ΕΞΩ ΑΠ ΤΗ ΣΚΗΝΗ ΤΟΥ κ. ΑΛΦΕΟ ΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΤΟΥ ΚΑΒΑΛΙΕΡΕ

Μοίρασε το

του ΓΙΩΡΓΗ-ΒΥΡΩΝ ΔΑΒΟΥ

Όχι, οι υψηλοί και ξακουστοί προσκεκλημένοι του Σίλβιο Μπερλουσκόνι στη Σύνοδο της Ομάδος των Οκτώ στη χτυπημένη από το σεισμό Λ’ Άκουϊλα της Ιταλίας δεν πρόκειται να μείνουν σε σκηνές. Τούτο το θλιβερό προνόμιο φαίνεται πως είναι φυλαγμένο για τους χιλιάδες σεισμόπληκτους, οι οποίοι για τέσσερις σχεδόν μήνες απολαμβάνουν τις «διακοπές» τους στο ύπαιθρο, όπως τους προέτρεψε να δούνε την ατυχία τους ο ιδιόμορφος ιταλός πρωθυπουργός, και ο επιστήθιος—όπως εξελίσσεται η σχέση τους—φίλος του, ηγέτης της Λιβύης Μουάμαρ Καντάφι, με τον οποίο πρόκειται να ξανασυναντηθεί οσονούπω στην ίδια βεδουΐνικη σκηνή του.

Απεναντίας, οι ηγέτης της G8 και όλοι οι άλλοι ηγέτες, που αναμένεται να συρρεύσουν σε τούτη τη διευρυμένη σύνοδο, θα συζητήσουν ασφαλείς στα πολυτελή δώματά τους και μάλιστα προβλέπεται ν’ απομακρυνθούν εν ριπή οφθαλμού εάν στην περιοχή, που εξακολουθεί να τρέμει ημέρα-νύκτα, σημειωθεί κάποια δόνηση άνω των 4 Ρίχτερ. Η στάση τους στην ερειπωμένη πόλη θα είναι απλώς για το θεαθήναι. Ιδίως δε για το θεαθήναι του ίδιου του ‘Καβαλιέρε’, ο οποίος εσχάτως συγκλονίζεται από τις σεισμικές δονήσεις που κλυδωνίζουν την προσωπική του ζωή και κατ’ επέκταση την πολιτική του φήμη.

Και στα πλαίσια του πολιτικού θεάτρου, στις χειρονομίες και τις υπερβολές του οποίου έχει κτίσει την εικόνα του ο Μπερλουσκόνι, το ρημαγμένο σκηνικό των ισοπεδωμένων Αμπρούτσι, που ξυπνάει μνήμες μίας μακράς παράδοσης ιταλικού μελοδράματος, είτε ως μία σικελική φτωχογειτονιά του Βέργκα, την ταπεινή Νάπολη του Εντουάρντο και του Τοτό, ή ως ένα άλλο πλατώ νεορεαλιστικής ταινίας, έχει όλα τα  κατάλληλα χαρακτηριστικά για την παράσταση που ετοιμάζεται ν’ ανεβάσει, ώστε ν’ ανεβεί στα μάτια των συμπατριωτών του και των ξένων.

Αφ’ ενός ο φιλέσπλαχνος ηγέτης, που πάντοτε σκύφτει κι αφουγκράζεται τα προβλήματα και τις έγνοιες του κοσμάκη, κι αφ΄ετέρου ο ρωμαλέος πολιτικός, που γνωρίζει να κρατά ψηλά τη σημαία του έθνους στο διεθνές Πάνθεο, να υπηρετεί τα συμφέροντα και τη δόξα της χώρας. Ο Μπερλουσκόνι στήνει την παράσταση του ολοκληρωμένου ηγέτη: που γνωρίζει να συνδιαλέγεται τόσο με τους ταπεινούς, όσο και με τους ισχυρούς, που γίνεται αποδεκτός και σεβαστός απ’ όλους. Που ενώ είναι σαρξ εκ της σαρκός των καθημερινών ανθρώπων, σαν ημίθεος μπορεί να ελιχθεί παντού και να πραγματοποιήσει τα πάντα. Ο Μπερλουσκόνι με το νέο υπερθέαμα που ετοιμάζει, θέλει ν’ αποδείξει –μετά τις αποκαλύψεις με τις συνοδούς πολυτελείας—ότι δεν είναι μόνον άτρωτος στο σώμα και στις ορέξεις, αλλά και στην πολιτική.

