Όπως συμβαίνει στη ζωή, έτσι και στην πολιτική όταν ένας κύκλος κλείνει, ανοίγει κάποιος. Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ένας μεγάλος κύκλος κρίσεων και αντιπαραθέσεων φάνηκε να κλείνει τον Ιανουάριο του 1996, με την κρίση των Ιμίων. Τότε το κακό δεν τρίτωσε κι ο πόλεμος μεταξύ των δυο χωρών απεφεύχθη την τελευταία στιγμή.
Το θερμόμετρο διατηρήθηκε χαμηλά, δίνοντας την ευκαιρία στις δυο χώρες να κοιτάξουν τα του οίκου τους. Κάπως έτσι, η Ελλάδα έκανε απρόσκοπτα Ολυμπιακούς Αγώνες. Κάπως έτσι, ο Ερντογάν κατάφερε σιγά σιγά να επιβληθεί στο εσωτερικό της χώρας του, έναντι των «στρατηγών».
Από την πρώτη μέρα του, ως πρωθυπουργός πλέον της Ελλάδας, ο Γιώργος Παπανδρέου επέδειξε ιδιαίτερη σπουδή να κλείσει τον κύκλο που άνοιξε δέκα χρόνια νωρίτερα. Με μια χειρονομία που αναγνώρισαν οι Τούρκοι πήγε στην Κωνσταντινούπολη και συναντήθηκε ατύπως με τον Ταγίπ Ερντογάν. Το κλίμα έφτιαξε. Κάτι άρχισε και πάλι να κινείται στα ελληνοτουρκικά, σε βαθμό που ορισμένοι να μιλούν για την «ώρα των αποφάσεων».
Ήρθε η ώρα αυτή; Ουδείς είναι σε θέση να πει με βεβαιότητα. Πλην όμως έχει σημασία το πώς βλέπει κανείς το μπουκάλι. Ο Αχμέτ Νταβούντογλου είπε σε συνέντευξή του πως «στα μέρη μας κάθε διαπραγμάτευση είναι 60%, 25% μεθοδολογία και μόνον15% ουσία». Προφανώς, θέλει να δείχνει πως ανήκει σε εκείνους που βλέπουν το μπουκάλι μισογεμάτο.
Αλλά τελικά γιατί να μην έχουν έτσι τα πράγματα; Ο ίδιος ως μυστικοσύμβουλος του Ερντογάν πρότεινε το δόγμα «καμία τριβή με τους γείτονες». Το δόγμα εφαρμόστηκε και πλέον η Τουρκία έχει διευθετήσει χρόνια προβλήματα με τη Συρία, την Αρμενία, το Ιράκ, τη Ρωσία. Τι θα εμπόδιζε να λυθούν και με την Ελλάδα; Πολλά, αλλά και λίγα. Εξαρτάται πάντα, από το πώς βλέπει κανείς το μπουκάλι…