Θα περίμενε κανείς ότι η κρίση θα αφύπνιζε τους πολίτες. Θα τους έβγαζε από το λήθαργο του εγωκεντρισμού τους και θα ενέπνεε μια νέα κοινωνική συνείδηση, ικανή να μετουσιωθεί σε συλλογική δράση.
Κι όμως. Το αντίθετο παρατηρείται. Ο “κοινωνικός αυτοματισμός” αφορά σε μια λογική κοινωνικής αποσυσπείρωσης και εξασθένισης της κοινωνικής συνοχής, με τη μια κοινωνική τάξη ή κλάδο εργαζομένων να βάλουν εναντίον άλλης/άλλων. Αποτέλεσμα; Εντονότερος εγωκεντρισμός που σε ορισμένες περιπτώσεις παρεκτρέπεται σε λογικές “ο θάνατος σου η ζωή μου”.
Αδυνατούν οι πολίτες να αντιληφθούν (και ουδείς, πολιτική-συνδικαλιστική ηγεσία, μπαίνει στον κόπο να τους εξηγήσει) πως η στάση τους δεν προκαλεί απλώς βλάβη στους συμπολίτες τους, αλλά εντέλει και στα ίδια τους τα συμφέροντα που ευνόητα προσπαθούν να υπερασπιστούν. Αυτή τη λογική υπηρετούν οι απεργιακές κινητοποιήσεις γιατρών και φαρμακοποιών και δεν είναι οι μόνες. Έχουν προηγηθεί των φορτηγατζήδων, των εργαζομένων στις αστικές συγκοινωνίες, των εργαζομένων στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, των ναυτεργατών, των λιμενεργατών, των αγροτών (που θα ξαναπάρουν οσονούπω τη σκυτάλη) και πάει λέγοντας. Απέναντι σε όλους αυτούς εργαζόμενοι άλλων κλάδων που ταλαιπωρούνται, δυσφορούν, απειλούν ή προβαίνουν σε μηνύσεις, σε ορισμένες περιπτώσεις βιαιοπραγούν.
Κάπως έτσι η χώρα δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την πολυεπίπεδη κρίση που εμφανώς αδυνατεί όχι να επιλύσει, αλλά και να κατανοήσει, αλλά και την απειλή ενός κοινωνικού εμφυλίου με απρόβλεπτες συνέπειες. Ό,τι δηλαδή χειρότερο μπορεί να συμβεί ετούτες τις δύσκολες ώρες. Μια κοινωνία να στρέφεται εναντίον του εαυτού της!
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, ο φόβος από την εκδήλωση μιας τέτοιας κατάστασης διευκολύνει την αποδοχή ακόμα σκληρότερων μέτρων, με τις ελάχιστες, επί της ουσίας, κοινωνικές αντιδράσεις. Διότι η αγανάκτηση και ο θυμός που συσσωρεύεται σε ολοένα και μεγαλύτερα κοινωνικά στρώματα, περισπάται από τέτοιου είδους συμπεριφορές, εκτονώνοντας την πίεση που θα μπορούσε να ασκηθεί για την αποτροπή ή αναστολή λήψης νέων μέτρων λιτότητας. Τα οποία εντέλει θα επιβληθούν ως “αναγκαίο κακό” που θα αναδιαμορφώσει τις διαχρονικές παθογένειες της ελληνικής οικονομίας.
Διότι, είναι εξαιρετικά δύσκολα να πεισθεί κανείς πως οι παθογένειες που οδήγησαν τη χώρα στη σημερινή κατάσταση θα εκλείψουν. Όπως δεν έπαψαν να υπάρχουν όταν η χώρα εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αλλά και όταν αργότερα αποτέλεσε μέρος της ΟΝΕ. Όπως και τότε, έτσι και τώρα τα “σκληρά μέτρα” ήταν η προϋπόθεση για τον “εκσυγχρονισμό” της χώρας, ο οποίος εξαντλήθηκε σε μια επίπλαστη ευημερία και μια ευμάρεια με δανεικά – όπως σήμερα παραδέχονται οι ίδιοι που τον προήγαγαν και τον διαχειρίστηκαν.