της ΦΙΛΙΩΣ ΚΟΝΤΡΑΦΟΥΡΗ (FOREIGN PRESS)
“Στο Αφγανιστάν δε μπορείς να επιβιώσεις χωρίς όπλα,” είπε ο Καρίμ καθώς οδηγούσε το λευκό Τογιότα και ο αδερφός του στη θέση του συνοδηγού έφτιαχνε το όπλο που είχε στερεωμένο στη μέση του. Μπροστά, ένα τζιπ με μαύρα παράθυρα έτρεχε στο δρόμο προς το Νταρουλαμάν. “Εάν δεν έχω πάνω μου όπλο, οι μαφιόζοι που βρίσκονται μπροστά, εάν θελήσουν να μου ρίξουν, δεν θα σταματήσουν καν το αυτοκίνητο. Θα ρίξουν απευθείας από το παράθυρο,” συνέχισε ο Καρίμ, ο πανύψηλος Αφγανός που έχει εταιρεία security και σε σχέση με τους περισσότερους Αφγανούς, έχει νόμιμη άδεια οπλοφορίας.
Ο τελευταίος θεωρείται “ο βασιλιάς του Παγμάν,” μιας επαρχίας κοντά στην Καμπούλ και, όπως παραδέχονται οι ίδιοι οι Αφγανοί, πολύ-πολύ επικίνδυνος. Κάποτε υπήρξε μέντορας του Οσάμα Μπιν Λάντεν και συνηθίζει να λέει πως δεν του αρέσουν οι ξένοι, γιατί εκείνοι έφεραν τη χώρα στην κατάσταση που είναι σήμερα. Ενώ ο Φαχίμ, ο ισχυρότερος από όλους τους οπλαρχηγούς, εάν τελικά κερδίσει τις εκλογές ο Καρζάι, θα είναι ο νέος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του.
Όλο και περισσότεροι Αφγανοί μιλάνε πια ανοιχτά για ένα από τα πολλά λάθη που έγιναν λίγες μέρες μετά την 11η Σεπτεμβρίου, εν όψη της επίθεσης των Ηνωμένων Πολιτειών στο Αφγανιστάν. Η Αμερική θα ξεκινούσε το φθηνότερο πόλεμο που έκανε ποτέ, πληρώνοντας εκατομμύρια δολάρια στους οπλαρχηγούς μέσω της CIA για να επιβάλλουν την τάξη μόλις έφευγαν οι Ταλιμπάν. Ο Φαχίμ πήρε αρχικά 1 εκατομμύριο δολάρια μόνο και μόνο ως ένδειξη καλής θέλησης για τη συνεργασία του με τους Αμερικανούς. Ως το 2003, η CIA, τροφοδοτούσε τους οπλαρχηγούς ασταμάτητα με χρήματα, με αποτέλεσμα εκείνοι να αποκτήσουν άμεσα το πάνω χέρι στο Αφγανιστάν. Ο Καρζάι, όσο κι αν ήθελε ή προσπαθούσε, δε μπορούσε να συναγωνιστεί με τίποτα το καινούργιο κράτος οπλαρχηγών που δημιουργήθηκε υπό την καθοδήγηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Κι όταν τα χρήματα τελείωσαν, εκείνοι επέστρεψαν στις παλιές δραστηριότητες τους, όπως το εμπόριο ναρκωτικών και τις απαγωγές.
Σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο των New York Times, εάν τελικά ο Φαχίμ γίνει αντιπρόεδρος της χώρας (τα ποσοστά του Καρζάι σε σχέση με τον αντίπαλο του Αμντουλά-Αμπντουλά αυξάνονται συνεχώς και τώρα βρίσκεται στο 46%), η Αμερική τώρα θεωρεί πως θα έχει πρόβλημα στο πως να τον αντιμετωπίσει μιας και (όπως όλοι οι οπλαρχηγοί) κατηγορείται για πολλά αδικήματα. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ μάλιστα, ίσως φτάσει στο σημείο να μην εκδώσει βίζα στο Φαχίμ για να επισκεφθεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, έστω κι αν θα είναι μέλος της αφγανικής κυβέρνησης.
