Είναι μονόδρομος λοιπόν η εμπέδωση της εμπιστοσύνης η οποία θα επιφέρει την κοινοτική αλληλεγγύη που θα σταθεροποιήσει και όχι θα διαλύσει το κοινό ευρωπαϊκό όραμα. Και η ανάκτηση της αξιοπιστίας δεν είναι τόσο λογιστική όσο κάποιοι βολεύονται, ιδίως στη χώρα μας να υποστηρίζουν, αλλά κυρίως πολιτική και φιλοευρωπαϊκή.
Κάποιοι σημαντικοί Έλληνες ηγέτες προσανατόλισαν τη χώρα στην ευρωπαϊκή οικογένεια, όχι για να παίρνει κοινοτικά κονδύλια και να τα ξοδεύει ασύδοτα, για να κάνει μια κάστα εύκολο πλουτισμό, αλλά γιατί πίστεψαν και φυσικά είχαν δίκιο ότι η μικρή μας χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα είχε άλλη δύναμη και άλλη ασφάλεια, κυρίως σε ότι αφορά τα εθνικά της θέματα. Τους σπουδαίους πολιτικούς ωστόσο δυστυχώς τους διαδέχθηκαν ελάσσονες, που μέσα σε λίγα χρόνια μίκρυναν τον τόπο στις δικές τους διαστάσεις. Και την έφτασαν να γίνει το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης. Πιάσαμε αρνητικές πρωτιές στη διαφθορά στον εύκολο πλουτισμό και στην ιδεολογία του δώσ’ ημίν σήμερον και τη σπατάλη στην υγεία των «κορόιδων». Τώρα που μας ζητούν σχεδόν παράλογα να νοικοκυρευτούμε μέσα σε ασφυκτικά χρονικά όρια, αρχίσαμε να ανακαλύπτουμε ότι για το «κακό το ριζικό μας» φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από εμάς.
Και φυσικά δεν το κάνουν ούτε επειδή μας μισούν, ούτε επειδή για μια ακόμα φορά εξυφαίνεται μια διεθνής συνομωσία εις βάρος μας. Απλώς πρέπει να βάλουμε τάξη στα δημόσια οικονομικά μας πριν μολύνουμε όλη την ευρωζώνη. Ακόμα και οι «κακοί Γερμανοί» δεν έχουν αποκλείσει το ευρωομόλογο, θεωρούν όμως πως πρώτα πρέπει να υπάρξει βούληση στο νότο για δημοσιονομική πειθαρχία και μετά να υπάρξει τέτοια απόφαση. Και είναι γεγονός ότι ακόμα και καθυστερημένα στην Ε.Ε., όταν αρχίζει μια συζήτηση η απόφαση δεν αργεί. Χθες ο μηχανισμός στήριξης, σήμερα η συζήτηση για την επιμήκυνση, αύριο το ευρωομόλογο. Αρκεί να πείσει ο νότος και φυσικά η χώρα μας ότι υπάρχει η πολιτική βούληση για αλλαγή πορείας, για πάταξη της διαφθοράς, για επιβολή της διαφάνειας και κυρίως για τερματισμό της προκλητικής ατιμωρησίας.