Είναι γνωστό, ότι τον Απρίλη του 1967 μαζί με τη Δημοκρατία, καταλύθηκε κι η ελευθερία του Τύπου. Επιβλήθηκε λογοκρισία και τα πάντα περνούσαν από κόσκινο. Πολλές φορές, οι Συνταγματάρχες έκαναν κι υποδείξεις, για τον τρόπο κάλυψης ορισμένων γεγονότων… Οι δημοσιογράφοι εφεύρισκαν τρόπους για να μην συμμορφώνονταν «προς τα υποδείξεις»… Ευτυχώς, σήμερα δεν συντρέχουν λόγοι να επιδίδονται σε τέτοιου είδους πρακτικές.
Η μεν ΝΔ για να διαρρέει στους ψηφοφόρους της ότι η δημοσκοπική διαφορά με το ΠΑΣΟΚ μειώνεται κι η συσπείρωση της ανεβαίνει. Το δε ΠΑΣΟΚ για να υποστηρίζει ότι η διαφορά αυξάνει. Στο όργιο φημών και διαρροών συμπαρασύρθηκα και τα άλλα κόμματα, προεξέχοντος του ΛΑ.Ο.Σ..
Επί της ουσίας, άνευ ουσίας και πολύς θόρυβος για το τίποτα. Μέσα στη γενικότερη σύγχυση που επιχειρήθηκε να δημιουργηθεί οι πολίτες είτε αδιαφορούν υποψιαζόμενοι πως όσα ακούν είναι κατευθυνόμενα, είτε προστρέχουν με τη δυνατότητα που τους παρέχει το Διαδίκτυο σε αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης όπου η απαγόρευση δεν ισχύει.
Το δυσάρεστο είναι ότι η κυβέρνηση υπερέβη για άλλη μια φορά τα εσκαμμένα. Με τον πλέον επίσημο τρόπο και στο ανώτατο επίπεδο, ο πρωθυπουργός κι ο γραμματέας του κόμματος, παραβίασαν το νόμο που οι ίδιοι ψήφισαν. Ο Κώστας Καραμανλής κι ο Λευτέρης Ζαγορίτης, αποκάλυψαν ότι η διαφορά με το ΠΑΣΟΚ μειώνεται (!), αποδεικνύοντας ότι ο μοναδικός λόγος που επέβαλαν την απαγόρευση ήταν ακριβώς για να αξιοποιήσουν την σύγχυση που αναπόφευκτα θα δημιουργούνταν στην κοινή γνώμη και για να ψαρέψουν σε θολά νερά.
Πρόκειται για μια κοντόφθαλμη τακτική που υποτιμά τη νοημοσύνη των πολιτών. Κυρίως των σκεπτόμενων πολιτών που οι δημοσκόποι καταγράφουν ως «αναποφάσιστους» και στους οποίους, υποτίθεται, η ΝΔ θα έπρεπε να απευθυνθεί, έστω και την ύστατη ώρα, προκειμένου να κερδίσει το χαμένο έδαφος και μια νέα εκλογική νίκη. Σκόπιμα ή μη για άλλη μια φορά η ΝΔ έβγαλε τα μάτια της με τα ίδια της χέρια.