Αντίθετα προς τις δειλές ενδείξεις οικονομικής ανάκαμψης στις ΗΠΑ και στη Μεγάλη Βρετανία, το σύνολο της Ευρωπαϊκής οικονομίας όχι μόνο δεν φαίνεται να ξεπερνά τις σαρωτικές συνέπειες του κραχ του 2008, αλλά έχει επιπλέον να παρουσιάσει οικονομικούς δείκτες χειρότερους και από εκείνους που εμφανίστηκαν αμέσως μετά την παγκόσμια ύφεση την δεκαετία του 1930.
Σύμφωνα με την περιεκτική ανάλυση του Αμερικανού οικονομολόγου και νομπελίστα Joseph Stiglitz στις αρχές του 2014 στη Βασιλεία, η εικόνα της Ευρώπης έχει αλλάξει ριζικά προς το χειρότερο. Προ κρίσεως, η ΕΕ είχε να επιδείξει τις καλύτερες δημόσιες υποδομές, τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα και τα καλύτερα συστήματα υγείας και πρόνοιας. Παρά ταύτα, έκανε «ένα μικρό λάθος»: δίχως να έχει ολοκληρώσει τη δημιουργία ενός επαρκώς επεξεργασμένου θεσμικού πλαισίου, εισήγαγε ένα νέο κοινό νόμισμα, το ευρώ, αντικαθιστώντας έναν αριθμό άλλων νομισμάτων.
Η αντικατάσταση αυτή δημιούργησε περισσότερα διλήμματα από αυτά που επιθυμούσε να επιλύσει, περισσότερα μειονεκτήματα και λιγότερα πλεονεκτήματα. Το πρόβλημα της Ευρώπης, όπως εύστοχα το θέτει ο Στέλιος Ράμφος, είναι ότι έχει ένα νόμισμα (με 27 διαφορετικές οικονομίες) το οποίο θα είναι συνεχώς υπό κρίση, εφόσον η πλευρά των οικονομιών που είναι ελλειμματικό θα χρειάζεται τις άλλες χώρες που έχουν ισχυρή οικονομία.
Έξι χρόνια μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι επιχειρήσεις στην ΕΕ συνεχίζουν να συναντούν σοβαρές δυσκολίες όταν προσπαθούν να βρουν χρήματα για επενδύσεις. Επιπροσθέτως, οι τράπεζες δεν έχουν ακόμα σταθεροποιηθεί, ενώ προκαλούν έντονη ανησυχία οι αποπληθωριστικές τάσεις. Όλα τα παραπάνω αναζητούν λύσεις το συντομότερο δυνατόν. Διότι εάν δεν συμβεί αυτό, θεμελιώδεις (δυτικές) πολιτισμικές αξίες, όπως λ.χ. η ανεκτικότητα και η αλληλεγγύη, θα υποστούν σοβαρές βλάβες (Dirk Helbing).
[quote text_size=”small”]
Πράγματι, το ύφασμα της κοινωνίας, η κοινωνική συνοχή, κινδυνεύει. Οικονομία και κοινωνία δείχνουν να κλειδώνονται σε ένα καθοδικό σπιράλ, σε φαύλους κύκλους στασιμότητας, με παράλληλη έξαρση της δημαγωγίας, της συνωμοσιολογίας, του λαϊκισμού και των ιδεολογικών ακροτήτων.
[/quote]
Ειδικότερα, η κατάρρευση του πολιτικού κοινωνικού δικτύου στην Ελλάδα οδήγησε αναπόφευκτα στον θρυμματισμό συλλογικών γραμμικών αφηγημάτων (περί αφθονίας, πλουτισμού, υπερκατανάλωσης, υπαλληλικής μονιμότητας και ασφάλειας κοκ), τα οποία συστηματικά ενέπνεαν, τροφοδοτούσαν και κινητοποιούσαν την καθημερινότητα και τη ρουτίνα της ελληνικής κοινωνίας, καθιστώντας την έτσι μια κοινωνία δυναμικά κατακερματισμένη, αλλοπρόσαλλη και καθηλωμένη (ψάχνοντας για υποσχέσεις).
Παρομοίως, ο Ν. Πολίτης, στο βιβλίο του Να σηκωθούμε όρθιοι – Η επανάσταση της κοινής λογικής (Εκδ. Ψυχογιός, 2013), υποστηρίζει ότι η σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα χαρακτηρίζεται έντονα από τη σύγχυση, τον παραλογισμό και την ασυδοσία, ιδιοσυγκρασιακά συμπτώματα της αμφίθυμης και προβληματικής σχέσης του Έλληνα πολίτη με τους κανόνες και την πολιτεία.
