσίες ακόμη και τη νομοθετική εξουσία. Ειδικότερα η διεθνής ευθύνη κατ’ αρχήν και κατ’ αρχάς συναρτάται με πράξεις και παραλείψεις των Οργάνων του Κράτους που είναι αρμόδια για τη διαχείριση των διεθνών σχέσεων. Υπ’ όψιν δε ότι η διεθνής ευθύνη του Κράτους εκτείνεται και σε Όργανα που είναι ακόμη και αναρμόδια!
(19) Τέτοιο παράδειγμα παράληψης, δηλαδή μη λήψης μέτρων αφορά η υπόθεση των ομήρων της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Τεχεράνη το 1980, αλλά και του Στενού της Κέρκυρας το έτος 1949, όπου το Διεθνές Δικαστήριοθεώρησε διεθνώς υπεύθυνη την Αλβανία επειδή δεν φρόντισε να εξασφαλίσει την ασφαλήδιέλευση των ξένων πλοίων από την αιγιαλίτιδα ζώνη της με την εξουδετέρωση των ναρκών που είχαν ποντιστεί. Δηλαδή το Διεθνές Δικαστήριο αναγνώρισε διεθνή ευθύνη με παράλειψη.
(20) Για την Ελληνική εξωτερική πολιτική βλ. αντί πολλών Π.Μηλιαράκης η Εξωτερική Πολιτική κατά το Συνταγματικό Δίκαιο, 1987.