Οι αποφάσεις του πρόσφατου Συμβουλίου Κορυφής ήταν η αποθέωση της γερμανικής οικονομικής διπλωματίας. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, ως απάντηση στην πρόταση για έκδοση ευρωομολόγων, είναι κομμένος και ραμμένος για να εξυπηρετήσει κυρίως και διασφαλίσει απολύτως τα συμφέροντα της γερμανικής βιομηχανίας και των γερμανικών τραπεζών.
Μέσω του ΕΜΣ το Βερολίνο πέτυχε την προστασία και διατήρηση του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος – στην ύπαρξη του οποίου στηρίζεται το γερμανικό οικονομικό θαύμα – χωρίς να πληρώσει η Γερμανία το μερίδιο που θα της αναλογούσε για τη διάσωση των προβληματικών οικονομικών που απειλούν το ευρώ. Κι επιπλέον μέσω του ΕΜΣ το Βερολίνο διατηρεί την προοπτική περαιτέρω κερδών, κερδοσκοπώντας σε βάρος των ασθενέστερων χωρών που υποτίθεται θα βοηθήσει με τη χορήγηση νέων δανείων.
Και για όλα αυτά, η Γερμανία θα κληθεί να πληρώσει σε μετρητά μόλις 22 δισ. € σε πέντε άτοκες δόσεις. Αυτά είναι και τα πραγματικά χρήματα, με τα οποία η Γερμανία “εξαγοράζει” το 27% των 500 δισ. € δανειοδοτικής ικανότητας του μηχανισμού που αφορούν όμως σε κεφάλαια που θα συγκεντρωθούν από την αγορά με κρατικές εγγυήσεις. Δηλαδή χαρτιά…
Χαρτιά όμως δεν θα είναι τα μερίσματα που θα λαμβάνει από τη συμμετοχή της στα χρηματοδοτικά προγράμματα. Το Βερολίνο κατ’ αρχήν φρόντισε να εξασφαλίσει την κερδοφορία του μηχανισμού, ο οποίος θα δανείζει πάντα με περιθώριο 2% επιπλέον του κόστους που θα αντλεί κεφάλαια. Κι όχι μόνο αυτό. Φρόντισε να εξασφαλίσει το προνόμιο του πιστωτή που θα πληρωθεί πρώτος, στην περίπτωση που μια αδύναμη χώρα δεν ακολουθήσει κατά γράμμα το χρηματοδοτικό πρόγραμμα. Κάπως έτσι με το πρόσχημα της βιωσιμότητας του Μηχανισμού, το Βερολίνο εξάλειψε τον κίνδυνο να χάσει μέρος των κεφαλαίων της αν καταπέσουν οι εγγυήσεις ή αν μια χώρα αποφασίσει να αναδιαρθρώσει το χρέος της προς τους ιδιώτης πιστωτές της.
Και δεν έφταναν όλα αυτά. Το Βερολίνο επέβαλε επιπλέον όρους στη δανειοδότηση των αδύναμων χωρών, όπως προκύπτει από τον “έλεγχο φερεγγυότητας”. Δηλαδή, την ικανότητα μια αδύναμης χώρας να εξυπηρετήσει το χρέος της. Τον έλεγχο θα τον κάνει η Κομισιόν κατά το πρότυπο του ΔΝΤ. Κι αν διαπιστώνεται ότι το χρέος δεν μπορεί να αποπληρωθεί, δάνειο δεν θα δίνεται. Έτσι, μια χώρα θα οδηγείται αναγκαστικά σε “ελεγχόμενη χρεοκοπία” ή αναδιάρθρωση του χρέους της με ιδιώτες πιστωτές.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Πως οι αδύναμες χώρες απομακρύνονται από τις αγορές. Ποιος ιδιώτης θα είχε κίνητρο να δανείσει μια χώρα αδύναμη και αφερέγγυα; Κι αν το έκανε θα το έκανε με υψηλά, ληστρικά επιτόκια. Έτσι διαμορφώνεται ένα αρνητικό κλίμα σε βάρος αυτών των χωρών που αποτυπώνεται στην συνεχή άνοδο των spread. Κι εκεί είναι που παρεμβάλεται ως “εγγυητής” ο ΕΜΣ για να βοηθήσει, υποτίθεται, τις αδύναμες χώρες, έχοντας όμως προηγουμένως εξασφαλίσει μια καλή προμήθεια και το κυριότερο μια καλά “δεμένη” διακρατική συμφωνία που θα δίνει στις χώρες με αυξημένη συμμετοχή σ’ αυτόν (βλ. Γερμανία) να εκποιούν κοψοχρονιά δημόσια περιουσία και επιχειρήσεις “φιλέτα” κάθε αδύναμης χώρας.
Κάπως έτσι, οι αδύναμες χώρες, μεταξύ των οποίων πρώτη και καλύτερη η Ελλάδα, χάνουν τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από τις αγορές με χαμηλό κόστος, για να χρηματοδοτήσουν προγράμματα ουσιαστικής ανάπτυξης, μόνο και μόνο για να διατηρούν ένα “σκληρό νόμισμα” που υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα τους και το μόνο που εξασφαλίζει είναι συνεχή προγράμματα λιτότητας για τους πολίτες τους.
Αναρωτιέται λοιπόν κανείς τι κέρδισε η Αθήνα στις Βρυξέλλες που να επιτρέπει, έστω και “χλιαρούς” πανηγυρισμούς από την κυβέρνηση.