[quote text_size=”small”]
Το αναδυόμενο αποτέλεσμα είναι μια κοινωνία χωρίς ορίζοντα, σχέδιο, πλάνο και όραμα για το μέλλον. Και εκείνο το οποίο δυστυχώς κυοφορείται και εκδηλώνεται κάθε φορά στην απουσία του ορίζοντα είναι αυτοκαταστροφικές κινήσεις, απόγνωση, κυνισμός, συγκρούσεις και μηδενισμοί (Σ. Ράμφος). Σημειώνεται ωστόσο μια ενδιαφέρουσα θεωρητική εναλλαγή μεταξύ απαισιόδοξων και αισιόδοξων οπτικών για την πορεία της ελληνικής κοινωνίας.
[/quote]
Αφενός, σε κοινωνίες με κατάρρευση των ποσοστών απασχόλησης και μαζική ανεργία (πάνω από 1.300.000 είναι ο αριθμός των ανέργων που καταμετρά η ΕΛΣΤΑΤ, ενώ ανέρχεται σε 3.400.000 ο μη οικονομικά ενεργός πληθυσμός της χώρας) χρειάζεται συνήθως αρκετός χρόνος (δύο ή περισσότερες γενιές) μέχρι να ανακάμψει πλήρως η κοινωνική δομή και δυναμική, αλλά και η λεγόμενη ιδιότητα του πολίτη. Ίσως χρειαστεί ακόμα περισσότερος χρόνος για την ελληνική κοινωνία, όπου το δημόσιο συμφέρον ουδέποτε υπήρξε πάνω από το ατομικό, το οικογενειακό, το συντεχνιακό και το τοπικό.
Αφετέρου, σύγχρονες ποιοτικές κοινωνικές έρευνες (βλ Aegean Research Centre) καταδεικνύουν έναν νέο, πρωτόγνωρο «πατριωτισμό του πολίτη», την κριτική αναστοχαστική αντίληψη των πολιτών (των νεότερων κυρίως γενεών) ότι, προκειμένου να βελτιωθούν ριζικά τα πράγματα, πρέπει πρώτα να επαναπροσδιορίσουν και να βελτιώσουν τους εαυτούς τους (ως εργαζόμενοι και ως μέλη οικογενειών, ομάδων και κοινοτήτων, δραστηριοποιούμενοι σε οργανωμένες ειρηνικές δράσεις).
Εδώ, επανέρχεται και επικαιροποιείται η συζήτηση του «ευ ζην», της «καλής ζωής», σύμφωνα με την οποία οφείλουμε όλοι, στο μέτρο του εφικτού, να αναλαμβάνουμε αναστοχαστικά τις ευθύνες μας απέναντι στην οικογένεια, την κοινωνία και τον κόσμο. Όπως υποστήριζε ο Θουκυδίδης, «ο άνθρωπος και αν ευτυχεί ατομικά παρ’ όλα αυτά καταστρέφεται μαζί με την πατρίδα του, αν αυτή καταστραφεί, αν δε, στην αντίθετη περίπτωση, ο ίδιος δυστυχεί, ενώ η πατρίδα του ευτυχεί, έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να διασωθεί» («Αντί Προλόγου», Θουκυδίδη, Β’ 60).
[quote text_size=”small”]
Επίσης, διαπιστώνεται ότι το άτομο είναι ώριμο και ικανό να αναλάβει καινοτόμες δράσεις και πρωτοβουλίες στο βαθμό που είναι σχεσιακά ενδυναμωμένο, δηλαδή υποστηριγμένο από πυκνά ψυχοκοινωνικά δίκτυα/κοινότητες.
[/quote]
Η παραγωγική επανεφεύρεση του κοινωνικού και του πολιτικού, η λειτουργική επανασύνδεση του ατόμου με την κοινότητα/κοινωνία και η σχεσιακή ύφανση νέων συλλογικών αφηγήσεων και ζωοποιών νοημάτων μπορεί πράγματι να προσδώσει στη σύγχρονη Ελλάδα τη βιώσιμη δυναμική που τόσο έχει ανάγκη, δηλαδή τη δημιουργική δυνατότητα να αλλάζει και να εξελίσσεται με όρους εξωστρέφειας, αλληλεγγύης, συνεργασίας, συναντίληψης και συνευθύνης.