Μόνο, που γι’ ανθρώπους σαν τον Άλφεο Αγκοστινέτο, κλάσης 1920, κι ιδίως για τα παιδιά του, το θέατρο του Μπερλουσκόνι λιγοστή σημασία έχει. Εκείνος από την αναγκαστική του απομάκρυνση σε οίκο ευγηρίας στο Ποντέκιο των Αμπρούτσι, εκείνα από τις σκηνές και τα τροχόσπιτα, όπου έχουν μεταφέρει τα λιγοστά υπάρχοντά τους, στην Παγκανίκα και στην Άκουϊλα, λίγο νοιάζονται που οι ξένοι ηγέτες θα βρεθούν στον τόπο τους. Το πολιτικό δράμα του Μπερλουσκόνι σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να εξισωθεί με τη δική τους τραγωδία, που αντί να γίνει πυξίδα για την ανοικοδόμηση κινδυνεύει να υποβιβασθεί σε φολκλόρ για την ανόρθωση του κύρους του κυβερνήτη. Γιατί η οικογένεια Αγκοστινέτο βρίσκεται ξεσπιτωμένη και σε σκηνές για δεύτερη φορά.

Ούτε είκοσι ετών δεν ήταν ακόμη ο κος Αγκοστινέτο, όταν είχε πάρει την καλή του Μιλένα Τζανίν για να μετοικίσουν στην ‘Γη της Επαγγελίας’ που τους είχε υποσχεθεί στη Λιβύη ο τοτινός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι. Εκεί στον ιταλικό οικισμό της Ντάφνια, 150 χλμ από την Τρίπολη, η οικογένεια Αγκοστινέτο με τα έξι παιδιά της κοπίασε μεν, αλλά κατόρθωσε να προκόψει. Όμως η ευτυχία βάστηξε ίσαμε την επανάσταση των Συνταγματαρχών υπό τον Καντάφι  το ’69: τον Αύγουστο του ’70 η λιβυκή κυβέρνηση διέταξε τη δήμευση των ιταλικών περιουσιών και προχώρησε σ’ εκτεταμένες ξενηλασίες. Η οικογένεια Αγκοστινέτο γύρισε με δάκρυα και μια βαλίτσα στη πατρίδα, ακριβώς όπως είχε φύγει πριν τριάντα χρόνια: με αδειανά χέρια. Μετά τις περιπέτειες της προσαρμογής, κατόρθωσε ξανά να ορθοποδήσει στη Λ’ Άκουϊλα και πίστευσε πως η περιπέτεια της προσφυγιάς θα έμενε μι’ ανάμνηση μακρινή.

Τούτη όμως η θύμηση ήλθε να ξυπνήσει με διαφορετικό προσωπείο εκείνη τη νύκτα του σεισμού. Από τη μια στιγμή στην άλλη, η οικογένεια Αγκοστίνο βρέθηκε να ζει μια δεύτερη προσφυγιά` τη φορά αυτή όμως μέσα στην ίδια της τη χώρα, έξω απ’ το ίδιο της το σπίτι.  Δυό από τα παιδιά του κου Αγκοστίνο ατενίζουν τον νυκτερινό ουρανό πάλι από τις σκηνες, κι ο άλλος από το τροχόσπιτό του, περιμένοντας την Πολιτεία να τους δώσει πάλι πίσω τα σπίτια τους, όπως έχει υποσχεθεί. Γι’ αυτούς οι παγκόσμιοι ηγέτες είναι ένα θέμα αδιάφορο, η σκηνή του Καντάφι στην αυλή της Βίλας Μποργκέζε ένα σκάνδαλο. Τα φλάς της δημοσιότητας όμως στη Λ’ Άκουϊλα θα στραφούν λίγο προς το καταρρακωμένο τοπίο της πόλης, που δεν αποτελεί παρά μία κουκκίδα στον παγκόσμιο χάρτη, που θα γράψουν και θα ξαναγράψουν στο τραπέζι τους της Γης οι ισχυροί.

«Η ιστορία είμαστε εμείς», λέει ένα συνταρακτικό τραγούδι του μεγάλου σύγχρονου τροβαδούρου Φραντσέσκο Ντε Γκρεγκόρι και «κανένας δεν αισθάνεται αποκλεισμένος». Φευ, όμως, στην περίπτωση του κου Αλφέο, την ιστορία τη γράφουνε οι ισχυροί του πλανήτη έξω από τη σκηνή του κι εάν συγκινηθούν από τις χιλιάδες μικρές ιστορίες σαν τη δική του σ’ εκείνον τον ρημαγμένο τόπο, ε!, αργότερα θαν την ξεχάσουν ακούγοντας τον ιταλό πρωθυπουργό, ίσως να τους τραγουδά μία ναπολετάνικη καντσουνέτα, δικής του μάλιστα παραγωγής!

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP

Download on the App Store

Μοίρασε το

του αρθρογράφου

ideas change society

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

Αφήστε μια απάντηση

Σχόλια

Μπες στη συζήτηση

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου

Κάνε εγγραφή για να αφήσεις τα σχόλιά σου