Η μαφία, οι συμμορίες, οι ιδιωτικοί στρατοί και ο μεγάλος κίνδυνος απαγωγής είναι ο κύριος λόγος που οι ξένοι στην Καμπούλ προσλαμβάνουν ανθρώπους σαν τον Καρίμ, ακόμα και για να πάνε μια απλή βόλτα. Ένας Ευρωπαίος αυτή τη στιγμή “αξίζει” περίπου 2 εκατομμύρια ευρώ, τιμή χαμηλή σε σχέση με άλλες χρονιές. Ωστόσο, ειδικά οι Αμερικανοί, σπάνια αποφασίζουν να βγουν έξω χωρίς σωματοφύλακα και γι’ αυτό η μαφία έχει πλέον επικεντρωθεί στις απαγωγές εύπορων Αφγανών, μιας και χωρίς προστασία, αποτελούν soft targets.
Έτσι λοιπόν και η Πάτι, μια πλούσια επιχειρηματίας από το Τέξας, ερχόμενη στην Καμπούλ για να ψάξει για την νέα της βίλα των 10 υπνοδωματίων που θα τη στεγάσει για τα επόμενα 3 χρόνια, ζήτησε τις υπηρεσίες του Καρίμ και του αδερφού του. Ως τώρα, βρισκόταν στο Ιράκ, παίρνοντας συμβόλαια εκατομμυρίων δολαρίων από την αμερικανική κυβέρνηση.
Ο Καρίμ αποφάσισε να την πάει μια μικρή εκδρομή για να δει λίγο την Καμπούλ και τα περίχωρα. Εκείνη όμως δύσκολα παρακολουθούσε τον κόσμο γύρω της γιατί για εκείνη τη μέρα είχε σχεδιάσει να δουλέψει και όχι να κάνει βόλτα. Κι ας ήταν Παρασκευή, μέρα αργίας που όλα σχεδόν είναι κλειστά και οι ρυθμοί εξαιρετικά χαλαροί. Σε όλη τη διαδρομή, η Πάτι μιλούσε για το πως η ομελέτα της κάθε πρωί δεν είναι όπως τη ζητάει και πόσο πολύ ήθελε να πάει στο γαλλικό φούρνο της Καμπούλ για να αγοράσει ευρωπαϊκά γλυκά. Συζητούσε για τα σπίτια που είχε δει με ενοίκιο πάνω από 3.000 δολάρια το μήνα και σπάνια ενδιαφερόταν για τις φωτογραφίες που έβγαζε ο φίλος της ο Στηβ -πάντα μέσα από το αυτοκίνητο.
Όταν επέστρεψε στη βίλα της λίγες ώρες μετά, αναρωτιέμαι αν τα hi-tech γυαλιά της την είχαν αφήσει να δει λίγη από τη φτώχεια γύρω της, τους εκτοπισμένους από τη φλεγόμενη Χελμάντ πεταμένους κάτω από τέντες στην άκρη του δρόμου. Αναρωτιέμαι αν άκουσε έστω και κάποια από τα λόγια του Καρίμ όταν έλεγε για τις απειλές που δέχεται η οικογένεια του μόνο και μόνο επειδή δουλεύει με ξένους, ή τον αδερφό του όταν έλεγε ότι “δεν υπάρχει κανένα μέλλον σ’ αυτή τη χώρα.”
Η Πάτι, αφού συζήτησε στο αυτοκίνητο με το Στήβ για τον αν θα πήγαιναν στη δεξίωση που έκανε το βράδυ η αμερικάνικη πρεσβεία, βρέθηκε, όπως χιλιάδες άλλοι ξένοι στην Καμπούλ, κλεισμένη και απομονωμένη πίσω από τα τείχη της πολυτελούς βίλας της.
Όπως και στην αμερικάνικη πρεσβεία εδώ, που οι άνθρωποι της ζουν πλήρως απομονωμένοι από την πραγματικότητα του έξω κόσμου, έτσι και η Πάτι μάλλον θα σκεφτόταν πως απλά βρίσκεται στην Ουάσινγκτον.