Για το δεύτερο, η παραγωγική διαδικασία είναι αδιάφορη. Τα χρήματα “επενδύονται” σε χαρτιά, σε άυλους τίτλους (ομόλογα, μετοχές, cds). Και αυτά βρίσκονται σε διαρκή διαπραγμάτευση σε ένα ιδιότυπο παιχνίδι τζόγου, με πολύ παρασκήνιο και πολλή περισσότερη σπέκουλα. Το “χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο” δεν ενδιαφέρεται για θέσεις εργασίας. Δεν ενδιαφέρεται ούτε για τον τρόπο, ούτε για τον τόπο παραγωγής. Δεν ενδιαφέρεται αν η αγοραστική δύναμη των πολιτών είναι ισχνή. Το “παιχνίδι” παίζεται σε ένα στενό κύκλο “μυημένων”, στις πλάτες επιχειρηματιών και εργαζομένων. Αδιαφορεί αν μια επιχείρηση ή κράτος (πολύ περισσότερο) πτωχεύσει. Αρκεί να βρεθεί τη συγκεκριμένη στιγμή με χαρτιά που έχουν ποντάρει στη χρεοκοπία τους.
Η παραπάνω, απλοϊκή και συνοπτική ανάλυση δίνει και το στίγμα των ημερών και αιτιολογεί ως ένα βαθμό την αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει στους κόλπους της ευρωπαϊκής ελίτ. Από τη μια πλευρά είναι οι βιομηχανίες με τα υψηλά λειτουργικά κόστη και τα σχετικά μικρά περιθώρια και από την άλλη οι “αεριτζήδες” διαχειριστές κεφαλαίων που με σχεδόν μηδενικά λειτουργικά κόστη αναζητούν χωρίς έλεος και καμία κοινωνική ευαισθησία τα μεγάλα κέρδη. Είναι όλοι αυτοί δηλαδή που κερδίζουν απ’ την αναστάτωση και την κρίση που υπάρχει σήμερα στην Ευρωζώνη.
Ωστόσο, την Ελλάδα, το αποτέλεσμα της συγκεκριμένης αναμέτρησης την επηρεάζει εξ αντανακλάσεως. Διότι, ούτε ισχυρή βιομηχανία διαθέτει, άρα και ισχυρούς εκπροσώπους του “παραγωγικού κεφαλαίου”, ούτε διαπρεπείς εκπροσώπους του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου σε βαθμό που να επηρεάζουν ή να επηρεάζονται καταλυτικά από τις όποιες εξελίξεις.
Για δε τους Έλληνες εργαζομένους ό,τι κι αν συμβεί, η διαφορά στη ζωή τους θα είναι αμελητέα. Στην περίπτωση που το παραγωγικό κεφάλαιο υπερισχύσει, θα επενδύσει στην Ελλάδα αν και εφόσον στο μεταξύ το εργατικό κόστος έχει μειωθεί σημαντικά. Το πιθανότερο είναι οι Έλληνες να προσφέρουν φθηνά εργατικά χέρια σε ξένους εργοδότες.. Στην αντίθετη περίπτωση ούτε καν αυτά τα ψιχία εργασίας. Παρά μόνο ταχεία διεύρυνση των κοινωνικών και ταξικών ανισοτήτων.