Η Ελλάδα μπαίνει σε μια νεα τροχιά που απαιτεί σοβαρότητα, αξιοπιστία και ρεαλισμό. Η ώρα της υλοποίησης των δεσμεύσεων δεν σηκώνει καθυστέρηση και οι δανειστές μας αναμένουν να πάρουν πίσω τα λεφτά τους.
Η καθημερινότητα των πολιτών είναι σε άσχημη κατάσταση και καλείται η κυβέρνηση να το διαχειριστεί αποτελεσματικά. Τα λάθη και οι παραλείψεις ανήκουν στο παρελθόν και απηχούν αντιλήψεις παλαιοτέρων ετών. Σήμερα απαιτούνται μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα για να βγούμε από τα αδιέξοδα και να σώσουμε την αξιοπρέπεια μας.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα κριθούν από τις κοστολογημένες προτάσεις τους και από τη διάθεση που θα δείξουν για συνεννόηση και συνεργασία.
Η πατρίδα μας είναι στη μέση του τρίτου προγράμματος διάσωσης. Κορυφαίοι αξιωματούχοι των Βρυξελλών αναφέρουν ότι ήταν η πιο δύσκολη περίπτωση που χρειάστηκε να ασχοληθούμε, καθώς οι άλλες χώρες χρειάζονταν μόνο ένα πρόγραμμα. Η εφαρμογή διακόπηκε το πρώτο μισό του προηγούμενου έτους, όταν ανέλαβε η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα προέκυψε από ένα συνδυασμό παραγόντων. Η Ελλάδα είχε τη χειρότερη προσαρμογή από τις πέντε χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα, τα μεγαλύτερα δημοσιονομικά ελλείμματα και πολλές δομικές ατέλειες. Έπρεπε να κάνει τις πιο δυσβάσταχτες προσαρμογές. Η έλλειψη συντεταγμένης διοίκησης επέφερε και πρόβλημα στην εφαρμογή των ριζικών αλλαγών.
Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο χρέος, το οποίο χρηματοδοτεί ο ESM με πολύ χαμηλό επιτόκιο, μεταξύ 0,5% – 1%. Είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζεται, αν συγκριθεί με τα επιτόκια αγοράς που είναι υψηλότερα. Αυτό παρέχει πολύτιμο χρόνο και ασφάλεια στην ελληνική κυβέρνηση να κάνει το σχεδιασμό της και να ρυθμίσει τις υποχρεώσεις της.
Τα ταξίδια στο εξωτερικό και οι πυκνές συναντήσεις όλων των πολιτικών αρχηγών με άλλους ηγέτες και κορυφαίους επιχειρηματίες, μόνο καλό μπορούν να κάνουν αφού ενισχύουν το διεθνή παρεμβατισμό της χώρας και προσελκύουν επενδύσεις.
Βασική προυπόθεση να είναι καλά οργανωμένα τα ταξίδια και να παρουσιάζουν το ύφος μιας άλλης Ελλάδας που ξέρει τι θέλει και γνωρίζει πως θα το πετύχει.
Η Ευρώπη οφείλει να δράσει συλλογικά και ταχύτατα. Να αποκτήσει ρυθμό και να θέσει στόχους για τα κράτη-μέλη της. Η ατελείωτη γραφειοκρατία των Βρυξελλών δημιουργεί πολλές φορές εμπόδια, παρά δίνει λύσεις.
Τα stress tests – τα πρώτα που διεξάγονται μετά από το 2014 – υποτίθεται ότι διασφαλίζουν πως οι τράπεζες της μεγάλης οικογένειας της Ευρώπης μπορούν να αντιμετωπίσουν μια σοβαρή κρίση. Με άλλα λόγια, θα έπρεπε να εξετάζουν τη βασική τους αδυναμία. Η έλλειψη κεφαλαίων έχει παρεμποδίσει τον δανεισμό, έχει υπονομεύσει τις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να τονώσει την οικονομία και έχει καταστήσει ευάλωτο, στο σύνολό του, το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Τα κράτη-μέλη της ΕΕ δε μπορούν να σηκώσουν μόνα τους το βάρος των οικονομιών τους και απαιτείται ένα ισχυρό προστατευτικό πλέγμα από τους μηχανισμούς της ΕΕ.
Τα τελευταία χρόνια , οι ηγέτες της ΕΕ, οραματίστηκαν μία τραπεζική ένωση, όπου όλοι θα ήταν από κοινού υπεύθυνοι για την εξυγίανση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωζώνης. Έχουν υπαναχωρήσει από αυτήν τη δέσμευση, αλλά η βασική ιδέα παραμένει. Πρέπει να προσπαθήσουν ξανά, ξεκινώντας από μία έντιμη και χωρίς περιστροφές αξιολόγηση του προβλήματος. Το μέλλον απαιτεί καινοτομίες και οι λαοί αναζητούν μια καλύτερη τύχη μέσα στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα μπορεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και οφείλει να πρωταγωνιστήσει στις εξελίξεις που ανοίγονται μπροστά της.